Οι απολογητές του ναζισμού δεν είναι χορτοφάγοι
Όσοι κρύβουν το αίμα από τις σφαγές του Κεμάλ, εκτρέφουν τον νέο Χίτλερ
Οι Δήμαρχοι Αθήνας και Θεσσαλονίκης εξέχοντα μέλη του θιάσου που περιφέρεται στα ΜΜΕ, εξομοιώνοντας τα θύματα του Κεμαλισμού - φασισμού με τους θύτες.
Μόνο ως γραφικοί δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται όσοι επανειλημμένα προκαλούν το ήδη ταλαιπωρημένο εθνικό αίσθημα και την ιστορική μνήμη, όσοι βάλουν κατά στιγμών που αποτελούν πηγή έμπνευσης και ανάτασης των Ελλήνων και αφορίζουν την αγάπη προς την Ελλάδα που απετέλεσε την κύρια αιτία ανάσχεσης του ναζισμού στον β' παγκόσμιο πόλεμο.
Ειδικά, όταν αυτοί οι άνθρωποι είναι πρόσωπα του δημόσιου βίου ή ακόμα χειρότερα πολιτικοί, οι απόψεις τους θα πρέπει να εξετάζονται με μεγάλη επιφυλακτικότητα. Και αυτό, επειδή στην πολιτική σπάνια κάτι λέγεται από τύχη ή ατζαμοσύνη...
Η «ανιστόρητη» ιστορικός Μαρία Ρεπούση
Το όνομα της βουλευτή της ΔΗΜΑΡ Μαρίας Ρεπούση, τουλάχιστον στη συνείδηση των πολιτών, είναι περισσότερο συνδεδεμένο με προκλητικές ατάκες, παρά με την οποιαδήποτε πολιτική δραστηριότητα.
Η αρχή έγινε με τον περίφημο «συνωστισμό» της Σμύρνης για να ακολουθήσουν οι «εθνικιστικά κιτς» εκδηλώσεις για την 25η Μαρτίου, η πρόταση για κατάργηση του υποχρεωτικού εκκλησιασμού των μαθητών, η αποχώρηση από την ολομέλεια της Βουλής κατά τη διάρκεια της τελετής μνήμης των Ποντίων, η αμφισβήτηση της γενοκτονίας τους και το πρόσφατο «χτύπημα» με τον «εθνικό μύθο» του Ζαλόγγου.
Η κυρία Ρεπούση, χρησιμοποιώντας την ιδιότητα της ως πανεπιστημιακός «ξαναγράφει» την Ιστορία κατά το δοκούν, αφήνοντας σκόπιμα εκτός έννοιες όπως π.χ. αλύτρωτες πατρίδες, γενοκτονίες, εθνική υπερηφάνεια, οι οποίες μάλλον την ενοχλούν...αισθητικά.
Γιατί επιστημονικά, η κα Ρεπούση, σύμφωνα με δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας, αν και είναι πλέον καθηγήτρια, δεν είναι σε θέση να αποδείξει τους ανιστόρητους ισχυρισμούς της.
Συγκεκριμένα, η κυρία Ρεπούση αναφέρει στο βιογραφικό της ότι μετά την αποφοίτησή της από τη Γαλλική Φιλολογία, μεταπήδησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών για να σπουδάσει Ιστορία, ενώ στη συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Ιστορίας και Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο PARIS 1 της Σορβόνης.
Ωστόσο, πανεπιστημιακοί εγχώριοι και μη, κάνουν λόγο για μία «άφαντη επιστημονικά» ιστορικό, χωρίς δημοσιεύσεις, αναφορές και διακρίσεις στην πανεπιστημιακή οικογένεια.
Μάλιστα, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, στην παγκόσμια βιβλιογραφική βάση scopus.com, όπου καταγράφεται ο αριθμός των δημοσιεύσεων και η ποιότητα του επιστήμονα, η κυρία Ρεπούση έχει μηδενική βαρύτητα στο διεθνές ερευνητικό στερέωμα, καθώς από το 1995 και μετά έχει δείκτη μηδέν στην παραγωγικότητα σε επιστημονικές εργασίες και ανύπαρκτη επίδραση στην επιστημονική περιοχή ( όταν οι αντίστοιχες τιμές για έναν καθηγητή είναι πάνω από το οκτώ), ενώ και οι αναφορές άλλων επιστημόνων στο όνομά της είναι πάλι μηδενικές (όταν ακόμη και ένας νέος ερευνητής έχει τουλάχιστον 4 αναφορές στο όνομά του). Τώρα το πώς η κυρία Ρεπούση ανέβηκε τόσο γρήγορα στην πανεπιστημιακή ιεραρχία, την ώρα που όλοι οι καθηγητές ΑΕΙ κρίνονται με βάση τον αριθμό και το είδος των δημοσιεύσεων που έχουν συγγράψει και έχουν γίνει αποδεκτές σε διεθνή επιστημονικά έντυπα, αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Ο «ανοιχτόμυαλος» Δήμαρχος Γιώργος Καμίνης
Εξίσου «προοδευτικές» θέσεις έχει εκφράσει κατά καιρούς και ο Δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης. Με ειδίκευση στον περίφημο «πολυπολιτισμό», ο οποίος όταν γίνεται άκριτα «σημαία» ελλοχεύει τον κίνδυνο της αποδόμησης της πολιτιστικής ταυτότητας ενός έθνους, ο κ. Καμίνης έχει αναλάβει ρόλο υπερασπιστή των θρησκευτικών μειονοτήτων σε βάρος όμως των Ελλήνων ορθοδόξων. Χαρακτηριστικά, την ίδια ώρα που αρνείται να κόψει κομμάτι από τη Βασιλόπιτα για το Χριστό, υπερασπίζεται με σθένος τη δημιουργία τεμένους και χώρων λατρείας για τους μετανάστες του κέντρου.
Παράλληλα, αγιοποιώντας το «μέσο», αποδέχεται δωρεά, ύψους 663.000 ευρώ, της διεθνούς οργάνωσης Open Society, την οποία έχει ιδρύσει ο Τζορτζ Σόρος, λειτουργώντας σαν άλλος «Δούρειος Ίππος», ώστε ο «μεγαλοκαρχαρίας» να μπορέσει να εισβάλει στα ελληνικά πράγματα και με νομιμοφανή τρόπο να θέσει σε εφαρμογή τα «βρώμικα» σχέδια του.
Ο απολογητής του "πατέρα του ναζισμού" Κεμάλ, Γιάννης Μπουτάρης
Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απλά εκκεντρικός, αν οι απόψεις του, ειδικά για τα εθνικά θέματα δεν ήταν τόσο κατάφορα προκλητικές για τον ελληνικό λαό.
Οι δηλώσεις του ότι προτιμά να αποκαλεί την Κωνσταντινούπολη επισήμως Ίνσταμπουλ και ότι ο Κεμάλ Ατατούρκ είναι μεγάλος ηγέτης του τουρκικού κράτους εξαγρίωσαν τους Έλληνες πολίτες και ειδικά τους Θεσσαλονικείς που οι περισσότεροι προέρχονται από προσφυγικές οικογένειες και έχουν ιδία πείρα και γνώση του τι εστί ξεριζωμός και βίαιος διωγμός.
Ο κ. Μπουτάρης αποσιωπά τις σφαγές, τις κρεμάλες και κάνει λόγο για παρελθόν που πρέπει να μείνει πίσω. Την ίδια ώρα βέβαια, θέλει δρόμους και πλατείες για τον «Σαλονικιό» Κεμάλ και μιλάει για «μακεδονική γλώσσα» των Σκοπιανών. Όπως ακριβώς και ο Μουσολίνι. Επιπλέον, βαδίζοντας στα χνάρια της κυρίας Ρεπούση απαρνείται τη Γενοκτονία των Ποντίων, ενώ σέβεται το Ολοκαύτωμα, «ξεχνώντας» ότι ο Κεμάλ υπήρξε ίνδαλμα του Χίτλερ.
Η εμμονή των ανθρώπων αυτών με την αποδόμηση της ελληνικής ιστορίας δεν είναι καθόλου τυχαία, ούτε λοιδορούν ορόσημα του Ελληνισμού, απλά και μόνο για να βρίσκονται στην επικαιρότητα.
Με τις συνεχείς προκλήσεις τους φιλοδοξούν να αμβλύνουν τα εθνικά ανακλαστικά, ειδικά σήμερα που η αυτοδιαχείρισή μας ως έθνος τελεί υπό αμφισβήτηση.
Στόχος τους είναι η υπόγεια και ασυνείδητη εδραίωση της ιδεολογικής ποινικοποίησης των απελευθερωτικών αγώνων των 'Ελλήνων. Ώστε την επόμενη φορά ο Χίτλερ να περάσει "τράνζιτ" από την Ελληνική Γη και να κατακτήσει την Ευρώπη.
Σκοπός τους είναι η δημιουργία ενός έθνους χωρίς ιδέες, ήρωες και σύμβολα, ενός έθνους ακρωτηριασμένου από τις μνήμες και τις παρακαταθήκες του, ενός έθνους πειθήνιου και βολικού, ενός έθνους βορά στις επιβουλές. Ενός έθνους όπως θα το οραματίζονταν οι διαχρονικοί σφαγείς του.
Διαβάστε επίσης:
Αμοιρίδης: «Μαρία μου, οι 300 του Λεωνίδα ήταν όντως 300;» (VIDEO)
Διαψεύδει τα αυτιά μας η Ρεπούση!