Αδιαπραγμάτευτος στόχος της κυβέρνησης η ενιαία συμφωνία
Το Μαξίμου, έτσι, δεν επιδιώκει «απλώς μια βραχυπρόθεσμη χρηματοδοτική ανάσα», αλλά να αντιμετωπιστεί «άμεσα και με μακροπρόθεσμη προοπτική το χρηματοδοτικό πρόβλημα του ελληνικού δημοσίου έως ότου βγούμε με ασφάλεια στις αγορές».
Παράλληλα, η κυβέρνηση δεν διαπραγματεύεται μια συμφωνία σε δύο ή τρεις φάσεις προκειμένου να εξασφαλίσει προσωρινά την πληρωμή κάποιας δόσης, καθώς «αυτή η λογική, που εφάρμοσε η προηγούμενη κυβέρνηση Σαμαρά/Βενιζέλου, οδηγεί συνεχώς σε νέα μέτρα και ακόμα μεγαλύτερη οικονομική ασφυξία».
Αντίθετα, ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο του επιδιώκουν, με την ενιαία συμφωνία, να τερματιστεί η λιτότητα, να αποκατασταθεί η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία και να ανοίξει η προοπτική ανάπτυξης για την χώρα.
Χαρακτηριστική είναι άλλωστε η αποστροφή του Αλέξη Τσίπρα από το βήμα του Economist για τη συμφωνία που επιδιώκει η ελληνική κυβέρνηση, ξεκαθαρίζοντας πως οι τέσσερις προϋποθέσεις για την επίτευξή της είναι:
- Τα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, κυρίως φέτος και το 2016, ώστε να διασπάσουμε το μηχανισμό αναπαραγωγής της λιτότητας και να ανακτήσουμε τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο.
- Να μην έχουμε δεσμεύσεις, υποχρεώσεις για νέες περικοπές. Καμία νέα περικοπή σε μισθούς και συντάξεις, σε μέτρα, δηλαδή, που θα εντείνουν την κοινωνική ανισότητα και θα ξαναφέρουν την οικονομία στο σπιράλ της ύφεσης.
- Αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους ώστε να μπει τέλος στο φαύλο κύκλο της τελευταίας πενταετίας όπου η χώρα αναγκάζεται διαρκώς να παίρνει νέα δάνεια για να ξεπληρώνει τα προηγούμενα.
- Ισχυρό Πρόγραμμα επενδύσεων, συντονισμένη χρηματοδότηση επενδύσεων, ιδίως στις υποδομές και τις νέες τεχνολογίες».
Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση επιμένει να αρνείται τις ομαδικές απολύσεις, θέλει την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, καθώς και τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ διαπραγματεύεται τους όρους των αποκρατικοποιήσεων στα γνωστά πεδία.
«Είμαστε κοντά σε συμφωνία»
Η πορεία των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς ήταν και το αντικείμενο της νέας σύσκεψης στο υπουργείο Οικονομικών, αργά το μεσημέρι της Τρίτης, ενώ αύριο, Τετάρτη, αρχίζουν εκ νέου στις Βρυξέλλες οι διαβουλεύσεις σε επίπεδο Brussels Group, με φυσική παρουσία των δύο πλευρών.
Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης και οι υπουργοί Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, Ανάπτυξης, Γιώργος Σταθάκης, και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και συντονιστής των διαπραγματεύσεων Ευκλείδης Τσακαλώτος.
«Η συμφωνία θα μπορούσε να έχει κλείσει προ πολλού εάν υπήρχε πολιτική βούληση» των εταίρων, εκτίμησε υψηλόβαθμος κυβερνητικός παράγοντας, ο οποίος συμμετείχε στην ευρεία σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Οικονομικών με αντικείμενο την πορεία των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς.
Σύμφωνα, επίσης, με το ίδιο κυβερνητικό στέλεχος, για τα δημοσιονομικά μεγέθη οι εταίροι είχαν λάθος στατιστικά στοιχεία και η ελληνική πλευρά παρέσχε τα δικά της στοιχεία, ενώ τώρα υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία ότι «κλείνουμε». Αντίθετα, άλλα «καυτά» ζητήματα, όπως τα εργασιακά, δεν είναι στο τραπέζι των συζητήσεων.
Άλλο κυβερνητικό στέλεχος, το οποίο μετείχε επίσης στη σύσκεψη, ανέφερε ότι «στην Ευρώπη σε υψηλό επίπεδο θέλουν λύση στο ελληνικό θέμα και ειδικά ο Γιούνκερ βοηθά στη διαπραγμάτευση».
Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχουν διαφορές και μεταξύ των εταίρων, καθώς «το ΔΝΤ είναι "light" στο ζήτημα του χρέους και σκληρό στις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και η Κομισιόν το αντίθετο. Ωστόσο, η Ελλάδα και στις δύο περιπτώσεις παίρνει τη σκληρή πλευρά». Εκτίμησε δε, ότι εταίροι «θα το τραβήξουν έως την τελευταία στιγμή για να κλείσουμε».
Σε κάθε περίπτωση, η έντονη κινητικότητα σε εσωτερικό και εξωτερικό με αλλεπάλληλες συσκέψεις, τηλεδιασκέψεις και ανταλλαγή επιστολών και στοιχείων συνάδει απολύτως με τις δηλώσεις από Έλληνες και Ευρωπαίους αξιωματούχους ότι η συμφωνία εταίρων-Αθήνας βρίσκεται κοντά, δεδομένης και της ασφυκτικής κατάστασης της ρευστότητας στην Ελλάδα.