Σφοδρότατη επίθεση Γ. Ελενόπουλου κατά ΜΜΕ για τις ΜΚΟ
Ο κ. Ελενόπουλος κάνει λόγο για «στημένα» και «κατασκευασμένα» θέματα, τα οποία στη συνέχεια «αναδεικνύονται». Καταφεύγουν, τονίζει, «σε γελοιότητες και ψεύδη χωρίς προηγούμενο για να χτυπήσουν τον Γιώργο Παπανδρέου».
Επιθέσεις που, όπως λέει, προέρχονται από "δήθεν αναμάρτητους", αλλά γνωστούς "αμαρτωλούς".
Αναφέρει επίσης ότι ορισμένοι σχολιαστές που μετέχουν σε αυτές τις επιθέσεις κατά του πρώην πρωθυπουργού, που γνωρίζουν τι συμβαίνει πραγματικά, αλλά προσποιούνται άγνοια, έχουν διαψευστεί πολλές φορές, αλλά δεν έχουν ζητήσει συγνώμη, γιατί στόχος τους «είναι να μείνει η μουτζούρα», και γιατί «έχουν μάθει να ενοχοποιούν». Γνωρίζουν επίσης ότι ΜΚΟ λειτουργούσαν και χρηματοδοτούνταν και την περίοδο 2004-2009, αλλά το αποκρύπτουν, προκειμένου να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η υπόθεση ΜΚΟ, με τα όποια αρνητικά της, ταυτίζεται με τον Γ. Παπανδρέου, ενώ αποκρύπτεται ο πολύ θετικός ρόλος τους στις διεθνείς σχέσεις της χώρας.
Ο κ. Ελενόπουλος αποδίδει όλη την εκστρατεία κατά του κ. Παπανδρέου σε «παρασιτικά κέντρα και κατεστημένα», τα οποία «κόπτονται για τη διαφάνεια», αλλά, στην πραγματικότητα», προσπαθούν «να κάνουν τις δουλειές τους πίσω από την κουρτίνα των δήθεν ευθυνών του κ. Γ. Παπανδρέου, που εξυφαίνεται καθημερινά από ΜΜΕ».
Το πρόβλημά τους, προσθέτει, δεν είναι η υπόθεση των ΜΚΟ. «Είναι ο φόβος που τους διακατέχει μπροστά στο ενδεχόμενο να αποκαλυφθεί ότι οι επιλογές τους δεν αφορούν τη χώρα και το δημόσιο συμφέρον».
Ο συνεργάτης του κ. Παπανδρέου κάνει επίσης λόγο για «πολιτική και ειδησεογραφία του μηδενισμού» που ακολουθούν κάποιοι «για να ισοπεδώσουν πρόσωπα και θεσμούς, η εύκολη σπίλωση του διπλωματικού σώματος, η συλλήβδην ενοχοποίηση της κοινωνίας των πολιτών- που προφανώς ενοχλεί αρκετούς, ο μηδενισμός της καθοριστικής δουλειάς που έγινε για την ελληνική παρουσία διεθνώς αλλά και την κοινωνική συνοχή στη χώρα μας, με τη δράση των μη κυβερνητικών οργανώσεων».
Όλα αυτά, προσθέτει, «αποτελούν μέρος μιας πολιτικής ασθένειας που σήμερα κυριαρχεί, δηλαδή, μιας φασίζουσας ισοπέδωσης προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένων πολιτικών στόχων, που υπονομεύει και κάθε έννοια δικαίου, όπως και δημοκρατικού πολιτισμού στη χώρα μας».
Αναφέρει επίσης ότι: «Η μεγάλη μάχη που έχουμε μπροστά μας, είναι η μάχη για την ελευθερία και τη δημοκρατία- κατά του φασισμού όλων των μορφών και σχηματισμών, που εμπεριέχει και την άκρατη και άκριτη καταγγελία χωρίς βάθος, χωρίς άλλη άποψη, με επιλεκτικά ή και κατασκευασμένα στοιχεία».
Επανερχόμενος σε όσα αποδίδονται στον κ. Παπανδρέου κατά τη θητεία του στο υπουργείο Εξωτερικών, αναφέρει:
«Σήμερα επιχειρείται να πληγεί αυτός που πρώτος προσπάθησε να βάλει μια τάξη στις σχέσεις κράτους- ΜΚΟ, από την πριν το 2004 περίοδο.
Επιχειρείται να πληγεί αυτός που η κυβέρνησή του έφερε το θέμα στη Βουλή για έλεγχο.
Επιχειρείται να πληγεί αυτός που επί των ημερών της κυβέρνησής του οδήγησε την υπόθεση σε διερεύνηση από τις αρμόδιες αρχές.
Επιχειρείται να πληγεί αυτός που με τις αποφάσεις της κυβέρνησής του, "ευθύνεται" γιατί δημιούργησε τουλάχιστον μια ντουζίνα νέους θεσμούς διαφάνειας, ελέγχου και αξιοκρατίας, σε λιγότερο από δύο χρόνια και σε περιβάλλον κρίσης, λιτότητας και σφοδρότατων αντιδράσεων εκ μέρους των δήθεν υπερασπιστών της αλήθειας.
Επιχειρείται να πληγεί αυτός που επιτέλους, κάτι έκανε».
Ενδιαφέρον έχουν και τα παραδείγματα που παραθέτει, όπως ο ισχυρισμός ότι την περίοδο της θητείας του κ. Παπανδρέου στο ΥΠΕΞ χρηματοδοτήθηκε από ΜΚΟ ο Κάρατζιτς. Αυτό έγινε, αναφέρει, όταν ο Γ. Παπανδρέου είναι γνωστό ότι αγωνίστηκε για τη μετάβαση της Σερβίας στη δημοκρατία και, τότε, κατηγορήθηκε από εκείνους οι οποίοι, σήμερα, «κόπτονται» για τη διαφάνεια.
Επίσης καταλογίστηκε στον κ. Παπανδρέου η χρηματοδότηση της καμπάνιας υπέρ του «ΝΑΙ» στο σχέδιο Ανάν. Αυτό, όταν είναι γνωστό ότι τότε υπήρχε κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή και υπουργός Εξωτερικών ήταν ο Πέτρος Μολυβιάτης.
Προβλήθηκε, από τα ΜΜΕ, ότι κάποιος διπλωμάτης είπε πως «φίλος της οικογένειας Παπανδρέου» έχει 50 ΜΚΟ. Ο διπλωμάτης ρωτήθηκε και είπε ακριβώς τα αντίθετα, αλλά αυτό αποσιωπάται. Ο κ. Ελενόπουλος ρωτά επίσης, «από πού εμφανίστηκε ξαφνικά αυτή η πηγή ενημέρωσης;».