Απαντήσεις Τσιάρα στην Χρυσή Αυγή για τις δηλώσεις Μπερίσα
Στην επίκαιρη ερώτηση της Χρυσής Αυγής με θέμα «Οι πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού της Αλβανίας Σαλί Μπερίσα», απάντησε σήμερα στη Βουλή ο υφυπουργός Εξωτερικών Κ.Τσιάρας.
Κατά την πρωτολογία του ο υφυπουργός ανέφερε: «Οι πρόσφατες δηλώσεις του Π/Θ της Αλβανίας κ. Σαλί Μπερίσα στην Αυλώνα υπήρξαν ατυχείς. O κ. Μπερίσα, σε μία συγκυρία, όπου ο γειτονικός λαός έχει κάθε λόγο να εορτάζει μία ιστορική για την πορεία του επέτειο, έθεσε σε αμφιβολία την προσήλωση της κυβέρνησής του στην οικοδόμηση δεσμών αμοιβαίας εμπιστοσύνης, φιλίας και συνεργασίας με τις γειτονικές προς την Αλβανία χώρες και ειδικότερα την Ελλάδα. Το προκλητικό περιεχόμενο των δηλώσεων αυτών καθίσταται έτι περαιτέρω ακατανόητο, δεδομένης της σταθερά εκπεφρασμένης θέσεως σειράς ελληνικών κυβερνήσεων υπέρ της ενίσχυσης των δεσμών, που διαχρονικά συνδέουν τους δύο λαούς, αλλά και την υποστήριξη και αρωγή που έχει -και εξακολουθεί να- προσφέρει η Ελλάδα στην γείτονα χώρα, σε περιόδους, που η τελευταία δοκιμάστηκε, σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Η Ελλάδα επιθυμεί καλές σχέσεις με όλους τους γείτονές της και εργάζεται εντατικά γι’ αυτές. Υπογραμμίζω, ωστόσο, ότι οι αρχές της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής αξιοπρέπειας είναι απαραβίαστες. Η άμεση και αποφασιστική αντίδραση, συνεπώς, της χώρας μας, στις απαράδεκτες αυτές δηλώσεις, ήταν αναγκαία και αναπόφευκτη. Το πώς αντιλαμβάνεται η Ελλάδα τον σεβασμό αυτό, επεχείρησε να καταδείξει στην συνέντευξη, που παραχώρησε προ ημερών ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Αβραμόπουλος, στην αλβανική εφημερίδα «Panorama». Σημαντικό τμήμα της συνεντεύξεως του αφιερώθηκε, ως ήταν φυσικό, στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα της Αλβανίας. Αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο εμείς αντιλαμβανόμεθα τον Ελληνισμό της γειτονικής χώρας, ο οποίος όχι μόνο δεν ευρίσκεται στο περιθώριο, αλλά έχει κατακτήσει, με σκληρή δουλειά και αγώνα, πρωταγωνιστικό ρόλο στην βελτίωση του επιπέδου της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής της Αλβανίας.
Σημείωσε, επίσης, ότι ένας από τους βασικούς λόγους της στρατηγικής και αταλάντευτης υποστήριξης της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, είναι η Ελληνική Εθνική Μειονότητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην πρόσφατη Έκθεση Προόδου της για την Αλβανία (10.10.2012), πρότεινε τη χορήγηση καθεστώτος υποψήφιας για ένταξη χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Επιτροπή, ωστόσο, συναρτά τη χορήγηση του καθεστώτος αυτού, με την πλήρη συμμόρφωση από πλευράς Αλβανίας με τα γνωστά πολιτικά κριτήρια της Κοπεγχάγης. Στα κριτήρια αυτά, ως γνωστόν, περιλαμβάνεται αφενός η κατοχύρωση και προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων αφετέρου δε, η ολοκλήρωση των κρίσιμων προτεραιοτήτων που απομένουν, στις οποίες περιλαμβάνονται οι τομείς της Δικαιοσύνης, της Δημόσιας Διοίκησης, της λειτουργίας του Κοινοβουλίου και του Κράτους Δικαίου. Η Ελλάδα υποστηρίζει πάντοτε την ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η χώρα αυτή θα ολοκληρώσει τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις.
Κατά την δευτερολογία του ο κ. Κωνσταντίνος Τσιάρας ανέφερε: «H αντίδραση της κυβέρνησης στις απαράδεκτες από κάθε άποψη αυτές δηλώσεις υπήρξε άμεση και αποφασιστική σε όλα τα επίπεδα. Σύσσωμος ο ελληνικός πολιτικός κόσμος τις αποδοκίμασε απερίφραστα. Την απαρέσκειά της, εξάλλου, δεν έκρυψε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Είναι γεγονός, ότι, τόσο ο κ. Μπερίσα, όσο και η λοιπή πολιτειακή ηγεσία της Αλβανίας, προέβησαν, με νεώτερες δηλώσεις τους, σε ανασκευαστικές διευκρινήσεις. Τούτο είναι ένα βήμα προς την σωστή κατεύθυνση. Κριτήριο, ωστόσο, για την διακρίβωση της ειλικρίνειας των προθέσεων της γειτονικής χώρας θα είναι η μελλοντική στάση και συμπεριφορά της, την οποία παρακολουθούμε αδιαλείπτως. Σε ό,τι αφορά την προστασία των δικαιωμάτων της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, επισημαίνω και πάλι πως η Αλβανία είναι μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΑΣΕ.
Επίσης, φιλοδοξεί να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία, στο πλαίσιο της ενταξιακής πορείας κάθε υποψήφιας χώρας, αλλά και σε αυτό το στάδιο, πριν από την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, θέτει τα δικά της, εξίσου αυστηρά κριτήρια, σεβασμού των δικαιωμάτων αυτών. Ταυτόχρονα, η Αλβανία έχει προσχωρήσει σε σημαντικά διεθνή κείμενα για την προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων, όπως η Σύμβαση-Πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των εθνικών Μειονοτήτων. Πέραν τούτου, η Αλβανία έχει δεσμευθεί και διμερώς έναντι της Ελλάδας για τον σεβασμό των ανθρώπινων και μειονοτικών δικαιωμάτων, μέσω του Συμφώνου Φιλίας, Συνεργασίας Καλής Γειτονίας και Ασφάλειας (Τίρανα, 21/3/1996), το οποίο συνιστά το βασικό νομικό κείμενο επί του οποίου έχουν οικοδομηθεί οι σύγχρονες διμερείς σχέσεις μας.
Το, θεσμικά κατοχυρωμένο άλλωστε, πλαίσιο των αρχών καλής γειτονίας και συνεργασίας αποτελεί την αφετηρία και όχι τον προορισμό, για εκείνους που επιθυμούν την συμμετοχή τους στο σύγχρονο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και την συνακόλουθη εμπέδωση κλίματος συλλογικής ασφάλειας και σταθερότητος. Η Ελληνική Κυβέρνηση δεν διαμορφώνει την εξωτερική πολιτική της με βάση την ψυχολογία ή σκοπιμότητα της στιγμής, αλλά επί τη βάσει συγκεκριμένου σχεδίου και με αποκλειστικό γνώμονα το διαχρονικό συμφέρον του Έθνους. Η ανάδειξη των αδυναμιών της γειτονικής χώρας, πρέπει να συνοδεύεται και από μια συνεπή και δραστήρια πολιτική για την εξάλειψη των παραγόντων που εμποδίζουν την ουσιαστική προσέγγιση της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ελλάδα δεν παραμένει θεατής. Το ζήτημα της ανάπτυξης ακραίων πολιτικών τάσεων στην Αλβανία, ιδίως δε εάν αυτές στρέφονται κατά της Ελλάδος ή της Ελληνικής Μειονότητας, ευρίσκεται ψηλά σε κάθε διμερή επαφή μας με την αλβανική πλευρά και επιδιώκουμε να βρούμε τρόπους αντιστροφής αυτού του κλίματος που επιβαρύνει τις διμερείς σχέσεις. Υπό το πρίσμα αυτό θα συνεχίσουμε να προωθούμε με συνέπεια και συγκεκριμένες δράσεις την εμπέδωση της καλής γειτονίας».