Πρέπει να έχουν οι βουλευτές το ακαταλόγιστο;
Από τον Παναγιώτη Χριστόπουλο
Η είσοδος της Χρυσής Αυγής στην Βουλή έκανε ξαφνικά το ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας καθημερινή κουβέντα στα χείλη όλων. Ήδη βουλευτές του εθνικιστικού κόμματος έχουν υποθέσεις της δικαιοσύνης που εκκρεμούν εις βάρος τους, ενώ έχουν κάνει και δηλώσεις στις οποίες, ούτε λίγο ούτε πολύ, έχουν αφήσει σαφή υπονοούμενα περί χρήσης βίας στο μέλλον. Κοινώς, ο απλός λαός αναρωτιέται: «Αν αύριο ένας βουλευτής της Χρυσής Αυγής με πλακώσει στις μπουνιές, δεν θα μπορώ να του κάνω τίποτε;»
Δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να βρει εύκολη και άμεση λύση. Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη γίνεται έντονη συζήτηση περί του θεσμού της βουλευτικής ασυλίας και περί του κατά πόσο είναι σωστό στις ημέρες μας ένας βουλευτής να διαθέτει το ακαταλόγιστο και να είναι υπεράνω νόμου. Ασχέτως, δηλαδή, με τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην Ελλάδα και που έχουν να κάνουν με τον φόβο περί χρήσης βίας από τα στελέχη ενός κόμματος... εξτρεμιστικού, ο θεσμός της βουλευτικής ασυλίας μοιάζει έτσι κι αλλιώς αρκετά απολιθωμένος, ειδικά αν σκεφτούμε πότε και γιατί θεσπίστηκε.
Οι Αρχαίοι Ρωμαίοι
Στην Αρχαία Ρώμη, οι υπερασπιστές των δικαιωμάτων του λαού απολάμβαναν ειδικής προστασίας από το νόμο, ούτως ώστε να μπορούν να εκτελούν εντελώς ελεύθεροι τα καθήκοντά τους. Όποιος καταπατούσε το δικαίωμά τους αυτό, σύντομα αντιμετώπιζε την δικαιοσύνη. Ήταν ένα σημαντικό βήμα που διόρθωνε μια «ατέλεια» των παλαιότερων δημοκρατιών, όπως ήταν η αθηναϊκή. Εκεί, πολύ συχνά, δημοφιλείς πολιτικοί εμπλέκονταν σε σκοτεινές υποθέσεις με την δικαιοσύνη, πολλές φορές στημένες από αντιπάλους τους, που σκοπό είχαν να τους θέσουν εκτός των κοινών για κάποιο χρονικό διάστημα και να μειώσουν την επιρροή τους.
Οι αρχές, λοιπόν, της βουλευτικής ασυλίας όπως την εννοούμε σήμερα βρίσκονται στην αρχαία ρωμαϊκή δημοκρατία. Μπορεί να μην λειτουργεί με τον ίδιον τρόπο, αλλά έχει την ίδια ουσία: Ο πολιτικός να μπορεί να απολαμβάνει κάποιων εγγυήσεων ότι θα εκτελέσει το έργο του χωρίς περιττές έγνοιες, σε ένα περιβάλλον σχετικής ηρεμίας.
Η αγγλική Βουλή και η γαλλική επανάσταση
Όπως είναι λογικό, οι πρώτες γραπτές συνθήκες περί βουλευτικής ασυλίας στις σύγχρονες δημοκρατίες, ορίστηκαν στα πιο παλιά από τα κοινοβούλια. Σ' αυτό της Αγγλίας, δηλαδή, που ήθελε να προασπίσει το έργο των μελών του απέναντι στην βασιλική επιρροή και –κυρίως- στην μετά την επανάσταση του 1789 Γαλλία, όταν πια όλοι οι άνθρωποι ήταν ίσοι ενώπιον του νόμου και οι πολιτικοί κινδύνευαν με κατάχρηση του δικαιώματος αυτής της ισότητας από τους αντιπάλους τους.
Από τότε, όμως, έχουν πια περάσει αιώνες. Οι βασιλείς παίζουν μόνο διακοσμητικό ρόλο πια και οι λαοί έχουν μάθει να ζουν με τα καλά (και τα λίγα κακά) της δημοκρατίας. Η έννοια, λοιπόν, της βουλευτικής ασυλίας μοιάζει κάπως αναχρονιστική, ειδικά σε μια εποχή που ο Τύπος ενημερώνει ακόμη και τον τελευταίο πολίτη για όλες τις πτυχές μιας υπόθεσης και που, τις περισσότερες φορές, είναι αρκετά προφανές το τι έχει συμβεί. Για παράδειγμα, το χαστούκι του Ηλία Κασιδιάρη στην Λιάνα Κανέλλη είναι κάτι που συνέβη ζωντανά στην τηλεόραση...
Τα υπέρ και τα κατά
Είναι όμως τόσο απλό το ζήτημα; Μπορεί κανείς να αναλογισθεί τι θα συμβεί αν από αύριο καταργηθεί η βουλευτική ασυλία; Ακόμη και γι' αυτό το ερώτημα, δεν μπορεί να υπάρξει σαφής απάντηση. Ενώ, δηλαδή, στην Γαλλία, την Δανία, την Σουηδία ή την Φινλανδία, ιστορικά τα αιτήματα για άρση της βουλευτικής ασυλίας έχουν υπάρξει ελάχιστα, στην Ιταλία και, βέβαια, στην Ελλάδα, οι περιπτώσεις είναι πολλές και συχνές.
Την ίδια ώρα, όμως, οι άρσεις της βουλευτικής ασυλίας στις μεσογειακές χώρες είναι ελάχιστες, ενώ στην Γερμανία, για παράδειγμα, ή στις σκανδιναβικές χώρες, τα μισά και παραπάνω αιτήματα παίρνουν το πράσινο φως. Τι συμβαίνει δηλαδή; Εμείς εδώ κάνουμε κατάχρηση του δικαιώματός μας να ζητήσουμε την άρση της ασυλίας ενός βουλευτή (πετυχαίνοντας έτσι ένα αρκετά γερό επικοινωνιακό πλήγμα εναντίον του, αφού –όπως λέει κι ο λαός- «όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά»). Και το Κοινοβούλιο, με τη σειρά του, κάνει το παν στο να υπερασπίζεται τα μέλη του, απορρίπτοντας σχεδόν κάθε αίτημα για άρση της βουλευτικής ασυλίας. Με λίγα λόγια: Μετατρέψαμε την ασπίδα προστασίας του πολιτικού σε ένα εργαλείο σπίλωσής του. Σε άλλες χώρες, πάλι, ο θεσμός λειτουργεί τόσο καλά, που όντως τα αιτήματα που φθάνουν στα κοινοβούλια για άρση της ασυλίας είναι τόσο δίκαια και σωστά δομημένα, που τις περισσότερες φορές οι εμπλεκόμενοι βουλευτές όντως οδηγούνται ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Θα άλλαζε κάτι;
Το να καταργηθεί, λοιπόν, η βουλευτική ασυλία στην Σουηδία ή την Γερμανία, μικρή διαφορά θα έκανε στα πολιτικά πράγματα των χωρών αυτών. Το να καταργηθεί, όμως, στην Ελλάδα ή την Ιταλία, ίσως να οδηγούσε σε ένα μπαράζ μηνύσεων –δικαίων και αδίκων- κατά των βουλευτών. Το Βέλγιο έχει επιλέξει μια μέση λύση: Ο βουλευτής μπορεί μεν να δικαστεί, όχι όμως και να συλληφθεί, για όσο διατηρεί την θέση του. Αυτό, βέβαια, δεν λύνει το θέμα της ποσότητας των μηνύσεων που θα του γίνουν, αλλά, τουλάχιστον, τον φέρνει ενώπιον των ευθυνών του σε σημαντικά ζητήματα, με κορυφαίο αυτό των υποθέσεων διαφθοράς.
Μην ξεχνάμε ότι με την παραγραφή των αδικημάτων, έπειτα από κάποια χρόνια, μπορεί ένας πολιτικός να δρα ανενόχλητος παρανόμως όσο βρίσκεται στην Βουλή και στη συνέχεια να μην βρεθεί ποτέ ενώπιον της Δικαιοσύνης, γιατί πολύ απλά τα αδικήματά του –ακόμη κι αν είναι προφανή- έχουν πια παραγραφεί. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος, για παράδειγμα, αν είχε καταφέρει να συγκαλύψει λίγο ακόμη όσα είχε κάνει, δεν θα βρισκόταν ποτέ αντιμέτωπος με το νόμο... Συνεπώς, η μόνη απάντηση στην ερώτηση αν θα πρέπει να καταργηθεί η βουλευτική ασυλία στην Ελλάδα είναι ότι αυτή δεν είναι η σωστή ερώτηση. Αυτό που θα πρέπει να διορθώσουμε είναι το πώς η Βουλή αποφασίζει αν θα άρει ή όχι την ασυλία, ανά υπόθεση –και, βεβαίως, το πότε οι πολιτικοί μας θα πάψουν να απλώνουν το χέρι τους στο βάζο με τη μαρμελάδα...