Κουβέλης: Έπρεπε να θρηνήσουμε τον Φύσσα για να ληφθούν μέτρα
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του προέδρου της Δημοκρατικής Αριστεράς. «Δυστυχώς έπρεπε να θρηνήσουμε νεκρό τον Παύλο Φύσσα από την φασιστική/νεοναζιστική βία ώστε να καταλάβουν όλοι πως δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Και βέβαια είναι θλιβερό το γεγονός ότι αναρίθμητες πράξεις βίας ακόμη και εγκλήματα, όλο το προηγούμενο διάστημα, με θύματα κυρίως μετανάστες, δεν αντιμετωπίστηκαν με την αρμόζουσα σημασία και έμειναν ατιμώρητα. Η Χ.Α. επεδίωξε να γίνει αποδεκτή από την ελληνική κοινωνία η ρατσιστική βία, η εθνοκάπηλη μισαλλοδοξία, οι αντιδημοκρατικές ιδέες, η ναζιστική ιδεολογία και τα χυδαία απάνθρωπα χαρακτηριστικά της. Η στρατηγική της βίας είχε ως στόχο την πλήρη απαξίωση και αποσταθεροποίηση των θεσμών της δημοκρατίας και τον εκφασισμό της ελληνικής κοινωνίας. Και ας μην υποτιμούμε τη δύναμη επιρροής που μπορεί να αποκτήσει ένας ναζιστικός λόγος κρυμμένος μέσα σε ένα αντισυστημικό και λαϊκίστικο πλαίσιο. Σήμερα είμαστε σε μια νέα φάση.
Αναδείχθηκε το βάθος του προβλήματος και τα χαρακτηριστικά της ναζιστικής οργάνωσης, κινητοποιήθηκε το πολιτικό σύστημα και η δικαιοσύνη, ταρακουνήθηκε η κοινωνία. Η συνεννόηση όλων των κομμάτων της δημοκρατίας και η συγκρότηση μετώπου αντιμετώπισης του φασιστικού κινδύνου αποτελεί προτεραιότητα. Αυτή τη σταθερή ενωτική δράση την οφείλουμε στην ιστορία, στο παρόν και το μέλλον της κοινωνίας. Δεν χρειάζονται, αντίθετα βλάπτουν, μικροκομματικές συμπεριφορές και μικροκομματικές ενέργειες. Είναι άλλο πράγμα η πολιτική διαπάλη μέσα στη δημοκρατία, που είναι όχι μόνο σεβαστή, αλλά και αναγκαία και άλλο πράγμα η αντιπαλότητα της δημοκρατίας με τους εχθρούς της.
Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να υποχωρήσουν από τις επικοινωνιακές προσεγγίσεις και να επωμιστούν το βάρος που τους αναλογεί. Στη Νέα Δημοκρατία, οφείλουν να θυμούνται ότι η ανοχή που επέδειξαν στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής – και η παράλληλη υιοθέτηση μιας συντηρητικής ατζέντας, δεν τους βγήκε. Τροφοδότησε τη θεσμική αδράνεια και χαλάρωση και την ανοχή στο επίπεδο της κοινωνίας. Σήμερα είναι αναγκαία η απαραίτητη δημοκρατική συμπόρευση στην αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής.
Με αυτή την οπτική χαρακτηρίσαμε ως μια επιλογή κατώτερη των περιστάσεων την άρνηση της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας για τη συνάντηση των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ούτε βεβαίως μπορεί να γίνει αποδεκτό το ιδεολόγημα των δύο άκρων, που εξισώνει την εγκληματική οργάνωση με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από την άλλη πλευρά η αξιωματική αντιπολίτευση κάνει λάθος να είναι επιφυλακτική στην αναγκαία δημοκρατική συμπαράταξη για την αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, φοβούμενη ότι θα θολώσει η πολιτική της πρόταση για την καταγγελία του μνημονίου και θα αποδυναμωθεί ο πολιτικός στόχος της για την ανάληψη κυβερνητικής εξουσίας.
Κάνει λάθος. Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής έχει την προτεραιότητα και την αυτονομία του. Είναι λάθος μια πολωτική αντιπαράθεση - σε βάρος της κοινής δράσης - για τις αιτίες του φαινομένου και την αντιμετώπισή τους. Η προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος δεν είναι μία συντηρητική στόχευση. Η συστράτευση σε αυτόν τον αγώνα δεν μεταθέτει χρονικά τις πολιτικές στοχεύσεις. Δεν απομειώνει τον ριζοσπαστισμό, δεν αποδυναμώνει τους αγώνες για μια δίκαιη κοινωνία. Αντίθετα είναι συστατικό στοιχείο αυτού του αγώνα. Καμιά προοδευτική λύση δεν μπορεί να υπάρξει σε περιβάλλον αμφισβήτησης των θεσμών της δημοκρατίας και αποσταθεροποίησης.
Και σε συνάρτηση με αυτό, δεν πρέπει να υποτιμάται η ανάγκη για σταθερό μέτωπο και για κάθετη αντιπαράθεση απέναντι στις αντικοινοβουλευτικές κραυγές και τις πράξεις βίας, από όπου και αν προέρχονται. Η αντιμετώπιση της επιχείρησης εκφασισμού της ελληνικής κοινωνίας επιβάλλει βούληση της δημοκρατίας να αμυνθεί, προσήλωση στη νομιμότητα των μέσων που χρησιμοποιούνται και ενότητα – κοινή δράση όλων των δυνάμεων της δημοκρατίας. Η βούληση της δημοκρατίας να αμυνθεί σημαίνει ότι δεν χαλαρώνει, δεν αδρανεί, δεν υποτιμά τις διαδικασίες υπονόμευσής της. Αποκαλύπτει και αντιμετωπίζει τις παράνομες ενέργειες που κρύβονται πίσω από κοινοβουλευτικά δικαιώματα. Αντιπαρατίθεται σε όλα τα επίπεδα με τους εχθρούς της. Και εδώ θέλω να σημειώσω πως δυστυχώς αυτή η βούληση δεν εκφράστηκε στο παρελθόν.
Δεν εκφράστηκε στην υπόθεση του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου. Δεν εκφράστηκε επίσης όταν πολλές υποθέσεις -πολλοί φάκελοι - είχαν βρεθεί στο χώρο της ευρύτερης δημόσιας διοίκησης και δεν είχαν ερευνηθεί στην κατάλληλη στιγμή . Η έκθεση της Συνηγόρου του Πολίτη είναι χαρακτηριστική. Η νομιμότητα, η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών είναι η απάντηση σε όποιον παρανομεί και σε όποιον θέλει να προωθήσει τον εκφασισμό της κοινωνίας. Η αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού, απαιτεί συνολική απάντηση σε όλα τα επίπεδα. Ποινική αντιμετώπιση, ενίσχυση της αντιρατσιστικής νομοθεσίας, ενεργοποίηση για την κοινωνική και πολιτική απομόνωση του ναζιστικού μορφώματος.
Η αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης τους είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ και σημαντικό βήμα που πρέπει να συνεχιστεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες, με πλήρη αξιοποίηση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου. Η δικαιοσύνη και τα όργανα του κράτους πρέπει να συνεχίσουν τη δουλειά τους για την πλήρη αποκάλυψη και την αντιμετώπιση όλων των παράνομων πράξεων. Ένα πρώτο αποφασιστικό χτύπημα πραγματοποιήθηκε – μένουν όμως πολλά ακόμη. Χαρακτηριστικά αναφέρω την ανάγκη διερεύνησης των οικονομικών πόρων της νέο-ναζιστικής οργάνωσης. Ο δημοκρατικός πολιτικός κόσμος πρέπει ενωμένος να αντιμετωπίσει τα θέματα των αναγκαίων νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως η ψήφιση αντιρατσιστικού νομοσχεδίου και η διακοπή της χρηματοδότησης της εγκληματικής οργάνωσης.
Ο αντιρατσιστικός νόμος, έχει αξία να ειπωθεί ακόμη μία φορά, δεν υποκαθίσταται από τον ποινικό κώδικα. Λειτουργούν συμπληρωματικά. Υπενθυμίζουμε ότι οι λόγοι που οδηγούν στην ανάγκη νέου αντιρατσιστικού νόμου είναι η περαιτέρω ανάπτυξη της αντιρατσιστικής νομοθεσίας, ο συγχρονισμός της με τις νομοθετικές ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η διεύρυνση των περιπτώσεων αξιόποινων εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας, η καθιέρωση της διοικητικής ευθύνης νομικών προσώπων για τις εμπίπτουσες στις διατάξεις του νόμου αξιόποινες πράξεις μελών τους, η αυστηροποίηση των ποινών, η τυποποίηση ως ποινικού αδικήματος του «εγκωμιασμού» και της « κακόβουλης άρνησης» της σημασίας των εγκλημάτων γενοκτονίας, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να διεγείρουν σε βιαιοπραγίες ή μίσος κατά μιας τέτοιας ομάδας ή μέλους της. Υποστηρίξαμε τότε, τη σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, μαζί με τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, που, δυστυχώς όμως, για συγκεκριμένους και γνωστούς λόγους δεν κατέστη δυνατό να προωθηθεί. Περιμένουμε να δούμε τώρα τι θα πράξει η κυβέρνηση. Έστω και εκ των υστέρων πρέπει να κατανοεί την ανάγκη περαιτέρω θεσμικής θωράκισης.
Επίσης το ζήτημα της χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό οργανώσεων με εγκληματική δράση, δεν μπορεί να αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης των δημοκρατικών πολιτικών δυνάμεων. Πολύς λόγος γίνεται για το κατά πόσο συνδέεται η οικονομική κρίση με την όξυνση αυτού του ζητήματος, με την άνοδο της επιρροής της Χρυσής Αυγής στην ελληνική κοινωνία. Βεβαίως συνδέεται. Όμως υπάρχουν παραδείγματα κοινωνιών πιο φτωχών από την δική μας που δεν οδηγούνται στον φασισμό. Φαίνεται πως η αύξηση της πολιτικής επιρροής της Χρυσής Αυγής είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Το κενό που αφήνει η υποχώρηση της Πολιτείας, η απίσχναση των δυνατοτήτων του κράτους, είναι το εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη τέτοιων φαινομένων. Για αυτό η αντιμετώπισή του προϋποθέτει πολυδιάστατες δράσεις.
Ταυτόχρονα πρέπει να αντιμετωπίζεται το ζήτημα της ασφάλειας ως δικαίωμα του πολίτη, με την ανασυγκρότηση των αρμόδιων υπηρεσιών, αλλά και με ολοκληρωμένες παρεμβάσεις σε ζώνες που αντιμετωπίζουν σοβαρό ζήτημα εγκληματικότητας. Η εξυγίανση του πολιτικού συστήματος, η αξιοπιστία της πολιτικής λειτουργίας είναι αναγκαίες συνθήκες για την αποδυνάμωση της αντικοινοβουλευτικής λογικής. Η ιδεολογική αντιπαράθεση όλων των δυνάμεων της δημοκρατίας με τις απάνθρωπες ιδέες της Χρυσής Αυγής είναι σημαντικό στοιχείο για την πολιτική και κοινωνική απομόνωσή της. Λύσεις υπάρχουν, αρκεί να είμαστε αποφασισμένοι και έτοιμοι να αναλάβουμε δράση. Αρκεί να ιεραρχήσουμε τα ζητήματα ψύχραιμα και με αυθεντικό αίσθημα ευθύνης. Στήριξη του έργου της δικαιοσύνης. Κοινό μέτωπο απέναντι στον νεοναζισμό, δημοκρατική εγρήγορση, συμπαράταξη σε ό,τι αφορά το πολιτικό σκέλος. Ανασυγκρότηση του κράτους ώστε να μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες. Να ξαναϋφάνουμε τον απαραίτητο δημοκρατικό ιστό της κοινωνίας μας».