Διαπραγμάτευση: Τρέχει και δεν φτάνει ο Τσίπρας
Οι επόμενες δέκα ημέρες που μεσολαβούν έως τον εορτασμό του Καθολικού Πάσχα κρίνονται ιδιαίτερα κρίσιμες για την κυβέρνηση, η οποία ξεκινά ήδη από σήμερα, Τρίτη (15/03/2016) αλλεπάλληλους γύρους επαφών και διαπραγματεύσεων με τα κλιμάκια των Θεσμών στην Αθήνα, φιλοδοξώντας να «κλειδώσει» η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
ΚΟΥΡΣΑ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΚΛΕΙΣΟΥΝ ΟΙ ΕΚΚΡΕΜΟΤΗΤΕΣ – ΤΑ «ΑΓΚΑΘΙΑ», Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟ ΒΑΘΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ
Ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει να τελειώσει τις επαφές με το Κουαρτέτο μέχρι και την 25η Μαρτίου, αν και κάτι τέτοιο φαντάζει ως μια πολύ αισιόδοξη προοπτική, αφού τα «αγκάθια» παραμένουν.
Τα μέτωπα που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι τρία, με πρώτο και κυριότερο την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού και ακολουθούν η αντιμετώπιση τόσο του ασφαλιστικού όσο και του φορολογικού.
Κι ενώ οι διαπραγματεύσεις του οικονομικού επιτελείου υπό τον Ευκλείδη Τσακαλώτο με τους δανειστές συνεχίζονται με πυρετώδεις ρυθμούς, οι δύο πλευρές δείχνουν να βρίσκονται ακόμη πολύ μακριά από το να συμφωνήσουν.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό κενό, η κυβέρνηση θέτει ως όριο τη λήψη νέων μέτρων σε ποσοστό έως και 1% επί του ΑΕΠ. Εδώ, βεβαίως, ο «σκληρός» της υπόθεσης δεν είναι άλλος από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), που ζητά τη λήψη επιπρόσθετων μέτρων (κοντά στο 5% επί του ΑΕΠ), με το ευρωπαϊκό σκέλος των Θεσμών, όμως, να μην αποδέχεται το σκεπτικό των Ντέλια Βελκουλέσκου και Πολ Τόμσεν.
Οι υπόλοιποι τρεις εταίροι (ΕΕ, ΕΚΤ και ESM) προτάσσουν ως αντεπιχείρημα μια συζήτηση για επιπλέον μέτρα κοντά στο 2,5%-3,5% του ΑΕΠ, κατεβάζοντας τον πήχη στις διαπραγματεύσεις.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση δείχνει να ποντάρει πολύ στο να ευοδωθούν τα σενάρια για πλεονάσματα περί το 3,5%, γεγονός που, όπως εκτιμάται, θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο και στην κάλυψη της δημοσιονομικής «τρύπας».
Μείζον ζήτημα παραμένει και το φορολογικό, όπου, σύμφωνα με πληροφορίες, φαίνεται πως υπάρχει μια πρώτη υποτυπώδης συμφωνία ανάμεσα στις δύο πλευρές, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με τον δημοσιονομικό στόχο.
Μάλιστα, φαίνεται πως η ελληνική πλευρά έχει παραδώσει την αντιπρότασή της στα μέλη του Κουαρτέτου, ζητώντας μειωμένη έκπτωση φόρου, ένα μέτρο που, όπως όλα δείχνουν θα πρέπει να περάσει από τη βάσανο των τεχνικών κλιμακίων του Κουαρτέτου.
Εξίσου δύσκολα είναι τα πράγματα αναφορικά με το ασφαλιστικό, όπου οι δανειστές εμφανίζονται ιδιαίτερα σκληροί και ζητούν περισσότερα μέτρα. Ωστόσο, η ασφαλιστική μεταρρύθμιση σφίγγει τη θηλιά στον λαιμό της κυβέρνησης, η οποία καλείται από τους Θεσμούς να αναλάβει περαιτέρω πρωτοβουλίες και να αξιώσει «περισσότερο αίμα».
Το ασφαλιστικό είναι αυτό που κινδυνεύει να βάλει φωτιά στη θρυαλλίδα των κοινωνικών αντιδράσεων, γεγονός που θα μπορούσε να θέσει εν αμφιβόλω ακόμη και αυτή καθαυτή τη βιωσιμότητα της σημερινής κυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, και αυτό ο κ. Τσίπρας το γνωρίζει πολύ καλά, όποτε κι αν το ασφαλιστικό κατατεθεί στη Βουλή, η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια ολόκληρη κοινωνία, που βλέπει στο πρόσωπο του πρωθυπουργού τον άνθρωπο που όχι μόνον δεν τήρησε ό,τι υποσχέθηκε, αλλά έρχεται πλέον με την πολιτική του να εφαρμόσει τις πιο στυγνές οικονομικές πρακτικές, υπό την πίεση των δανειστών και της μνημονιακής σύμβασης.
Προς τα μέσα Απριλίου η συζήτηση για το δημόσιο χρέος
Το κλείσιμο της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας οδηγεί αυτόματα στη συζήτηση για το χρέος και είναι από τους λόγους που ο κ. Τσίπρας επιδιώκει να εφαρμόσει τακτικές-εξπρές στη υλοποίηση των ελληνικών δεσμεύσεων απέναντι στους Θεσμούς.
Η πρώτη κουβέντα για το θέμα αυτό αναμένεται να ανοίξει, όπως όλα δείχνουν και με βάση έγκυρες πηγές, περί τις 15 Απριλίου, οπότε και πραγματοποιείται στην Ουάσιγκτον η εαρινή Σύνοδος του ΔΝΤ.
Τότε θα είναι και το πρώτο τεστ για τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα και ακριβώς εκεί είναι που διαδραματιστεί το μεγάλο «παζάρι» της διαπραγμάτευσης. Εφόσον το ΔΝΤ δώσει το «πράσινο φως», τότε θα υπάρξει και η εκταμίευση της δόσης των 5,7 δισ. ευρώ προς τη χώρα μας.
Όμως όλα αυτά αφορούν σε συνθήκες ιδανικές, αλλά σίγουρα διόλου βολικές για την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, η οποία καλείται πλέον να τρέξει πιο γρήγορα από τις εξελίξεις. Και δυστυχώς, η μέχρι τώρα πρακτική των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν δείχνει επ’ ουδενί πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό, πόσω δε μάλλον τη στιγμή που ένας ολόκληρος λαός βρίσκεται απέναντι στους κυβερνώντες.