Το καλό και το κακό σενάριο για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ το 2016
Όλοι οι δρόμοι της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ περνούν από τον «κάβο» του Ασφαλιστικού – Σε τι ποντάρει ο Τσίπρας και τι φοβάται με την έλευση του νέου χρόνου
Του Χρήστου Θ. Παναγόπουλου
Ο «γόρδιος δεσμός» του Ασφαλιστικού, που για χρόνια κυβερνήσεις τον άφηναν προς επίλυση για τον επόμενο που θα ερχόταν στα πράγματα, μεταθέτοντας απλά το πρόβλημα στις καλένδες και τελικά στο διηνεκές, βρίσκεται πλέον στα χέρια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με φόντο τις σκληρές απαιτήσεις των δανειστών και τις επαχθείς διατάξεις του «Μνημονίου 3».
Ο κ. Τσίπρας το γνωρίζει καλά και πολλοί στην κυβέρνησή του έχουν αρχίσει να το αντιλαμβάνονται: εάν δεν ξεπεραστεί ο «κάβος» του Ασφαλιστικού, τότε το κυβερνητικό σχήμα, υπό την παρούσα μορφή και σύνθεση, θα αρχίσει να μετρά μέρες αντίστροφα.
Το σκεπτικό του πρωθυπουργού σε πέντε σημεία
Όσοι γνωρίζουν καλά τον πρωθυπουργό, επισημαίνουν πως το στοίχημά του, ότι η κυβέρνηση μπορεί να τα καταφέρει και να βγει στ’ ανοιχτά, εδράζεται σε πέντε κύρια σημεία.
Το πρώτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι η κυβέρνηση μετρά μόλις λίγους μήνες ζωής, έχει νωπή λαϊκή εντολή μετά τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, με τις οποίες ενέδυσε με το μανδύα της πολιτικής νομιμοποίησης τη μνημονιακή στροφή της μετά το «πρώτη φορά Αριστερά».
Το δεύτερο σημείο έχει να κάνει με το ότι η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση δεν φαίνεται να εκφράζεται, προς το παρόν, ως κοινωνική αναταραχή, χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι τα πράγματα δεν μπορούν ανά πάσα ώρα και στιγμή να αλλάξουν άρδην.
Το τρίτο σημείο αφορά στην αποχώρηση του πάλαι ποτέ «σκληροπυρηνικού αντιμνημονιακού τμήματος» του ΣΥΡΙΖΑ (Βαρουφάκης, Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου, Στρατούλης, Λαπαβίτσας), το οποίο – με εξαίρεση τη μη συμμετοχή του πρώην υπουργού Οικονομικών – μετασχηματίστηκε στη Λαϊκή Ενότητα. Όμως και αυτή, στον απόηχο των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου απέτυχε να εκφράσει το αντιμνημονιακό συναίσθημα, μην προτείνοντας σαφείς λύσεις για τον λεγόμενο «άλλο ή τρίτο δρόμο» απέναντι στην κρίση.
Μια τέταρτη παράμετρος αφορά στο ένστικτο πολιτικής αυτοσυντήρησης των βουλευτών της συμπολίτευσης, ενώ η πέμπτη αφορά σε αυτόν καθαυτό τον κομματικό πατριωτισμό της Αριστεράς.
Ωστόσο, όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά διαπιστώσεις μιας χρονιάς που φεύγει. Το 2016 κρύβει μέσα του ένα καλό κι ένα κακό σενάριο. Και τα δύο έχουν ως αφετηρία την έκβαση της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης και, κυρίως, τον τρόπο με τον οποίο, ο κ. Τσίπρας θα χειριστεί το ζήτημα των «κόκκινων γραμμών» απέναντι στις απαιτήσεις του Κουαρτέτου των Θεσμών (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ και ESM).
Το καλό σενάριο
Ξεκινώντας από το καλό σενάριο, εάν η κυβέρνηση βρει λύση με τους δανειστές και περάσει αναίμακτα την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, έχει βάσιμες πιθανότητες να διατηρηθεί στην εξουσία.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η κυβέρνηση θα έχει μπροστά της πέντε πλεονεκτήματα, έστω κι αν αυτά θα λογίζονταν στην παρούσα φάση ως «σχέδια επί χάρτου»:
Α. Η αύξηση του τουρισμού. Μια άνοδος των τουριστικών ρευμάτων από την άνοιξη θα δώσει ανάσα στην ελληνική οικονομία, μιας και ο τουρισμός θεωρείται «δυνατό χαρτί».
Β. Τα όποια οφέλη προκύψουν από τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που εκπονεί η ΕΚΤ. Η κυβέρνηση εκτιμά πως τα κέρδη θα φτάσουν αρχικά τα 3,5 δισ. ευρώ.
Γ. Η αναδιάρθρωση του χρέους, με απώτερο στόχο την επάνοδο της χώρας στις διεθνείς αγορές
Δ. Η επαναφορά του επενδυτικού ενδιαφέροντος και
Ε. Η επιστροφή των καταθέσεων του εξωτερικού στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Το κακό σενάριο
Όμως κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Εάν η κυβέρνηση δεν βρει τρόπους να κατευνάσει την ακόρεστη μανία των δανειστών για περισσότερα μέτρα και κατά συνέπεια περισσότερο «αίμα», τότε θα είναι σα να παίζει με τη φωτιά.
Οι Θεσμοί ζητούν απελευθέρωση των απολύσεων και των πλειστηριασμών, καθώς και οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το ήδη διάτρητο κράτος πρόνοιας και την ευαίσθητη πλέον κοινωνική συνοχή.
Σε εκείνο, ακριβώς, το σημείο οι κυβερνώντες «φλερτάρουν» ανοικτά με μια ενδεχόμενη κοινωνική έκρηξη, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε μια νέα περίοδο πολιτικοοικονομικής αστάθειας, με ολέθριες συνέπειες για το βραχυπρόθεσμο μέλλον.
Το ότι ένας λαός δεν αντιδράει σε μια δεδομένη στιγμή, δεν συνεπάγεται ότι κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Πόσω δε μάλλον, όταν η σιωπή ερμηνεύεται ως ανοχή, οι καταστάσεις είναι μάλλον απρόβλεπτες, ιδίως σε ό,τι αφορά τις αντιδράσεις του κόσμου.
Η νωπή λαϊκή εντολή δεν ισοδυναμεί επ’ ουδενί με «λευκή» επιταγή, ειδικά όταν μια κυβέρνηση έταζε επί μακρόν σε έναν ολόκληρο λαό «λαγούς με πετραχήλια» βάσει του περιβόητου «Προγράμματος της Θεσσαλονίκης», το οποίο έμεινε τελικά κλεισμένο και ερμητικά κλειδωμένο στο συρτάρι του πρωθυπουργικού γραφείου.
Σε τελευταία ανάλυση, όπως θα έλεγε και ο θυμόσοφος λαός μας, η κυβέρνηση είναι εκείνη που έχει και το μαχαίρι αλλά και το πεπόνι: Οι επιλογές της μέσα στους δύο επόμενους μήνες που ακολουθούν θα καθορίσουν τις όποιες θετικές ή αρνητικές εξελίξεις για το μέλλον αυτού του τόπου.
Ένα είναι σίγουρο: τα λάθη και οι κάθε λογής «αστοχίες», όχι μόνον δεν επιτρέπονται αλλά ούτε καν συγχωρούνται, όταν, μάλιστα, ένας ολόκληρος λαός ζει ένα καθημερινό ειδεχθές και διαρκές έγκλημα στην τσέπη, τη ζωή και την ψυχή του.