Βέλγιο: «Επικίνδυνα παιχνίδια των εταίρων κατά της Ελλάδας»
Σε δημοσίευμα στη βελγική εφημερίδα Le Soir, με τίτλο «Ελλάδα: Η θηλιά στο λαιμό, μια επικίνδυνη στρατηγική», ο καθηγητής Ερίκ Ντορ κάνει λόγο για «επικίνδυνα παιχνίδια» που ελλοχεύουν κινδύνους όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για άλλα ευρωπαϊκά κράτη και τις τράπεζές τους.
Ο οικονομολόγος εξηγεί πως το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας είναι στην ουσία προσωρινό γιατί το δημιουργούν δάνεια περίπου 20 δισ. ευρώ που λήγουν φέτος. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών αφορά τα χορηγηθέντα από το ΔΝΤ στο πρώτο πρόγραμμα στήριξης, καθώς και ομόλογα 6,6 δισ., που κατέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τα οποία πρέπει να αποπληρωθούν στις 20 Ιουλίου και στις 20 Αυγούστου.
«Από το 2016, τα ποσά που θα πρέπει να επιστρέφονται θα είναι πολύ χαμηλότερα. Η Ελλάδα θα είναι σε σχετικά άνετη θέση με περιορισμένες ανάγκες σε ρευστότητα», αναφέρει ο καθηγητής και, ως εκ τούτου, αναρωτιέται: «Πώς μπορούμε να μη θεωρήσουμε ότι οι διεθνείς πιστωτές επωφελούνται από αυτή τη δύσκολη στιγμή για να πιέσουν την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα και να την εξαναγκάσουν να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, των οποίων η αποτελεσματικότητα είναι αβέβαιη»;
Για τον Eρίκ Ντορ οι εταίροι της Ελλάδας θα ήταν καλύτερα να καταβάλουν τα 7,2 δισ. ευρώ που υποσχέθηκαν, καθώς οι σημερινές οικονομικές δυσκολίες της Ελλάδας οφείλονται κυρίως στο πάγωμα της καταβολής τους. «Πριν λίγο καιρό, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι μια προληπτική πιστωτική γραμμή, που χορηγείται υπό ορισμένους όρους, θα αρκούσε. Σήμερα, ένα τρίτο πρόγραμμα στήριξης μοιάζει σχεδόν αναπόφευκτο. Τόσο πολύ έχει φθίνει η εμπιστοσύνη των αγορών λόγω του ελληνικού χρέους», υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Τέλος, ο Ερίκ Ντορ παρόλο που δεν αμφισβητεί ότι ο κίνδυνος μετάδοσης σε άλλες περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης είναι μάλλον περιορισμένος, εν μέρει λόγω του προγράμματος μαζικής εξαγοράς κρατικών τίτλων που έχει ξεκινήσει η ΕΚΤ, κάνει λόγο για πιθανές σοβαρές συνέπειες για την Ευρωζώνη από ενδεχόμενη ελληνική χρεοκοπία.
«Η μεγαλύτερη ζημιά θα ήταν η αμφισβήτηση του αμετάκλητου χαρακτήρα του ευρώ. Και τότε, μια ερώτηση θα στοίχειωνε τις αγορές: Ποιος θα είναι ο επόμενος που θα εγκαταλείψει το ενιαίο νόμισμα», καταλήγει χαρακτηριστικά.