2000-2015: Σκάνδαλα και λίστες - φαντάσματα κάτω από το χαλί της διαφθοράς
ΠΩΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΑΝΗΓΑΓΑΝ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΕ ΦΕΝΑΚΗ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΟΥΝ ΤΙΣ ΛΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ (ΛΑΓΚΑΡΝΤ-ΦΑΛΤΣΙΑΝΙ, LUXLEAKS KAI SWISSLEAKS) – ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗ ΛΙΣΤΑ ΤΗΣ ΡΗΝΑΝΙΑΣ
Του Χρήστου Θ. Παναγόπουλου
Ένας παλιός – σχεδόν αξιωματικός κανόνας – στη Δημοσιογραφία λέει ότι «όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει σίγουρα και φωτιά». Πόσω δε μάλλον όταν η δημοσιογραφική έρευνα στρέφεται γύρω από τις διαβόητες λίστες και τους καταλόγους με χιλιάδες ονόματα καταθετών σε ξένες τράπεζες, οι οποίοι για χρόνια ολόκληρα διακινούσαν σημαντικά ποσά από την Ελλάδα στο εξωτερικό.
Επιχειρηματίες, τεχνοκράτες και πολιτικοί συνθέτουν το «παλμαρέ» μιας σειράς ανθρώπων που πρωταγωνίστησαν στη οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας και τα ονόματα των οποίων φιγουράριζαν στη λίστα Λαγκάρντ (ή λίστα Φαλτσιανί), στη λίστα του Λουξεμβούργου (Luxleaks) ή στην αντίστοιχη της τράπεζας HSBC (πιο γνωστή και ως Swissleaks).
Μόλις χθες, Τρίτη (02/12/2015) έγινε γνωστό μέσω δημοσιευμάτων του ηλεκτρονικού Τύπου ότι η έρευνα σε νέες λίστες αυτού του είδους, που παρέδωσαν στο υπουργείο Οικονομικών οι ομοσπονδιακές φορολογικές αρχές της Γερμανίας και δη του κρατιδίου της Ρηνανίας-Βεστφαλίας, επικεντρώνεται σε πολιτικά πρόσωπα που στα μέσα της δεκαετίας του 2000 κινούνταν στους χώρους του ΠΑΣΟΚ, κυρίως, και της Νέας Δημοκρατίας. αλλά και σε πλήθος πρωταγωνιστών της επιχειρηματικής ζωής αυτής της περιόδου.
Μάλιστα, σημειώνεται ότι ήδη τόσο ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Τρύφων Αλεξιάδης αλλά και ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος έχουν ζητήσει αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη Νίκο Τόσκα να επιτρέψει τη συνδρομή της Οικονομικής Αστυνομίας στις έρευνες. Και έτσι, εγένετο ακόμη μία λίστα, αυτή της Ρηνανίας, με αντικείμενο έρευνας τις σκοτεινές διαδρομές ποσών που ξεπερνούν τα 6,8 δισ. ελβετικά φράγκα (περίπου 6,23 δισ. ευρώ).
Αφορούν δε σε επιχειρηματικές δραστηριότητες αλλά και σε «αμαρτωλές» συμβάσεις και μίζες επί εξοπλιστικών προγραμμάτων, στις οποίες εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα, παλιοί πρωταγωνιστές και γνώριμοι, τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από τη ΝΔ.
Κάτω απ' το «χαλί της διαφθοράς»
Στο σημείο αυτό, τίθεται εύλογα το εξής ερώτημα: Δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια, πολλές λίστες, στικάκια USB, κατάλογοι και τεφτέρια αλλά η ουσία πού βρίσκεται τελικά; Κάθε φορά που κάποια κυβέρνηση στην Ελλάδα δείχνει να θέλει να τινάξει δυνατά το «χαλί της διαφθοράς», όλα σταματούν και «παγώνουν» ξαφνικά ως διά μαγείας, αφού πρώτα έχει παιχτεί για τα καλά το κλασικό επικοινωνιακό παιχνίδι με τη μόνιμη επωδό του «εμείς θα τα βγάλουμε όλα στη φόρα».
Φανταστείτε το σαν μια βρώμικη και σκονισμένη φλοκάτη: Γιατί, κάτω απ' το χαλί κρύβεται ένα σωστό χάλι και κυρίως οι αμαρτίες ενός διεφθαρμένου πολιτικοοικονομικού συστήματος που για χρόνια ολόκληρα διαπλεκόταν ανερυθρίαστα και αγόγγυστα σε βάρος των Ελλήνων πολιτών.
Και αυτό, ακριβώς, το χάλι ήταν που συντηρούσε και εξακολουθεί να συντηρεί την πεποίθηση ότι η ατιμωρησία στην Ελλάδα είναι κάτι παραπάνω από νόμος: Έχει καταστεί δεύτερη φύση, ιδίως όταν πρόκειται για τους ταγούς της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας.
Το πηγαίο ερώτημα
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι τα ευρήματα που προκύπτουν από τις λίστες αυτές είναι σημαντικά, όπως και τώρα που «τρέχει» η υπόθεση με τη λίστα της Ρηνανίας. Όμως, όσο σπουδαία και ενδιαφέρονται κρύβονται στις μαύρες διαδρομές των δισεκατομμυρίων, όλα – μα όλα όμως – ξαναγυρίζουν στο πηγαίο ερώτημα: πολιτική βούληση υπάρχει; Κι αν ναι, θα φτάσει ποτέ το μαχαίρι ως το κόκκαλο ή απλώς και η τωρινή συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα πετάξει στον ουρανό, άλλο ένα εντυπωσιακό, αλλά κενό ουσίας και νοήματος, «πυροτέχνημα»;
Τους πολίτες αυτής της χώρας δεν μπορεί πλέον κανείς να τους γελάσει. Δεν είναι ηλίθιοι, ούτε έχουν κατεβεί από άλλο πλανήτη. Δεν είναι καχύποπτοι, αλλά υποψιασμένοι. Και αυτό θα πρέπει να το λάβει πολύ σοβαρά υπ’ όψιν του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προτού κάνει άλλη μία γκάφα.
Σε τελευταία ανάλυση, όσο γυαλιστερό χαρτί κι αν ενδυθεί εξωτερικά ένα ήδη απαξιωμένο πολιτικοοικονομικό σύστημα, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσει την ουσία των πραγμάτων και την αλήθεια. Και σίγουρα, οποιαδήποτε προσπάθεια ρίψης νέων «πυροτεχνημάτων» από την πλευρά της κυβέρνησης το απαξιώνει ακόμη περισσότερο.