Βατερλό του Τσίπρα η Ευρώπη
Σε τέλμα οδηγούν την οικονομία οι άδειες βαλίτσες που έφερε ο κ. Τσίπρας από την Ευρώπη, από όπου δεν έλαβε καμιά δέσμευση για το χρέος και το μόνο που πέτυχε ανεβάζοντας ψηλά τον πήχυ είναι να κάνει τα πράγματα να φαίνονται χειρότερα.
Εγκλωβίζει την οικονομία το αυτογκόλ στο θέμα του χρέους
Εξαρτώντας τη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας από την υπόθεση του χρέους, παγώνει κάθε επενδυτική διάθεση μέχρι να συμβεί αυτό, υπονομεύοντας την άμεση ανάγκη της ελληνικής οικονομίας για επενδύσεις.
Η ιδέα να λυθούν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μέσω της ελάφρυνσης του χρέους που υπολόγιζε να επιτύχει ο κ.Τσίπρας αποδεικνύεται ότι δεν ήταν καλή, όχι μόνο γιατί δεν τους έπεισε αλλά και γιατί η καλλιέργεια μιας ανέφικτης προσδοκίας φέρνει αντίθετα αποτελέσματα.
Η πολιτική επιλογή να επενδυθούν όλα στο να πάρει μια δέσμευση άμεσης έναρξης συζητήσεων για το χρέος αποδεικνύεται επικίνδυνη, αφού όσο δεν υλοποιείται, η ελληνική οικονομία μπαίνει σε ομηρία και γίνεται ακόμη πιο αδύναμη.
Μάλιστα στο επιχείρημα ότι οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται, ουσιαστικά εισέπραξε μόνο τη δυσπιστία τους για τις δικές του δεσμεύσεις.
Ετσι το ταξίδι του πρωθυπουργού στην Ευρώπη αποδείχθηκε σε Βατερλό. Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ τον παρέπεψε στη Γερμανίδα καγκελάριο, η οποία με τη σειρά της τον παρέδωσε στους θεσμούς και το πραγματικό αφεντικό των ευρωπαϊκών οικονομικών υποθέσεων, τον Β. Σόιμπλε, ο οποίος δεν θέλει καμία συζήτηση πριν από τις γερμανικές εκλογές και πριν από την ολοκλήρωση του Προγράμματος.
Οι δανειστές ξεκαθάρισαν ότι πρώτα θα έχει κάνει η ελληνική κυβέρνηση όσα χρειάζονται προκειμένου να σταθεροποιήσει την ελληνική οικονομία και μπορεί να απολαύσει τα πλεονεκτήματα μιας χώρας που αξίζει να συμμετέχει στην Ευρωζώνη.
Ελλειμμα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης
Η έλλειψη εμπιστοσύνης των δανειστών για τη διάθεση και την αποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης να ολοκληρώσει το πρόγραμμα βρίσκεται ουσιαστικά πίσω από τα λεγόμενα του Σόιμπλε, ο οποίος ερμηνεύει την επιμονή για αναδιάρθρωση του χρέους της ελληνικής πλευράς στην πρόθεσή της να σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις.
Το έλλειμμα αξιοπιστίας – που έχει κοστίσει πολλές φορές ακριβά στην ελληνική πλευρά- αυξάνεται κάθε φορά που ο κ. Τσίπρας και οι υπουργοί της κυβέρνησής του, τονίζουν ότι δεν συμφωνούν με το πρόγραμμα και κάνουν ό,τι μπορούν για να εμποδίσουν την εφαρμογή του. Η στάση αυτή κοστίζει σήμερα την αναβλητικότητα στο ξεκίνημα μιας συζήτησης για το χρέος.
Τελικά, το μόνο που πήρε ο Ελληνας πρωθυπουργός ήταν το συμπέρασμα ότι η επίλυση των διαφορών μεταξύ των θεσμών για το χρέος είναι προϋπόθεση για να βρεθεί λύση που θα διασφαλίζει τη βιωσιμότητά του, ενώ η επίτευξη συμφωνίας για το χρέος είναι απαραίτητη, μεταξύ άλλων, για να δοθεί ένα σήμα ότι η Ευρώπη λύνει τα προβλήματά της.
Το κεντρικό επιχείρημα της ελληνικής κυβέρνησης ότι η άρση της αβεβαιότητας είναι απαραίτητη, προκειμένου να υπάρξει λύση και γρήγορη έξοδος στις αγορές δεν «έπεισε», αφού εκτός από ότι είνα αυτονόητο, για τους δανειστές το κρίσιμο μέρος είναι η τήρηση του προγράμματος και αυτό επεσήμαναν έμμεσα και άμεσα, δηλώνοντας ουσιαστικά ότι δεν είναι πεισμένοι για τις διαθέσεις της Ελλάδας.
Ο ρόλος του Ντράγκι: Αναγκαία τα πρόσθετα μέτρα, αλλά... έχουμε δρόμο για QE
Σε μια προσπάθεια να γεφυρώσει τις δύο πλευρές, ο επικεφαλής της ΕΚΤ επεσήμανε την ανάγκη να ληφθούν πρόσθετα μέτρα που θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους της Ελλάδος.
Επίσης σημείωσε ότι οι συζητήσεις για τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους συνεχίζονται προσθέτοντας ότι όταν αυτές ολοκληρωθούν το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ λειτουργώντας ανεξάρτητα θα αξιολογήσει τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους.
Ωστόσο, προσγειώνοντας τις ελληνικές προσδοκίες τόνισε ότι είναι "ακόμη πολύ νωρίς να μιλάμε για την συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης" (QE).