Δρούτσας: Η Ελλάδα μπορεί να γίνει θύμα των γερμανικών εκλογών
Την ανάγκη ενός νέου κουρέματος χρέους για την Ελλάδα τόνισε ο Έλληνας Ευρωβουλευτής Δημήτρης Δρούτσας σε συνέντευξή του στη «Deutsche Welle».
«Εάν πράγματι θέλουμε να δώσουμε τελική λύση για την κρίση στην Ελλάδα, αλλά και για το ευρώ, θα πρέπει να πούμε την αλήθεια και ας είναι πικρή. Εάν θέλουμε λύση, αυτό δεν γίνεται χωρίς νέο, γενναίο κούρεμα χρέους για την Ελλάδα. Και η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί επιπρόσθετη οικονομική βοήθεια τα επόμενα χρόνια. Αυτά δεν ακούγονται ωραία, ειδικά στον Γερμανό ψηφοφόρο, αλλά είναι η πραγματικότητα και πρέπει να την αντιμετωπίσουμε», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Δρούτσας.
Επίσης εξέφρασε την ανησυχία του, ότι η κρίση στην Ελλάδα θα γίνει πάλι αντικείμενο εκμετάλλευσης και η Ελλάδα «θύμα» του προεκλογικού αγώνα που διεξάγεται αυτή την περίοδο στην Γερμανία: «Το θέμα έχει αποκτήσει πολύ μεγάλη σημασία για τις γερμανικές εκλογές. Για αυτό εκφράζω την ανησυχία μου ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει «θύμα» του γερμανικού προεκλογικού αγώνα. Μία σωστή και αναγκαία απόφαση για νέο κούρεμα χρέους, η οποία παρασκηνιακά μπορεί ήδη να έχει ληφθεί, μπορεί να ανατραπεί ή τουλάχιστον να μετατεθεί για αργότερα λόγω της οξείας δημόσιας αντιπαράθεσης στην Γερμανία. Ο χρόνος, όμως, είναι πολυτέλεια στην αντιμετώπιση αυτής της κρίσης. Ελπίζω μόνο η ρητορική, στις προεκλογικές εβδομάδες που απομένουν στην Γερμανία, να μην γίνει τόσο οξεία, ώστε δηλώσεις που έχουν γίνει να μπορούν να αναιρεθούν μετά τις εκλογές».
Τέλος, ο κ. Δρούτσας υπενθύμισε την μεγάλη ανάγκη και σημασία βαθέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων καθώς και της αλλαγής του σημερινού πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα ως πραγματική προϋπόθεση για την έξοδο της χώρας από την κρίση: «Σε όλη αυτή την συζήτηση για την Ελλάδα ξεχνάμε ένα άλλο σημαντικό θέμα: Η Ελλάδα χρειάζεται βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ακόμα και αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Εδώ θα επιθυμούσα οι εταίροι μας και ιδιαίτερα η Γερμανία, να επιδείξουν περισσότερη προσοχή και ενδιαφέρον και να συμβάλουν στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων».