Φωτίου: Οι εταίροι επιμένουν στις πολιτικές που δημιούργησαν την ελληνική τραγωδία
Επίθεση στους εταίρους εξαπέλυσε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Θεανώ Φωτίου, κατά τη διάρκεια συναντήσεων που πραγματοποίησε στο Βερολίνο, όπου συζητήθηκε η πορεία των διαπραγματεύσεων και η τρέχουσα πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα.
«Έχουμε διανύσει τα 4/5 της απόστασης που μας χώριζε από τους εταίρους και τους καλούμε να κάνουν ένα βήμα και να μην επιμείνουν στις πολιτικές που δημιούργησαν τη σύγχρονη ελληνική τραγωδία» είπε χαρακτηριστικά.
Στη συνάντηση που είχε με την πρόεδρο του Die Linke Κatja Kipping η κ. Φωτίου επεσήμανε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ «είναι η μοναδική αριστερή κυβέρνηση στην ΕΕ που δίνει σκληρή μάχη να βγάλει τη χώρα από την κρίση με την κοινωνία όρθια. Ταυτόχρονα σε κοινή δράση και αλληλεγγύη με την ευρωπαϊκή αριστερά παλεύουμε για μια άλλη Ευρώπη. Δημοκρατική, αλληλέγγυα με ανοιχτά σύνορα και κοινωνική δικαιοσύνη».
Σε άλλη ομιλία της σε συνέντευξη Τύπου στην Πορεία Αλληλεγγύης στην Ελλάδα η αναπληρώτρια υπουργός ανέφερε ότι η αλληλεγγύη των λαών της Ευρώπης είναι το πιο ισχυρό όπλο στις διαπραγματεύσεις που διεξάγει ο ελληνικός λαός. Στη συνέχεια η κ. Φωτίου τόνισε ότι «η διαπραγμάτευση για μια συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων έχει μπει στην τελική και πιο κρίσιμη φάση της και ότι οι προτάσεις 47 σελίδων που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά μια συμφωνία επώδυνα πολιτικά και οικονομικά για την κυβέρνηση, που όμως αποτελούν το προϊόν των κοινών διαπραγματεύσεων.
Στη συνέχεια ανέφερε ότι η θεραπεία απέτυχε και σκοτώνει τον ασθενή και ο ελληνικός λαός ούτε θέλει ούτε μπορεί να συνεχίσει αυτή τη θεραπεία. Συνεχίζοντας δήλωσε «ζητάμε από τους λαούς να συναινέσουν σε 4 σημεία, χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ρύθμιση χρέους, όχι περαιτέρω μείωση σε μισθούς και συντάξεις και αναπτυξιακή πολιτική για επενδύσεις».
Μετά τη συνέντευξη Τύπου η κ. Φωτίου συναντήθηκε με τον Reiner Hoffmann τον πρόεδρο της Συνομοσπονδίας των Γερμανικών Συνδικάτων (DGB) ο οποίος μετέφερε την αλληλεγγύη των γερμανικών συνδικάτων στην Ελλάδα και δεσμεύτηκε να μιλήσει σε οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες της χώρας του για την εξεύρεση μια βιώσιμης λύσης για την Ελλάδα και τη διερεύνηση επενδυτικών σχεδίων για την Ελλάδα.