Τσίπρας: «Το στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ αντίστοιχο με του Λούλα στη Βραζιλία»
«Τσίπρας: το στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαν κι εκείνο του Λούλα στη Βραζιλία» γράφει στο σημερινό της (14/01) φύλλο η εφημερίδα Il Manifesto, η οποία αναδημοσιεύει εκτενή αποσπάσματα του βιβλίου-συνέντευξη «Αλέξης Τσίπρας, η Αριστερά μου» (Alexis Tsipras, la mia Sinistra) του δημοσιογράφου Θεόδωρου Ανδρεάδη-Συγγελλάκη, που κυκλοφορεί από σήμερα στην Ιταλία από τις εκδόσεις Bordeaux.
Για το πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα επιλέγει τον τίτλο «το Μέλλον είναι τώρα», με φωτογραφία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ σε κεντρική θέση.
Αναλυτικά, στα αποσπάσματα του βιβλίου που δημοσιεύει η Il Manifesto, τονίζεται:
Ερ: Η ενίσχυση της Αριστεράς εξακολουθεί να είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη;
Απ: Πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου ότι υποχρεούμαστε να ενδυναμώνουμε μεταξύ των υποστηρικτών μας μία ολοένα και πιο δημοκρατική, ριζοσπαστική και προοδευτική συνείδηση. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, καθώς επίσης και ένα ποσοστό των υποστηρικτών μας, έχουν απορροφήσει συντηρητικές ιδέες, ότι υπήρχε ένα είδος αποκαλούμενης προόδου, που είχε ως σημείο αναφοράς τον συντηρητισμό.
Πρέπει, επιπλέον, να διαχωρίσουμε την έννοια που έχει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, από τον κίνδυνο κατάχρησης εξουσίας από την Αριστερά. Η εξουσία είναι κάτι πιο σύνθετο, που δεν ασκείται μόνο από όποιον κυβερνά. Έχει να κάνει με τις κοινωνικές δομές, με αυτούς που ελέγχουν τα μέσα παραγωγής. Εμείς θα διεκδικήσουμε τη διακυβέρνηση της χώρας, έτσι ώστε να μπορέσουμε να ξεκινήσουμε -από θέση ισχύος- τη μεγάλη ιδεολογική, αλλά και κοινωνική μάχη που θα οδηγήσει στις κοινωνικές αλλαγές και μετασχηματισμούς που θα δώσουν την εξουσία στην πλειοψηφία των πολιτών, αφαιρώντας την από τη μειοψηφία.
Αλλά ο κόσμος πρέπει να καταλάβει ότι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί στην κυβέρνηση δεν σημαίνει αυτομάτως ότι η εξουσία θα πάει στο λαό. Αυτό σημαίνει, βέβαια, ότι θα αρχίσει ένας αγώνας, μια μακρά πορεία που θα φέρει και αντιθέσεις -μια διαδρομή δεν είναι πάντα γραμμική- αλλά σίγουρα θα χαρακτηρίζεται από τη διαρκή προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να πείσει όλο και μεγαλύτερες δυνάμεις, να αυξήσει την πλειοψηφική του δύναμη και τη συναίνεση προς το πρόγραμμά του, με την υποστήριξη κοινωνικών δυνάμεων όλο και ευρύτερων.
Όλα αυτά, για να είμαστε σε θέση να κάνουμε απολύτως απαραίτητα βήματα προόδου. Περιγράφω μία πορεία που ακολουθούν αριστερά κόμματα και κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, αν και αντιλαμβάνομαι ότι, εν μέρει, είναι μια πραγματικότητα που μπορεί να μην γνωρίζει όποιος ζει την ευρωπαϊκή καθημερινότητα.
Ξέρω ότι το μεγάλο ερώτημα που προκαλεί τόσο ισχυρό ενδιαφέρον για εμάς, είναι το πώς όλα αυτά μπορούν να γίνει πραγματικότητα στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν είναι ένας μοναχικός παίκτης.
Ερ: Είναι μια πραγματικότητα που τα τελευταία χρόνια θέτει και σοβαρούς περιορισμούς, από οικονομικής άποψης...
Απ: Απολύτως. Και γι αυτόν τον λόγο πιστεύω ότι είναι μία προϋπόθεση εκ των ουκ άνευ, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει να ακολουθεί μια γόνιμη πορεία, να μπορέσει να κερδίσει, από τη μία πλευρά, τη συναίνεση της πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας και από την άλλη, να εξασφαλίσει μία πλειοψηφική υποστήριξη και στην Ευρώπη. Είναι ξεκάθαρο ότι η προτεραιότητα αυτή τη στιγμή, δεν είναι σοσιαλισμός, αλλά το τέλος της λιτότητας.
Ερ: Το γεγονός ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ προέρχονται τόσο από τον κομμουνιστικό χώρο, όσο και από το προοδευτικό κέντρο, είναι ένα πλεονέκτημα ή ένα πρόβλημα;
Απ: Πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να φτάσει από το 4% στο 27%, διότι είχαμε την πολιτική ικανότητα να εντοπίσουμε πολύ γρήγορα τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές, που προκάλεσαν την κρίση. Εννοώ την κατάρρευση, την καταστροφή των κοινωνικών υποκειμένων, που προκλήθηκε από την πολιτική των μνημονίων.
Παράλληλα, προσφέραμε μία πολιτική διέξοδο σε όλους τους πολίτες που είχαν την ανάγκη να εκφραστούν, προκειμένου να σταματήσει αυτή τη διαδικασία καταστροφής. Βρεθήκαμε, λοιπόν, με τρόπο σχεδόν «βίαιο», ξαφνικό από το 4% στο 27%, και αυτός ο «βίαιος» τρόπος εξακολουθεί να μας δοκιμάζει, διότι μας αναγκάζει να αλλάξουμε προσανατολισμό. Είχαμε το ένστικτο να κατανοήσουμε, να εκφράσουμε και να εκπροσωπήσουμε τα συμφέροντα κοινωνικών ομάδων που έμειναν χωρίς πολιτική εκπροσώπηση, χωρίς ένα σπίτι, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι δεν είχαμε την κουλτούρα ενός κόμματος που διεκδικεί την εξουσία.
Είχαμε συμπαραταχθεί, είχαμε ταχθεί όλοι με την Αριστερά -και εγώ, φυσικά- και είχαμε αποδεχθεί και υποστηρίξει έναν τρόπο ζωής, που είχε να κάνει κυρίως με την αντίσταση, με την καταγγελία και μια θεωρητική προσέγγιση που τείνει προς μία «άλλη» κοινωνία. Δεν είχαμε αντιμετωπίσει, όμως, την πρακτική ανάγκη να προστίθεται κάθε μέρα ένα μικρό λιθαράκι για την οικοδόμηση αυτής της «άλλης» κοινωνίας, για την οποία μιλούσαμε, ειδικά σε μια δύσκολη περίοδο, όπως αυτή που βιώνουμε.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αύριο κληθεί να κυβερνήσει, θα αναγκαστεί να αντιμετωπίσει μία κοινωνική κατάσταση, μια πραγματικότητα δραματική: με την πραγματική ανεργία στο 30%, με μία πλατειά φτωχοποίηση, με την παραγωγική βάση σχεδόν κατεστραμμένη. Και θα πρόκειται, χωρίς αμφιβολία, για μία τεράστια πρόκληση, ιστορικής σημασίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι θα είναι μια πρόκληση παρόμοια με εκείνη της Βραζιλίας του Λούλα, όταν εξελέγη Πρόεδρος.
Εμείς, εννοώ η Αριστερά στο σύνολό της, πρέπει να προσπαθήσουμε (χωρίς να βρεθούμε στην πολύ δύσκολη θέση και στον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου), να διατηρήσουμε τη συνοχή των κοινωνικών ομάδων, εντός ενός σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, εκδημοκρατισμού και εξόδου από την κρίση. Και αυτό είναι σαφώς ένα δύσκολο εγχείρημα.
Ερ: Βλέποντας τα πράγματα από έξω, μπορεί να δει κανείς τον ΣΥΡΙΖΑ ως μοναδική σχεδόν περίπτωση, καθώς δεν ανήκει στην οικογένεια της σοσιαλδημοκρατίας, δεν ταυτίζεται με τις θέσεις των παραδοσιακά κομμουνιστικών κομμάτων και προσπαθεί να χαράξει μια νέα πορεία, δημιουργώντας έναν νέο χώρο μεταξύ αυτών των δύο μεγάλων οικογενειών.
Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ένα πείραμα, που επιδιώκει να αναθεωρήσει τις θέσεις της Αριστεράς, επιχειρώντας να βάλει μαζί, στην πραγματικότητα, τα «δυνατά σημεία» της και την ανάγκη για εκσυγχρονισμό;
Απ: Μπορούμε να πούμε ότι είναι έτσι, αλλά αυτό είναι μια διαδικασία που ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ‘90, όταν στην Ελλάδα δημιουργήθηκε ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου, ο Συνασπισμός. Μιλάμε για την περίοδο που στην Ευρώπη, μια σειρά από μετα-κομμουνιστικά κόμματα προσπαθούσαν, μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, να θέσουν την ιδεολογική και πολιτική πορεία τους, πηγαίνοντας πέρα από τα όρια της σοσιαλδημοκρατίας και του δρόμου που ακολουθείτο μέχρι τότε από τα κόμματα του κομμουνιστικού πεδίου.
Είναι εκείνη την περίοδο που ιδρύθηκε και το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, το οποίο περιελάμβανε και εξακολουθεί να περιλαμβάνει και ορισμένα κομμουνιστικά κόμματα. Είναι κόμματα, ωστόσο, που έχουν κάνει μια σοβαρή αυτοκριτική σχετικά με τη σταλινική περίοδο και ανανεώσει τον τρόπο ερμηνείας και αντίληψης της πραγματικότητας. Μεταξύ των μελών του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, βέβαια, υπάρχουν και δυνάμεις, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, η εξέλιξη του Συνασπισμού.
Θα μπορούσαν να πουν, ίσως, κάποιοι, ότι αυτή η ιδεολογική πορεία κατάφερε να ανασυγκροτήσει δυνάμεις που ανήκαν σε μια Αριστερά αποδυναμωμένη και σε αποδιοργάνωση, η οποία δεν κατάφερνε να ξεπεράσει το 6% ή 7%. Τώρα, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικεί τη διακυβέρνηση της Ελλάδας. Εγώ εκτιμώ ως κάτι πολύ θετικό το γεγονός ότι το κόμμα μας είναι νέο, αλλά κουβαλάει μια μακρά παράδοση. Οι ρίζες του βρίσκονται στον προηγούμενο αιώνα, αλλά αυτό που έχουμε είναι στην πραγματικότητα ένα κόμμα νέο.
Εξίσου θετικό είναι το γεγονός ότι δεν ανήκει στο μπλοκ των δυνάμεων, που συνεχίζουν να ακολουθούν την κομμουνιστική ορθοδοξία, και ότι δεν αποτελεί μέρος της σοσιαλδημοκρατικής οικογένειας.
Μιλάμε, φυσικά, για μια σοσιαλδημοκρατία που αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος της σημερινής κρίσης και που έχει μεγάλη ευθύνη για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη.
Πρόκειται για μια σοσιαλδημοκρατία «γενετικά μεταλλαγένη», που έχει υιοθετήσει σχεδόν ολόκληρο το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και τα άλλα κόμματα της νέας Ευρωπαϊκής Αριστεράς δεν φέρουν στους ώμους τους το βάρος των «προπατορικών αμαρτημάτων», «προπατορικό αμάρτημα» κάποιων παραδοσιακών δυνάμεων. Την ίδια στιγμή, δεν είναι υπεύθυνα για τα μεγάλα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από την σοσιαλδημοκρατία της εποχής, που ζούμε.
Μπορούμε, δηλαδή, να προσφέρουμε μια ευρύτερη προοπτική, να συνθέσουμε και να ενώσουμε δυνάμεις ακόμη μεγαλύτερες από εκείνες που συγκεντρώνονται κατά παράδοση στο σοσιαλιστικό μπλοκ.
Σε όποιον τονίζει ότι είμαστε ένα φιλοευρωπαϊκό κόμμα -το οποίο αντιλαμβάνεται την κατάσταση που έχει προκύψει με δεδομένη την πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης- αλλά δεν ανήκουμε σε καμία μεγάλη πολιτική οικογένεια στην Ευρώπη, θα ήθελα να θυμίσω αυτό: το 1981 και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου βρισκόταν ακριβώς στη δική μας κατάσταση: δε ανήκε, στην πραγματικότητα, ούτε στη Σοσιαλιστική Διεθνή, ούτε στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ούτε ακόμη και στη σοσιαλιστική αριστερά.