Νικολόπουλος: Αρνούμαι να ψηφίσω νόμους που εξισώνουν το σύμφωνο συμβίωσης με τον γάμο

Σε πρωινή συνέντευξη που παρεχώρησε ο Ανεξάρτητος Βουλευτής και Πρόεδρος του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος Νίκος Νικολόπουλος, ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να ψηφίσει το νομοσχέδιο, που εξισώνει το σύμφωνο συμβίωσης με τον γάμο.

Νικολόπουλος: Αρνούμαι να ψηφίσω νόμους που εξισώνουν το σύμφωνο συμβίωσης με τον γάμο
6'

Ο Νίκος Νικολόπουλος αφού τόνισε πως ασφαλώς ως νομοταγής πολίτης σέβεται τους νόμους της Πολιτείας κατά το ρηθέν «Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» όμως, ως Ορθόδοξος Χριστιανός και ως μέλος της μεγάλης πολυτεκνικής οικογένειας αρνείται να ψηφίσει αντιχριστιανικούς νόμους που επιπλέον επιτείνουν το μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα, από το οποίο απειλείται το Ελληνικό Έθνος.

Κανένας νόμος δεν μπορεί να αλλάξει το μέγα θαύμα της τεκνοποιίας, με κανένα σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών ακόμα και εάν «γάμο το βαφτίσουν» δεν πρόκειται να προκύψει το Θείο δώρο της παιδοποιίας.

Τέλος ο Νίκος Νικολόπουλος είπε πως σήμερα με επιστολή του απάντησε στο ολοσέλιδο «αφιέρωμα» της εφημερίδας «ΑΥΓΗ» με τίτλο : «Η περίπτωση Νικολόπουλου: μία αναγκαία απάντηση και ένας προβληματισμός» και τόνισε πως δεν του προκαλεί καμία εντύπωση η θέση της Αριστεράς στο θέμα της ομοφυλίας, όσο τον παραξενεύει και τον εξοργίζει η συμπόρευση της Μητσοτακικής νεοφιλελεύθερης συντροφιάς που κακή τη τύχη κρατά σε ομηρία τους Χριστιανούς πατριώτες της Κεντροδεξιάς, που χρόνια τώρα έδωσαν μάχες για αυτές τις αξίες.

Εξάλλου το γραφείο τύπου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Ελλάδος, έδωσε στην δημοσιότητα την επιστολή – απάντηση, που έστειλε σήμερα στην «ΑΥΓΗ» ο Πρόεδρος του ΧΡΙ.Κ.Ε. και ανεξάρτητος Βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος.

Το πλήρες κείμενο της επιστολής – απάντησης είναι το ακόλουθο:

«Αθήνα 15 Νοεμβρίου 2016
Προς την εφημερίδα ΑΥΓΗ
Αγαπητέ κ. Διευθυντά,

Με αφορμή άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα σας, υπό τον τίτλο: «Η περίπτωση Νικολόπουλου: Μια αναγκαία απάντηση και ένας αυτόματος προβληματισμός» (υπογραφόταν από τους κ.κ. Β. Σκούφα, Κ. Λιερό και Γ. Παπαδόπουλο), το οποίο αναφερόταν στη γνωστή υπόθεση της (μη) άρσης της ασυλίας μου και με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση έθετε προβληματισμούς για την ελευθερία του λόγου και τη «ρητορική του μίσους», επιτρέψτε μου να σημειώσω εν συντομία τα εξής:

Είναι προφανές ότι η ιδεολογική μου τοποθέτηση απέχει παρασάγγας από την ιδεολογική τοποθέτηση των αρθρογράφων. «Ανήκουμε στη μερίδα των ανθρώπων της Αριστεράς» έγραψαν, ενώ είναι γνωστό σε όλους ότι προσωπικά είμαι άνθρωπος και πολιτικός εκφραστής της Δεξιάς.

Εντούτοις, όχι μόνο δεν δέχομαι πως τα δημοκρατικά δικαιώματα αποτελούν «προνόμιο» των ανθρώπων της Αριστεράς, αλλά σε μεγάλο βαθμό συμμερίζομαι και τους προβληματισμούς που διατυπώνονται στο άρθρο, έχοντας μάλιστα βιώσει πολλές φορές σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο, τη διαφορά μεταξύ «ελευθερίας του λόγου» και «ρητορικής του μίσους».

Και ελπίζω να συμφωνούμε όλοι ότι το συγκεκριμένο, αποτελεί ένα τεράστιο και σχεδόν ανεπίλυτο ζήτημα σε παγκόσμιο επίπεδο, με εξαιρετικά δυσδιάκριτα πολλές φορές όρια, που τελικά, στις πραγματικά δημοκρατικές κοινωνίες φτάνει να επιτρέπει ακόμα και την ελευθεριότητα, προκειμένου να μην υπάρχει ποτέ περίπτωση να «ακρωτηριαστεί» η ελευθερία.

Ειδικότερα, σε ό,τι με αφορά το άρθρο και σε σχέση με το αίτημα άρσης της ασυλίας μου από την Λεσβιακή και Ομοφυλοφιλική Κοινότητα θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι το δικαίωμα κάθε πολίτη – εννοείται και κάθε πολιτικού – στην αυτοδιαχείριση, αλλά και στην προσωπική άποψη, είναι αυτονόητα, αλλά και… αμφίδρομα. Με άλλα λόγια, το ίδιο δικαίωμα που έχουν τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας να εκφράζουν την άποψή τους, έχουν και τα μέλη της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, της οποίας μάλιστα η διδασκαλία, όχι μόνο δεν υποκινεί το ρατσιστικό μίσος, αλλά διακηρύσσει την ανοχή και την αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από φυλές, θρησκείες, ιδεολογίες και φυσικά, σεξουαλικές προτιμήσεις.

Στο άρθρο υπήρξε αναφορά σε ένα ατυχές παλαιότερο «τουιτάρισμά» μου, για το οποίο έχω δημοσίως απολογηθεί και ζητήσει συγγνώμη για το αγοραίο ύφος του, πίσω από το οποίο όμως υπήρχε η βαθιά και ακλόνητη πεποίθησή μου για το πολιτικό, αλλά και ηθικό, κατρακύλισμα της Ευρώπης.

Πιστεύω ότι ως πολίτης, αλλά και ως πολιτικός, έχω το δικαίωμα να εκφράζω δημοσίως την ομολογία πίστης και την άποψή μου και την ολοκληρωτική διαφωνία μου για το νομοθέτημα που επιτρέπει τη συμβίωση ή τον αποκαλούμενο «γάμο» μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αναγνωρίζω το δικαίωμα οποιουδήποτε στην αυτοδιαχείριση.

Αντίθετα μάλιστα, ακριβώς επειδή είμαι Έλληνας και Δημοκράτης, (υπηρετών τον κοινοβουλευτισμό επί δεκαετίες ως εκπρόσωπος των πολιτών), αλλά και περήφανος γι’ αυτά, επιζητώ διαρκώς τον δημόσιο διάλογο επί όλων των ζητημάτων που ανακύπτουν και απασχολούν την κοινωνία μας και θεωρώ αδιανόητο να μην μπορεί να συνομιλήσει ένας Αριστερός με έναν Δεξιό, ένας άθεος με έναν βαθιά θρησκευόμενο ή ένας ετερόφυλος με έναν ομοφυλόφιλο, ακόμα και αν δεν πρόκειται να συμφωνήσουν ποτέ.

Καλώ λοιπόν το σύνολο των αναγνωστών σας να σκεφτούν το εξής: Μήπως οι «αντιρατσιστικοί νόμοι» καταλήγουν πολλές φορές να αποτελούν «φίμωτρο» απόψεων, ακριβώς όπως από την άλλη πλευρά, η «ελευθερία του λόγου» μπορεί να μετατραπεί πολλές φορές σε «κηρύγματα μίσους»;

Απέναντι σε αυτά το ερωτηματικά, απότοκα της δυσδιάκριτης όπως αρχικά ανέφερα διαφοράς μεταξύ ελευθερίας και ελευθεριότητας, μία πραγματικά δημοκρατική κοινωνία επιλέγει την ανοχή και τον διάλογο. Αλίμονο, εάν ειδικά στην Ελλάδα του 2016 αρχίσουμε να στήνουμε εδώλια για τις απόψεις που δεν ωθούν σε παράνομες πράξεις και δεν προσβάλλουν. Και στην περίπτωσή μου, κατά πως αναφέρεται σαφώς ακόμα και στη μήνυση που κατατέθηκε εις βάρος μου «ο κ. Νικολόπουλος στις δηλώσεις του, αναγνώρισε το δικαίωμα όλων στην σεξουαλική αυτοδιάθεση». Αφού λοιπόν δεν τέθηκε ζήτημα προσβολής, γιατί θα έπρεπε η Βουλή να άρει την ασυλία μου;
Κύριε Διευθυντά,

Είμαι από τους πολιτικούς που εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζουν την ανάγκη αλλαγών στο ζήτημα της βουλευτικής ασυλίας, όπως και στον περιβόητο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Δεν ψήφισα το «ακαταδίωκτο» των τραπεζιτών, αλλά ούτε και των μελών του Υπερταμείου Αποκρατικοποιήσεων. Θεωρώ πως κάθε πολιτικός, όπως και κάθε δημόσιος παράγοντας πρέπει να ελέγχεται και όπου υπάρχει σκιά παρανομίας ή βλάβης του δημοσίου συμφέροντος, να ελέγχεται από τη Δικαιοσύνη.

Όμως, θα υποστηρίζω πάντοτε το δικαίωμα στην άποψη. Και ως πολιτικός, του οποίου ο τελικός κριτής είναι πάντα ο λαός, δεν σκοπεύω ποτέ να θολώνω τις απόψεις μου, ούτε να κρύβω τις χριστιανικές πεποιθήσεις μου, όσοι και όποιοι και αν δυσαρεστούνται. Στο κάτω - κάτω, ποιος είπε ότι θέλω να είμαι ευχάριστος σε όλους; Προτιμώ να είμαι ειλικρινής και χρήσιμος στους περισσότερους…

Ευχαριστώ για τη φιλοξενία.

Με εκτίμηση
Νίκος Ι. Νικολόπουλος
Ανεξάρτητος Βουλευτής
Πρόεδρος Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος»

Σχετικές ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή