Ο Σκανδαλίδης παίρνει θέση για την επόμενη μέρα στο ΠΑΣΟΚ

«Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να εξελιχθεί σε πυλώνα αναδημιουργίας της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης», επισημαίνει σε σημερινό άρθρο του στο περιοδικό «Επίκαιρα», ο κ. Κώστας Σκανδαλίδης.
10'

«Μπροστά μας διαγράφεται ένα δίλημμα και ανοίγονται δύο δρόμοι: Θα επιστρέψουμε την οριστική μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ σε ένα μικρό κόμμα-προσάρτημα στο άρχον συγκρότημα εξουσίας και συμφερόντων; Ή θα ανατάξουμε το Κίνημά μας ως σύγχρονο φορέα των κινημάτων, των αγώνων, των ιδεών της μεταρρυθμιστικής και σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς;» γράφει ο κ. Σκανδαλίδης.

«Ακολουθώντας τον πρώτο δρόμο, υποτασσόμαστε μοιρολατρικά στη συγκυρία, εξαντλούμε και τα τελευταία περιθώρια ανάκαμψης οδηγούμαστε στη συρρίκνωση και τη διάλυση πριν από το τέλος της κρίσης.

Το φάντασμα της ΕΔΗΚ του Μαύρου και μετέπειτα του Ζίγδη πλανάται ήδη στον ορίζοντα κι ας κάνουν κάποιοι όνειρα ότι μπορούμε να μετεξελιχθούμε στους «Φιλελεύθερους» του Γκένσερ ή τους «Σοσιαλιστές» του Κράξι».

Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο του κ. Σκανδαλίδη:

«Στη δίνη μιας πρωτοφανούς οικονομικής, πολιτικής και ηθικής κρίσης, το πολιτικό οικοδόμημα της Μεταπολίτευσης συγκλονίζεται συθέμελα και ουσιαστικά καταρρέει.

H αποτίμηση μιας σαραντάχρονης σχεδόν εποχής πρέπει να είναι ακριβοδίκαιη καθώς ο δραματικός της επίλογος, μεσούσης της κρίσης, δεν πρέπει να συσκοτίσει ένα πρωτοφανές για τη νεότερη ελληνική ιστορία επίπεδο δημοκρατικών κατακτήσεων και ευημερίας. Ο απολογισμός μας οφείλει να συνεισφέρει στην ιστορική μας αυτογνωσία. Να αναχθεί πάνω από θριαμβικές ή ισοπεδωτικές κορώνες του συρμού, να αποδώσει ουσιαστικές πολιτικές ευθύνες σε πρακτικές, πρόσωπα και καταστάσεις και έτσι να γίνει μέρος μιας αναγεννητικής διαδικασίας, ενός νέου ξεκινήματος. Έχουμε χρέος απέναντι στην ιστορία να αναγνωρίσουμε την Μεταπολίτευση ως ένα θετικό βήμα μπροστά και όχι ως μια χαμένη εποχή.

Η κρίση υπήρξε κατά μεγάλο ποσοστό αποτέλεσμα διαρθρωτικών στρεβλώσεων του εθνικού οικονομικού και παραγωγικού μοντέλου και της κρατικής συγκρότησης της χώρας. Στρεβλώσεις που προϊόντος του χρόνου αντί να αντιμετωπιστούν δραστικά επιβαρύνθηκαν από τις κακές πρακτικές του πολιτικού συστήματος και κυρίως από τον τρόπο που άσκησαν την εξουσία οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Αυτή την εθνική πραγματικότητα ήρθε να συναντήσει το 2008 η διεθνής οικονομική κρίση της οποίας το μέγεθος, η ένταση και ο συστημικός της χαρακτήρας ανέδειξαν επιπλέον τις αδυναμίες της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής.

Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων, εγκλωβιζόμενες σε μια άτεγκτη λογιστική διαχείριση της κρίσης. Από την Ευρώπη λείπει σήμερα ο οραματικός λόγος, η προοδευτική κατεύθυνση και η γενναία πολιτική βούληση. Γι’αυτό δεν αρκούν οι μάχες χαρακωμάτων. Χρειαζόμαστε νέες και ρηξικέλευθες προτάσεις και πολιτικές

Η κρίση έπληξε πρωτίστως το ΠΑΣΟΚ., το οποίο δεν επωμίστηκε

απλώς το μερίδιο της δικής του διαχειριστικής ευθύνης, αλλά ανέλαβε και το κόστος πολιτικών που αν και φαίνονταν αναπόφευκτες, στην εφαρμογή τους αποδείχτηκαν άδικες και ατελέσφορες. Εκείνο που δεν έγινε κατανοητό είναι ότι το μείγμα πολιτικής που επέβαλε η «τρόικα» και εμείς αποδεχθήκαμε, υποβάλλεται σε διαρκείς προς το χειρότερο επαναπροσεγγίσεις μέσω των διαδοχικών μνημονίων. Αυτή η εξέλιξη δεν βυθίζει μόνο τη χώρα στην ύφεση. Τείνει να απαξιώσει κάθε αναγκαίο μεταρρυθμιστικό βήμα που επιβάλλεται επειγόντως να αναληφθεί σε προοδευτική κατεύθυνση.

Απέναντι στους νεοσυντηρητικούς δογματισμούς των πιστωτών μας, που σαρώνουν τη ζωή και τα εισοδήματα του λαού μας, το ΠΑΣΟΚ μοιάζει ένα κόμμα χωρίς ταυτότητα και παραταξιακό βάθος. Εγκλωβισμένο σε ένα κυβερνητισμό παλαιάς κοπής, με τις όποιες εσωτερικές λειτουργίες του ουσιαστικά κρατικοποιημένες και όντας αδύναμο να υπερβεί τον αρχηγικό του χαρακτήρα, το κίνημα αφυδατώθηκε από ιδέες, οράματα και μεταρρυθμιστική πνοή. Το «κόμμα των αξιωματούχων» που κυβέρνησε τη χώρα και διαχειρίστηκε τις κρατικές υποθέσεις ως καθεστωτική δύναμη ολοκλήρωσε τον ιστορικό του κύκλο. Ο ιστορικός συμβιβασμός της διαπραγμάτευσης και της υιοθέτησης των μνημονίων στον οποίο προσχωρήσαμε τα τελευταία χρόνια αλλοιώνει και διαβρώνει τη φυσιογνωμία μας και απεμπολεί τις παρακαταθήκες της μεγάλης Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης.

Αυτή η παράταξη στην οποία εντάσσεται φύσει και θέση η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών οφείλει να διεκδικήσει την επανίδρυση της δημοκρατίας και την ανασυγκρότηση της κοινωνίας απέναντι στην κοινωνική αποσάθρωση, τον διαρκώς εντεινόμενο εκφασισμό, την ανασφάλεια που προκαλεί η ανομία, η αυθαίρετη βία και η πρακτική των «συμμοριών». Και να το πράξει με όπλο ένα τολμηρό σχέδιο εξόδου από την κρίση δίνοντας μια Δεύτερη Ευκαιρία στην Ελλάδα και τους Έλληνες. Την αξίζουμε.

Η δεύτερη ευκαιρία για την Ελλάδα προϋποθέτει την υπέρβαση των μνημονίων και τη θεσμική παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε προοδευτική και δημοκρατική κατεύθυνση.

Η δεύτερη ευκαιρία για τους Έλληνες απαιτεί την αποκατάσταση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.

Δημιουργεί ένα οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον ακριβοδίκαιης νομιμότητας, δημοκρατίας και διαφάνειας σε κράτος και αγορές. Αποκαθιστά, προστατεύει και κατοχυρώνει το δικαίωμα των πολιτών στην αξιοπρέπεια σε συνθήκες κοινωνικής αλληλεγγύης, δικαιοσύνης και συνοχής.

Μόνο μια πραγματικά Κυβερνώσα Ευρωπαϊκή Αριστερά μπορεί να εγγυηθεί την Ελλάδα της παραγωγικής ανασυγκρότησης, της δίκαιης και αναλογικής ευημερίας, εν τέλει της νέας Μεταπολίτευσης.

Ένας νέος κοινωνικός συνασπισμός των δημιουργικών παραγωγικών και εκσυγχρονιστικών δυνάμεων και του κόσμου της εργασίας θα παράξει τον αναγκαίο πλούτο που θα δώσει ευκαιρίες να στοιχηθούν νέοι εργαζόμενοι και κυρίως από τη νέα γενιά γύρω από την καινοτομία, τη σύγχρονη επιχειρηματικότητα και τη δυναμική επιστροφή στην περιφέρεια. Θα υψώσει δίκτυ προστασίας το οποίο θα διασφαλίσει ένα ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης για τους ανέργους, τους φτωχούς, τα κατεστραμμένα νοικοκυριά, τους κοινωνικά αποκλεισμένους, τους μετανάστες. Η προοδευτική μεταρρύθμιση του κράτους και του πολιτικού συστήματος θα ολοκληρωθεί με τη συντακτική πράξη που θα ανοίξει την εποχή της Δ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.

Φορέας του σχεδιασμού δεν μπορεί να είναι άλλος από τις δυνάμεις της δημοκρατικής, μεταρρυθμιστικής και προγραμματικής αριστεράς, του προοδευτικού και ριζοσπαστικού κέντρου της οικολογίας του προοδευτικού κοινωνικού εθελοντισμού. Δυνάμεις που συμπαρατάσσονται και συνδιαμορφώνουν ένα σύγχρονο, δημοκρατικό και ανοικτό φορέα της ευρωπαϊκής αριστεράς. Με διακριτή τη φυσιογνωμία του και κατοχυρωμένη την πλουραλιστική και πολυτασική δομή του.

Και το ΠΑΣΟΚ; Έχει ιστορικό χρέος ξεπερνώντας την κρίση του να γίνει πυλώνας αναδημιουργίας της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης. Μόνο έτσι θα αναγεννηθεί.

Μπροστά μας διαγράφεται ένα δίλημμα και ανοίγονται δυο δρόμοι:

Θα επιτρέψουμε την οριστική μετάλλαξη του ΠΑΣΟΚ σε ένα μικρό κόμμα – προσάρτημα στον άρχον συγκρότημα εξουσίας και συμφερόντων;

Ή θα ανατάξουμε το Κίνημα μας, ως σύγχρονο φορέα των κινημάτων, των αγώνων, των ιδεών της μεταρρυθμιστικής και σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς;

Ακολουθώντας τον πρώτο δρόμο υποτασσόμαστε μοιρολατρικά στη συγκυρία, εξαντλούμε και τα τελευταία περιθώρια ανάκαμψης, οδηγούμαστε στη συρρίκνωση και τη διάλυση πριν από το τέλος της κρίσης. Το φάντασμα της ΕΔΗΚ του Μαύρου και μετέπειτα του Ζιγδη πλανάται ήδη στον ορίζοντα κι ας κάνουν κάποιοι όνειρα ότι μπορούμε να μετεξελιχθούμε στους «Φιλελεύθερους» του Γκένσερ ή τους «Σοσιαλιστές» του Κράξι.

Ακολουθώντας το δεύτερο δρόμο επανακαθορίζουμε την σύγχρονη και προοδευτική μας ταυτότητα. Χαράζουμε μια μακροχρόνια στρατηγική που βλέπει πέρα από την κρίση και εγγυόμαστε την έξοδο από αυτή. Αρνούμαστε τους αδιέξοδους μονόδρομους και ανακτούμε την πολιτική μας αυτονομία επεξεργαζόμενοι τις εναλλακτικές λύσεις και τη σύγχρονη κοινωνική μας αναφορά. Αν δεν είμαστε ικανοί να αντισταθούμε στην πορεία συρρίκνωσης του ΠΑΣΟΚ και δεν έχουμε πια δύναμη για μια αλλαγή πλεύσης είναι πιο έντιμο να συνυπογράψουμε το τέλος του ιστορικού μας κύκλου. Η χώρα έτσι κι αλλιώς, μερικώς ή ολοσχερώς χρεοκοπημένη, θα διαβεί το Ρουβίκωνα της κρίσης. Και δεν πρόκειται να κλάψει κανείς για μας.

Η αλλαγή πλεύσης επικεντρώνεται σε τρία κρίσιμα βήματα για τα οποία οφείλουμε όλοι να πάρουμε θέση:

Το πρώτο βήμα αφορά, τον επανακαθορισμό της σχέσης μας με την κυβέρνηση στη βάση της στρατηγικής μας αυτονομίας και της κριτικής υποστήριξης ενός συγκεκριμένου και επικαιροποιημένου προγράμματος που πρέπει να καταθέσει ξανά ο Πρωθυπουργός χωρίς καμία συμμετοχή μας στην καθημερινή διαχείριση της εξουσίας και την κατανομή θώκων στη διοίκηση.

Το δεύτερο βήμα αφορά την πρωτοβουλία μας για ριζική αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού με τη διαμόρφωση σχέσεων συμπόρευσης, συμπαράταξης και μακροπρόθεσμης συνεργασίας των δυνάμεων που συναποτελούν την Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη σε όλο το φάσμα της κεντροαριστεράς.. Σχέσεις με όρους ισοτιμίας και χωρίς ηγεμονισμούς που έχουν στόχο την εκλογική σύμπραξη και αφήνουν ανοικτό το θέμα της συγχώνευσης διαφορετικών δυνάμεων σε ενιαίο φορέα.

Το τρίτο βήμα αφορά την επιστροφή μας στην κοινωνία και την ανασύσταση του Κινήματός μας από τα κάτω σε συνθήκες πλήρους εσωκομματικής δημοκρατίας και συλλογικότητας. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ένα πραγματικά δημοκρατικό Συνέδριο θα προτάξει την νέα πολιτική και ιδεολογική μας οριοθέτηση, θα αποφασίσει όλες τις κρίσιμες πολιτικές, θα κατοχυρώσει τις νέες συλλογικές δομές και θα εκλέξει τα νέα μας όργανα στη βάση αυτών των αποφάσεων.

Και μια τελευταία υπόμνηση. Καμία αναγέννηση δεν είναι δυνατή χωρίς ανατροπή των πρακτικών του «αρχηγικού κόμματος» που απλώς τακτοποιεί τα πρόσωπα χωρίς αρχές και κριτήρια. Η παράταξη υπέστη τα πάνδεινα σε όλες σχεδόν τις εποχές και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια από τον τρόπο που διαχειρίστηκε την εξουσία. Είναι αυτή η διαχείριση που δημιούργησε τα φαινόμενα διαφθοράς και αλαζονείας. Είναι αυτή που γέννησε τους «επίορκους» και τους «εξωμότες», ανέδειξε τους «λομπίστες» που υποτάσσουν στην προσωπική τους στρατηγική και φιλοδοξία το γενικό καλό και εξέθρεψε τους κάθε λογής «λαθρεπιβάτες» της εξουσίας.

Η ανανέωση, ένα πάνδημο αίτημα στη δημόσια ζωή εδώ και πολλά χρόνια, δεν γίνεται με άνωθεν φετφάδες, πρόθυμους υπαλλήλους, επαγγελματίες νεωτεριστές. Ούτε με την ισοπεδωτική σύγκρουση γενεών όπου η προηγούμενη κατασκευάζει το σωλήνα για να γεννηθούν τα παιδιά που θα την αμφισβητήσουν στο ίδιο κλίμα της παρακμής και της σήψης. Η αναγέννηση απαιτεί πανστρατιά όλων των μάχιμων δυνάμεων της παράταξης που πιστεύουν και συμφωνούν στην προοπτική της και μπορούν να βρεθούν ανεξάρτητα από τις διαφορές τους στην ίδια κοίτη του ποταμού. Κι αφού ανασυντάξουν τις δυνάμεις της σε εύλογο χρονικό διάστημα να αδειάσουν την γωνιά αναθέτοντας στη νέα γενιά το μέλλον της.

Ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ δικαιούται επί τέλους ένα συνέδριο αναγέννησης. Στο Συνέδριο αυτό, θα αξιώσουμε με το ηθικό δικαίωμα του απλού μαχόμενου μέλους την επανεκκίνηση του Κινήματος ως πυλώνα αναδημιουργίας της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης. Είναι το έσχατο χρέος μας απέναντι στον τόπο και την ιστορία».