«Μύλος» στην κυβέρνηση για την επένδυση στο Γκολφ Αφάντου Ρόδου
Εμφύλιος ξέσπασε στην κυβέρνηση με αφορμή το χαρακτηρισμό έκτασης 10.000 στρεμμάτων στο Γκολφ Αφάντου στη Ρόδο, ως αρχαιολογικής ζώνης, με αποτέλεσμα να ματαιωθεί σχεδιαζόμενη επένδυση.
Ο χαρακτηρισμός έγινε με απόφαση του υπουργού Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά.
Το θέμα προκάλεσε την αντίδραση του βουλευτή των Ανεξάρτητων Ελλήνων Δημήτρη Καμμένου, ο οποίος εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία επιτίθεται στον υπουργείο Πολιτισμού λέγοντας ότι είναι «άκαιρη και ανούσια παρέμβαση του υπουργείου Πολιτισμού» και ότι στέλνει λάθος μηνύματα στους επενδυτές.
Στην ίδια ανακοίνωση γίνεται λόγος για «εχθρικό περιβάλλον που πλήττει την αξιοπιστία της χώρας».
Σύμφωνα με πληροφορίες, η συγκεκριμένη επένδυση είναι υποχρέωση της χώρας που απορρέει από το τρίτο μνημόνιο.
Τι απαντά το Υπουργείο Πολιτισμού
Δεν απαγορεύεται η δόμηση σχολιάζει το Υπουργείο Πολιτισμού, για το θέμα της επένδυσης και διευκρινίζει ότι χρειάζεται άδεια από το υπουργείο Πολιτισμού.
«Η προστασία των αρχαιοτήτων και της πολιτιστικής κληρονομίας αποτελεί θεμελιώδη υποχρέωση του κράτους, που έχει κωδικοποιηθεί στον αρχαιολογικό νόμο (Ν.3028/2002). Ο χαρακτηρισμός περιοχών ως αρχαιολογικών χώρων αποτελεί την κύρια προληπτική πράξη για τη διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου προστασίας, η οποία καταρχάς δεν συνεπάγεται γενική εκ των προτέρων απαγόρευση δόμησης ή εκτέλεσης κάποιου έργου, αλλά επιβάλλει την υποχρέωση παροχής σχετικής άδειας του Υπουργού Πολιτισμού για την εκτέλεση των έργων και την αρχαιολογική παρακολούθησή τους» αναφέρεται σε ανακοίνωση.
«Ως αρχαιολογικοί χώροι νοούνται εκτάσεις οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιοτάτους χρόνους έως και το 1830 μνημειακά οικιστικά ή ταφικά σύνολα. Οι αρχαιολογικοί χώροι περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθεται σε ιστορική, αισθητικά και λειτουργική ενότητα (άρθρο 2, πργ.γ). Οι αρχαιολογικοί χώροι κηρύσσονται, οριοθετούνται ή αναοριοθετούνται με βάση τα δεδομένα αρχαιολογικής έρευνας πεδίου ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου (άρθρο 13, πργ. 1)
Συνεχιζόμενες αρχαιολογικές έρευνες στην παράκτια θέση του Αφάντου αποκαλύπτουν αρχαιότητες που δείχνουν ότι η περιοχή απετέλεσε το πεδίο ανάπτυξης μιας ακμάζουσας κοινωνίας κατά τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια έως και την πρώιμη βυζαντινή περίοδο με έντονη εμπορευματική και εξαγωγική δραστηριότητα, που σύμφωνα με την αρχαιολογική επιστήμη σχετίζεται με τον αρχαίο δήμο των Βρυγινδαρίων και τις πόλεις της ροδιακής Περαίας» σημειώνεται επίσης.
«Για την πρόσφατη αναοριοθέτηση, που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη 21Απριλίου στο Φ.Ε.Κ. (70/ΑΑΠ) είχε ήδη συγκροτηθεί φάκελος από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού βάσει των πρόσφατων αρχαιολογικών ερευνών (ταφές των προϊστορικών, κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, αρχαίες βιοτεχνικές εγκαταστάσεις με κτιριακές υποδομές και κλιβάνους που χρονολογούνται από την ελληνιστική περίοδο έως και την ύστερη αρχαιότητα). Τα όρια της αναοριοθέτησης καθορίστηκαν με κριτήριο τις παλιότερες ανασκαφές, τις νεώτερες αρχαιολογικές έρευνες με αφορμή την παρακολούθηση έργων τρίτων φορέων και τις παραδόσεις αρχαιοτήτων στην περιοχή. Η κήρυξη του εν λόγω αρχαιολογικού χώρου σε καμία περίπτωση δεν στοχεύει στην ακύρωση του επενδυτικού προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ, αντιθέτως βελτιώνει το θεσμικό πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης στην περιοχή» διευκρινίζεται.