Χαρ. Αθανασίου: Να αφεθεί η Δικαιοσύνη να ολοκληρώσει το έργο της
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, τόνισε ότι η Δικαιοσύνη πρέπει να προστατεύσει τη Δημοκρατία «και πρέπει να το κάνει αυτό μέσα στα όρια που το Σύνταγμα και οι νόμοι του κράτους ορίζουν», ενώ η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) Βασιλική Θάνου ζήτησε να σταματήσουν οι παρεμβάσεις προς τους δύο ανακριτές που χειρίζονται την υπόθεση της Χρυσής Αυγής. Ειδικότερα, ο κ. Αθανασίου ανέφερε:
«Αυτές τις ημέρες, η Δικαιοσύνη της χώρας μας καλείται να επιτελέσει ένα πολύ δύσκολο έργο. Πρέπει να προστατεύσει τη Δημοκρατία από τις ακρότητες και πρέπει να το κάνει αυτό μέσα στα όρια που το Σύνταγμα και οι νόμοι του κράτους ορίζουν. Πρέπει να αντιμετωπίσει τους αμφισβητίες του δημοκρατικού ιδεώδους όχι με τα όπλα τους, αλλά με τη δημοκρατική νομιμότητα. Ας την αφήσουμε, λοιπόν, να το πράξει. Ας την αφήσουμε να ολοκληρώσει το έργο της. Το έργο της που ξεκινά με την έρευνα και τη μελέτη και τελειώνει με την απόφαση. Την απόφαση, την νηφάλια, την οριστική και αμετάκλητη. Η ελληνική δικαιοσύνη έχει τη δυνατότητα να το κάνει γιατί είναι θεσμικά ανεξάρτητη, τόσο ανεξάρτητη που άλλες έννομες τάξεις θα ζήλευαν. Και αυτή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη και ταυτόχρονα εγγύηση ότι η Δημοκρατία μας είναι ισχυρή, λειτουργεί και αντιμετωπίζει όποιον επιχειρεί να την υπονομεύσει. Η Πολιτεία, με τη σειρά της, οφείλει να τονίζει και να αναδεικνύει αυτή την ανεξαρτησία με όλους τους συνταγματικά κατοχυρωμένους τρόπους».
Από την πλευρά της, η πρόεδρος της ΕΔΕ Βασιλική Θάνου, ανέφερε: «Η συντριπτική πλειοψηφία των δικαστών ανταποκρίνεται με αυταπάρνηση και ευσυνειδησία στο λειτούργημά τους, καθώς απασχολούνται και τις νυκτερινές ώρες και τις αργίες σε βάρος της προσωπικής και οικογενειακής τους ζωής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι δύο ανακριτές που ασχολούνται με την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι έχουν υπερβεί αδιαλείπτως τις 50 ώρες ανάκρισης. Όμως, ας το λάβουν αυτό υπόψη τους, και ιδίως οι παράγοντες της Πολιτικής και της δημοσιογραφίας που επί δύο εικοσιτετράωρα, και ενώ η ανάκριση είναι σε εξέλιξη, επιμένουν να ασκούν αρνητική κριτική και να προσπαθούν να παρέμβουν στο έργο τους.
Επιμένουν να μη θέλουν να κατανοήσουν ότι σε αυτό ακριβώς συνίσταται η ανεξαρτησία και αμεροληψία του δικαστή. Δηλαδή στο ότι οφείλει να αγνοεί τις πιέσεις που ασκούνται από τα ΜΜΕ και από άλλες πλευρές, και να αποφασίζει ανεπηρέαστος, βασιζόμενος μόνο στα στοιχεία της δικογραφίας. Ο σωστός δικαστής λογοδοτεί μόνο στη συνείδηση και τον Θεό. Πρέπει να αφήσουν όλοι τους δικαστές να ασκήσουν ανεπηρέαστοι το έργο τους».
Ακόμη, η κ. Θάνου ανέφερε: «Αντίστοιχα όμως υποχρεούται και η Πολιτεία, και συγκεκριμένα οι άλλες δύο εξουσίες του Κράτους, με τους λειτουργούς των οποίων είναι ισότιμοι οι δικαστικοί λειτουργοί, να εξασφαλίζουν στους τελευταίους τις προϋποθέσεις, ώστε οι δικαστές να μπορούν να ασκούν απερίσπαστοι το δύσκολο και βαρύ έργο τους. Οφείλουν δηλαδή να τους εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, με τις κατάλληλες κτιριακές εγκαταστάσεις, με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, με τη συμπλήρωση των κενών οργανικών θέσεων των δικαστών του πρώτου βαθμού, που έχουν και το μεγαλύτερο φόρτο, και με την εξασφάλιση του απαραίτητου αριθμού δικαστικών υπαλλήλων.
Οφείλουν, επίσης, να τους διασφαλίζουν ένα επίπεδο αποδοχών που θα τους επιτρέπει διαβίωση αξιοπρεπή και ανάλογη με του λειτούργημά τους, όπως άλλωστε επιβάλλει και το Σύνταγμα, ώστε να θωρακίζεται και η ανεξαρτησία των δικαστών απέναντι σε πιέσεις ή παρεμβάσεις.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση όχι μόνον δεν υπήρξε συνεπής προς τις υποχρεώσεις της αυτές έναντι της Δικαιοσύνης και των δικαστικών λειτουργών, αλλά αντίθετα τους αντιμετώπισε με εχθρική πολιτική. Αφού μείωσε τις αποδοχές τους σε ποσοστό έως και 60%, κατά παραβίαση του Συντάγματος, αδιαφορεί για το γεγονός ότι έτσι όχι μόνον τίθεται σε κίνδυνο η ανεξαρτησία τους (κάτι το οποίο θα έπρεπε ιδιαίτερα να ενδιαφέρει την κυβέρνηση, εάν θέλει να είναι κυβέρνηση σε κράτος δικαίου), αλλά οι δικαστές δεν μπορούν με το χαμηλό μισθολόγιο, το οποίο έχουν πλέον, να καλύπτουν, με δικές τους δαπάνες τα έξοδα για την άσκηση των καθηκόντων τους».
Κλείνοντας την ομιλία της η πρόεδρος της ΕΔΕ επισήμανε: «Διαβεβαιώνω και πάλι προς κάθε κατεύθυνση ότι μέσα σ' αυτή τη δυσχερέστατη κρίση, την οποία διανύει και η χώρα μας και η Δικαιοσύνη, οι δικαστές εξακολουθούν να παραμένουν ανεξάρτητοι και υπερήφανοι και ότι ο δοκιμαζόμενος ελληνικός λαός μπορεί και πρέπει να τους εμπιστεύεται».
Η αναπληρώτρια γενική γραμματέας της ΕΔΕ Μαργαρίτα Στανιώτη, στο κλείσιμο της εκδήλωσης, ανέφερε: «Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, παρά τις αντιξοότητες κάτω από τις οποίες ασκούμε το λειτούργημά μας, διαβεβαιώνουμε όλους ότι θα εξακολουθήσουμε με αυτοθυσία, αυταπάρνηση, σθένος, αίσθημα ευθύνης και αφοσίωση στο καθήκον να υπηρετούμε τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, να προασπιζόμαστε τους δημοκρατικούς θεσμούς και τις αρχές του κράτους δικαίου, όπως το Σύνταγμα, ο Νόμος και η συνείδησή μας επιτάσσουν, δίχως σε καμία περίπτωση να εξυπηρετούμε πολιτικές σκοπιμότητες. Να διαβεβαιώσουμε ότι έχουμε όραμα για τη Δικαιοσύνη και ότι είμαστε παρόντες για να υπερασπισθούμε αρχές και αξίες και επίσης να διαβεβαιώσουμε όλους ότι δεν υπάρχει εύφορο έδαφος στη Δικαιοσύνη για παρεμβάσεις στο έργο της».