Μήνυση κατά του Γιάννη Αλαφούζου υπέβαλε ο Νίκος Νικολόπουλος
Σε ανακοίνωσή του ο κ. Νικολόπουλος σημειώνει ότι στρέφεται κατά του επιχειρηματία επειδή την περασμένη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής, «ο κ.Αλαφούζος αμφισβήτησε την ευθυκρισία και τον ρόλο του Νίκου Νικολόπουλου, στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής, μιλώντας με προκατάληψη και χρησιμοποιώντας ειρωνικούς χαρακτηρισμούς και δυσφημιστική ορολογία».
Η μήνυση στρέφεται και κατά παντός άλλου εκδότη, διευθυντή σύνταξης, αρθρογράφου πολιτικών και οικονομικών εφημερίδων, κατόχου-διαχειριστή-χειριστή ιστοσελίδων και ιστολογίων στο διαδίκτυο και κατόχου-διαχειριστή λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης κυρίως στο Facebook και Twitter, που αναπαρήγαγαν τις δηλώσεις και αναφορές του επιχειρηματία, για τις οποίες τον εγκαλεί ο κ. Νικολόπουλος.
Σύμφωνα με τη μήνυση του βουλευτή, την οποία κατέθεσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, «οι εγκαλούμενοι, με πρόθεση και δόλο, προέβησαν και συνεχίζουν να προβαίνουν σε πράξεις και παραλείψεις που στρέφονται κατά της τιμής και της υπόληψής του και ζητεί εκτός από την ποινική τους δίωξη να ανακληθούν και να αποσυρθούν με ευθύνη του επιχειρηματία οι επίμαχες δηλώσεις και αναφορές που αναδημοσιεύτηκαν από τρίτους και αναπαρήχθησαν στο διαδίκτυο». Παράλληλα, ο μηνυτής ζητά από τον κ. Αλαφούζο να «διαψεύσει και να αποκαταστήσει όλες τις συκοφαντίες και τα ασύστολα ψεύδη που εκτόξευσε εναντίον του, βλάπτοντας την προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψή του».
Ο κ. Νικολόπουλος κάνει λόγο για «ασύστολα ψεύδη και δεν ανταποκρίνονται σε καμία περίπτωση στην πραγματικότητα, την οποία εσκεμμένα, με πρόθεση και δόλο διαστρέβλωσε ο πρώτος εγκαλούμενος, προκειμένου να δημιουργήσει εντυπώσεις στα παριστάμενα μέλη της ανωτέρω Εξεταστικής Επιτροπής, επιχειρώντας έτσι να καταναλώσει τον περιορισμένο χρόνο της εξέτασής του, που είχα κατά τον κανονισμό στη διάθεσή μου, ώστε να αποφύγει να απαντήσει στο σύνολο των ερωτήσεων που του υπέβαλα, όπως και εν μέρει πέτυχε, αλλά και για να δημιουργήσει εντυπώσεις στο «τηλεοπτικό» και «αναγνωστικό» του κοινό, με μοναδικό σκοπό να υπηρετήσει την στοχευμένη σε βάρος μου επίθεση, που υποκινείται από τα πρόσωπα εκείνα που θίγονται και κινδυνεύουν από τις συνεχείς αποκαλύψεις και τις καταγγελίες μου, με το κοινοβουλευτικό μου έργο και, ιδιαίτερα, με την συμμετοχή μου στην ανωτέρω Εξεταστική Επιτροπή για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ, επειδή με τις παρεμβάσεις μου έχουν ήδη οδηγηθεί δεκάδες υποθέσεις στη δικαιοσύνη ενώ, εν προκειμένω, σχετικά με τα δάνεια των ΜΜΕ που διερευνά η ανωτέρω Εξεταστική Επιτροπή, είναι μόνο θέμα χρόνου να οδηγηθούν να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη τραπεζικά στελέχη, ιδιοκτήτες και νόμιμοι εκπρόσωποι ΜΜΕ, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο πρώτος εγκαλούμενος και, έτσι, αυτός, με τις εναντίον μου ψευδείς, υβριστικές, συκοφαντικές και δυσφημιστικές για το πρόσωπο, την τιμή και την υπόληψή μου δηλώσεις, τις αναφορές και τους ισχυρισμούς του, επιχειρεί να να υποβαθμίσει την συμμετοχή μου στην ανωτέρω Εξεταστική Επιτροπή και να αμαυρώσει συνολικά την εικοσαεπταετή προσφορά και το έργο μου ως Βουλευτή και Προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος, με σκοπό να θέσει σε αμφισβήτηση την ακεραιότητα της προσωπικότητάς μου και την αξιοπιστία μου, καθότι γνωρίζει καλώς ότι είχα εκλεγεί πρώτος Βουλευτής Αχαΐας στις εκλογές του 1989 και έκτοτε επανεξελέγην τα έτη 1990, 1993, 1996, 2000, 2004 έως το 2007 και, ακολούθως, στις εκλογές του 2009 και του έτους 2012, με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και, στις εκλογές του Ιανουαρίου και του Σεπτεμβρίου του έτους 2015, με την Εθνική Πατριωτική Δημοκρατική Συμμαχία, στην οποία συμμετείχα ως εκλεγμένος Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος».
Σήμερα Τρίτη 2 Αυγούστου, ο βουλευτής, έξω από το κτίριο της Εισαγγελίας στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, όπου προσήλθε για την υποβολή της μήνυσης, δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Προσήλθα στην Εισαγγελία γιατί δεν μπορώ να δεχθώ, ούτε ως πολίτης, ούτε ως βουλευτής ή ως πρόεδρος ενός κόμματος που στις τρεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις πήρε μέρος συνεργαζόμενος με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, κάποιοι καναλάρχες να επιχειρούν να χρησιμοποιούν τα μέσα ενημέρωσης ως 45άρια όπλα, θέλοντας να τρομοκρατήσουν ή να εξοντώσουν εκείνους που επιμένουν, πιστοί στον όρκο, να θέλουν να οδηγηθούν οι υπεύθυνοι της τραγωδίας που ζει ο ελληνικός λαός στο σκαμνί του κατηγορουμένου, μα, προπαντός να γυρίσουν πίσω τα θαλασσοδάνειά τους.
Γιατί, επιτέλους, δεν μπορεί αυτό που η Εκκλησία ως ψαλμό έχει το γνωστό “πλούσιοι επτώχευσαν στην Ελλάδα των μνημονίων να μην επείνασαν” και να διάγουν προκλητικά πλουσιοπάροχα και να πίνουν στην υγειά των κορόιδων. Η εξεταστική επιτροπή σήμερα, όπως ξέρετε, έχει τον κ. Μπόμπολα, που επίσης αρνείται να πληρώσει τους εργαζόμενους, αρνείται μαζί με τους άλλους πλούσιους μετόχους του Μέγκα να βάλει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Αλλά σήμερα είμαι εδώ για τον κ. Γιάννη Αλαφούζο, όπου έρχομαι με εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη, ότι όταν θα δικαστεί η μήνυση που του καταθέτω για τα όσα είπε από το ιερό βήμα του ναού της Δημοκρατίας, πως θα του μουτζουρώσει το ποινικό μητρώο και στον κατάλογο τον μακρύ των καταδικών που έχει από τη Δικαιοσύνη θα προστεθεί και αυτή η καταδίκη στον κατάλογο που δημοσιεύει η Wikipedia. Γιατί, όλα έχουν ένα μέτρο και γιατί ο ελληνικός λαός, όποια διαφήμιση κι αν παίζει ο Σκάι και το Μέγκα, γνωρίζει πολύ καλά ότι είναι ώρα να γυρίσουν πίσω τα θαλασσοδάνεια από τους παραδείσους που τα έχουν στις λίστες που φιλοξενούνται τα ονόματα όλων αυτών των ευυπόληπτων κυρίων της διαπλοκής».
Στην ερώτηση αν ο κ. Αλαφούζος τον εξύβρισε, απάντησε: «Είναι καθαρό, νομίζω ότι, όποιον κι αν ρωτήσετε και του πείτε τι εννοεί ότι "ξέρουμε τον ρόλο κάποιου" και όταν μάλιστα ο ίδιος ο κ. Αλαφούζος, μετά από ώρες, επανέρχεται μέσα στην Επιτροπή και λέει "εγώ δεν είχα πρόθεση να θίξω, ούτε τον πρόεδρο της Εξεταστικής, ούτε κανένα μέλος πλην του κ. Νικολόπουλου", ε, τι χρείαν έχουμε άλλων μαρτύρων;».
Στη συνέχεια, ο δικηγόρος του βουλευτή, Λεωνίδας Στάμος, μεταξύ άλλων, δήλωσε: «Το θέμα έχει να κάνει με την προσπάθεια απαξίωσης ενός επιχειρηματία του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Διαπιστώνουμε, για ακόμα μία φορά, ότι κάποιος με ιδιαίτερα αξιόλογο πατρώνυμο του επιχειρηματικού κόσμου προσπαθεί να φιμώσει τη νομοθετική εξουσία και γι' αυτόν τον λόγο ο βουλευτής-πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, ως εκπρόσωπος της νομοθετικής εξουσίας και στο πλαίσιο του ελέγχου, ήρθε να απευθυνθεί στην έτερη εξουσία, στη δικαστική, για να προστατευθεί από τα κακώς κείμενα, τα οποία βλέπουμε να διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της εξυβρίσεως και της συκοφαντικής δυσφημίσεως».