Παυλόπουλος: Η πλειοψηφία των Γερμανών δεν επικροτεί τη Μέρκελ

Για «θρίαμβο της Μέρκελ» έκανε λόγο ο πρωήν υπουργός Προκόπης Παυλόπουλος, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών, ενώ παράλληλα ανέλυσε πώς και με ποιο τίμημα η Γερμανίδα Καγκελάριος εξασφάλισε την επικράτησή της έναντι των υπόλοιπων υποψηφίων.


«Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών ερμηνεύεται, αναμφισβήτητα, ως θρίαμβος της κας Α. Μέρκελ», τόνισε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος.

Μιλώντας για τους παράγοντες που οδήγησαν τη Μέρκελ στην εκλογική επιτυχία, ο κ. Παυλόπουλος υπογράμμισε ότι η Καγκελάριος «αποδείχθηκε διπλά αποτελεσματική έναντι του γερμανικού λαού», γιατί:

-Κατά πρώτο λόγο, υιοθετώντας μια οικονομική πολιτική –που ταιριάζει «γάντι» στον ψυχισμό των Γερμανών- σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας και, επέκεινα, λιτότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση γενικώς, έδειξε στο λαό της ότι «νοιάζεται» γι' αυτόν. Και δεν «σκορπά» γερμανικό χρήμα –έστω κι αν προέκυψε ακριβώς από την εκμετάλλευση της οικονομικής κρίσης και των λαών που πλήττονται περισσότερο απ' αυτήν- γι' άλλους. Δηλαδή ακόμη και με το τίμημα της εξαθλίωσης ιδίως των λαών του ευρωπαϊκού νότου.

- Ταυτοχρόνως, η πολιτική της αυτή όχι μόνο δεν είχε επιπτώσεις για το κύρος της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά, όλως αντιθέτως, διασφάλισε τη γερμανική επικυριαρχία. Σε σημείο ώστε να μιλάμε σήμερα, δυστυχώς, όχι για μια ευρωπαϊκή Γερμανία αλλά σχεδόν για μια γερμανική Ευρώπη. Και τούτο λόγω πλήρους έλλειψης ηγεσιών στον ευρωπαϊκό χώρο. Ιδίως δε λόγω πλήρους απουσίας της Γαλλίας, αφού ο Πρόεδρός της κ. Φρανσουά Ολάντ αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων, σίγουρα δε κατώτερος και από τον κ. Νικολά Σαρκοζί!

Όσον αφορά στην επίτευξη «θριάμβου», ο πρώην υπουργός ανέφερε ότι οφείλεται:

-Πρώτον, στο ότι το κόμμα της κας Α. Μέρκελ, η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU), συμμάχησε και πάλι με τους βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), των οποίων η εκλογική συνεισφορά ουδόλως υπήρξε ευκαταφρόνητη. Το αντίθετο μάλιστα.

-Δεύτερον, στο ότι η κα Α. Μέρκελ και το κόμμα της «απομύζησαν» τους Φιλελεύθερους, οι οποίοι καταποντίσθηκαν. Αφού όχι μόνον έμειναν εκτός Βουλής, για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά έχασαν δέκα ολόκληρες μονάδες (10%) από την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση! Αν αναλογισθεί κανείς ότι η αύξηση της εκλογικής επιρροής του κόμματος της κας Α. Μέρκελ από τις προηγούμενες εκλογές είναι, περίπου, 8%, ευχερώς εξηγείται η επικυριαρχία της σε βάρος των τέως συμμάχων της.

Σχολιάζοντας το «εκλογικό» τοπίο στη Γερμανία εφεξής, ο βουλευτής της ΝΔ διευκρίνισε ότι «ναι, μεν η κα Α. Μέρκελ στηρίζεται περίπου στο 42% του γερμανικού λαού, πλην όμως όλοι οι άλλοι –δηλαδή η πλειοψηφία- είναι απέναντί της, καθένας βεβαίως για τους δικούς του λόγους. Μ' άλλες λέξεις, και κατ' αποτέλεσμα, η πλειοψηφία του γερμανικού λαού δεν επικροτεί την πολιτική της κας Α. Μέρκελ».

Τέλος, αναφερόμενος στο τι συμφέρει την Ελλάδα –αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα- ενόψει του αποτελέσματος των γερμανικών εκλογών, ο κ. Παυλόπουλος είπε:

«Ξεκινώ από τη συντριβή των Φιλελευθέρων: Δεν είναι –διόλου μάλιστα- τυχαία η συντριβή τους αυτή, με την πολιτική που υιοθέτησαν για την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως δε για την Ελλάδα, ύστερα από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008: Πληρώνουν –και δικαίως- το τίμημα μιας τυχοδιωκτικής, στην κυριολεξία, επιλογής, με μόνο στόχο την εκλογική τους επιβίωση. Γι' αυτό και πολιτικοί τύπου «Ρέσλερ» θα μείνουν, ως γραφικές φιγούρες, στ' «αζήτητα» της γερμανικής πολιτικής ζωής και παραδείγματα προς αποφυγήν για τους επιγόνους του Ντ. Γκένσερ».

«Ως προς την προοπτική συμμετοχής του SPD και του κ. Π. Στάινμπρουκ σε μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» στη Γερμανία η άποψή μου, σχετικά με το συμφέρον της Ελλάδας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορεί να φανεί αιρετική. Πιστεύω όμως ότι ο κ. Π. Στάινμπρουκ και το κόμμα του, υπό τη σημερινή συγκυρία, θα είναι περισσότερο χρήσιμοι στην αντιπολίτευση, ως θεσμικό και πολιτικό αντίβαρο σε μια –απευκταία βεβαίως- συνέχιση της σημερινής αδιέξοδης και καταστροφικής, γερμανικής έμπνευσης, δημοσιονομικής πολιτικής λιτότητας. Διότι αν ο κ. Π. Στάινμπρουκ συμμετάσχει σε μια τέτοια συμμαχική κυβέρνηση, θα ήταν –λόγω της εκλογικής επικυριαρχίας της κας Α. Μέρκελ και της CDU- ο «φτωχός συγγενής» αναφορικά με την προοπτική διαμόρφωσης μιας άλλης πολιτικής για τη Γερμανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Άρα, μιας άλλης πολιτικής και για την Ελλάδα. Αφού για τη Χώρα μας η έξοδος από τη σύγχρονη δεινή κοινωνική και οικονομική κρίση προϋποθέτει κυρίως αναπτυξιακές πολιτικές μέσω λελογισμένου κρατικού παρεμβατισμού. Οι οποίες είναι, δυστυχώς, έξω από τη σημερινή νεοφιλελεύθερη αντίληψη της κας Α. Μέρκελ. Εκτός κι αν ο κ. Π. Στάινμπρουκ διαπραγματευθεί σκληρά για να μετάσχει σε μια κυβέρνηση Μέρκελ, απαιτώντας κι επιβάλλοντας ουσιαστική αλλαγή της γερμανικής πολιτικής ως προς το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάτι που φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο, όχι όμως κι εντελώς υποθετικό. Ευκαιρία λοιπόν για τον κ. Π. Στάινμπρουκ ν' αναδειχθεί σ' ευρωπαϊκή ηγετική φυσιογνωμία, παρά τη μέτρια επίδοσή του στις γερμανικές εκλογές», κατέληξε ο πρώην υπουργός.