Μανιάτης: Σύγκλιση ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας
«Πρόκληση» χαρακτήρισε ο υπουργός το δίκτυο NATURA 2000, που σε έκταση ξεπερνά το 33% της ελληνικής επικράτειας σε χερσαίες και θαλάσσιες εκτάσεις αναφέροντας πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες υπολογίζεται ότι με ετήσιο κόστος 5,8 δισεκατομμυρίων ευρώ η διαχείριση των 27.000 περιοχών NATURA σε πανευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να αποδώσει ετησίως οφέλη της τάξεως των 200-300 δισεκατομμυρίων ευρώ, από τη διατήρηση υπηρεσιών των οικοσυστημάτων. Ποσό που αναλογεί στο 1,7 - 2,5% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
«Κατά συνέπεια, η διαφύλαξη της βιοποικιλότητας δεν μπορεί παρά να αποτελεί πρώτη αναπτυξιακή προτεραιότητα», ανέφερε ο υπουργός ΠΕΚΑ, θέτοντας υπό την άμεση εποπτεία του τον εθνικό διάλογο.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα, οι επισκέπτες σε περιοχές του ευρωπαϊκού οικολογικού δικτύου NATURA φέρνουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη 50-85 δισ. ευρώ το έτος και υποστηρίζουν 4,5 - 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Κατεύθυνση, προς την οποία «πρέπει να βαδίσει και η χώρα μας», σύμφωνα με τον κ. Μανιάτη εξασφαλίζοντας, ωστόσο, παράλληλα, «τη βιώσιμη ανάπτυξη, την επιστημονική παρακολούθηση και ασφαλώς τη φύλαξη», όπως είπε.
Ο υπουργός εξέφρασε τη βούληση της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ, «να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση ενός συστήματος που θα αφορά το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών σε εθνικό επίπεδο», όπως είπε, με τελικό στόχο τη δημιουργία και τη θεσμοθέτηση ενός «λειτουργικού, συνεκτικού και αποτελεσματικού Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών».
Σημειώνεται τέλος, ότι στην ημερίδα που πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο του ΥΠΕΚΑ, υπό τον συντονισμό της γ.γ. του υπουργείου, Νάντιας Γιαννακοπούλου, συμμετείχε αντιπροσωπεία όλων των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών, στελέχη του ΥΠΕΚΑ και τα συναρμόδια υπουργεία, εκπρόσωποι πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, του ιδιωτικού τομέα, καθώς και όλων των μη Κυβερνητικών περιβαλλοντικών οργανώσεων.