Τζανακόπουλος: «Ναι» στην επέκταση του κόφτη για ένα χρόνο, εάν συμφωνηθούν όλα
«Εάν δεν συμφωνηθούν όλα, δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα» τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Η κυβέρνηση θα νομοθετήσει την επέκταση του δημοσιονομικού κόφτη, ο οποίος ισχύει μέχρι και το 2018, για ένα επιπλέον έτος, εφόσον όμως υπάρξει συμφωνία σε όλα τα ανοιχτά θέματα, τόσο στην αξιολόγηση όσο και στα μέτρα για το χρέος.
Αυτό δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, θέτοντας ωστόσο έντονα το διακύβευμα της επόμενης περιόδου, το οποίο ενδέχεται να είναι και προάγγελος εκλογών. Ο κ. Τζανακόπουλος επανέλαβε με έμφαση ότι «αν δεν συμφωνηθούν όλα, δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα». Η κυβέρνηση επιδιώκει συμφωνία σε τρεις άξονες: σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων για μετά το 2018, ώστε το ελληνικό χρέος να παραμένει βιώσιμο.
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι η συζήτηση θα κλείσει μέσα στο τρέχον τρίμηνο, χρονοδιάγραμμα το οποίο υπαγορεύεται, τόσο από τις εκλογές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες όσο και από το ενδεχόμενο ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Προκειμένου να αμβλυνθούν οι διαφορές με το ΔΝΤ για την επίτευξη συμφωνίας, η κυβέρνηση συζητά την επέκταση του υπάρχοντος «κόφτη». Ο κ. Τζανακόπουλος επέμεινε ότι δεν θα χρειαστεί η εφαρμογή του, καθώς «για πρώτη φορά βγαίνουν οι στόχοι και υπάρχει υπεραπόδοση εσόδων», γεγονός «που μας έδωσε τη δυνατότητα να δώσουμε τη 13η σύνταξη». Η κυβερνητική πλειοψηφία είναι συμπαγής και δεν υπάρχει κίνδυνος να μην ψηφιστεί ο «κόφτης» από μερίδα της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, σημείωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ερωτηθείς για την ομάδα των 53. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση θα μπορεί να τον καταργήσει, εφόσον οι στόχοι επιτευχθούν.
Πάντως, ο κ. Τζανακόπουλος έθεσε ξανά στο τραπέζι μία αμφιβολία επίτευξης συμφωνίας, λέγοντας «ας περιμένουμε να δούμε και τους συγκεκριμένους όρους, γιατί αν δεν συμφωνηθούν τα πάντα, δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα».
Τέλος, ως προς το Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου, η κυβέρνηση αναμένει να καταγραφεί πρόοδος στις συζητήσεις, «ώστε να καταλήξουμε στη βάση του σχεδιασμού που έχει περιγραφεί».