Κυβέρνηση μειοψηφίας με ψήφο… εμπιστοσύνης
Μείζον πολιτικό θέμα τίθεται πλέον μετά και την χθεσινοβραδινή εξέλιξη στη Βουλή.
Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να έλαβε την πολυπόθητη για εκείνον ψήφο εμπιστοσύνης, ωστόσο, δεν αύξησε όμως την κοινοβουλευτική του δύναμη.
Και αυτό σημαίνει πολύ απλά πως η κυβέρνηση παραμένει μειοψηφίας και εξαρτάται από την ανοχή που θα της δείχνουν τα υπόλοιπα κόμματα και ο πρώην συγκυβερνήτης Πάνος Καμμένος.
Το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ο πρωθυπουργός με πολιτικά δεκανίκια προς ώρας είναι άγνωστο, και μένει να φανεί αν η Συμφωνία των Πρεσπών θα οδηγήσει στην ένταξη κάποιων από τους προσφάτως διαγραφθέντων – Σπύρου Δανέλλη, Βασίλη Κόκκαλη, Έλενας Κουντουρά - στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ούτε αν προστεθεί και η Κατερίνα Παπακώστα: ο αριθμός θα περιοριστεί στους 149, χωρίς προς ώρας να διακρίνονται άλλοι πρόθυμοι στον ορίζοντα. Μια πιθανή παραίτηση Παπαχριστόπουλου που θα κληροδοτήσει την έδρα στον… Τέρενς Κουίκ δεν είναι και πάλι αρκετή για να σώσει την κατάσταση.
Η μάχη της Συμφωνίας των Πρεσπών πιθανότατα να επιτρέψει μια καλύτερη αποτύπωση της κατάστασης. Ειδικά μετά τις ξεκάθαρες δηλώσεις τόσο του προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση όσο και άλλων κυβερνητικών στελεχών πως για λόγους Δημοκρατίας θα πρέπει η κύρωση να γίνει με πλέον των 150 βουλευτών. Σημειώνεται βέβαια εδώ πως μπορεί να επιτευχθεί και με λιγότερους μιας και η πλειοψηφία θα υπολογιστεί επί των παρόντων.
Προς ώρας ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να στηρίζεται και σε μέρος του Ποταμιού με τους Σταύρο Θεοδωράκη και Γιώργο Μαυρωτά να πιέζονται να υπερψηφίσουν κάτι που δεν έκρυψαν με δηλώσεις τους τις προηγούμενες μέρες.
Παραμένει όμως το πολιτικό θέμα της κυβέρνησης ανοχής: μέχρι πότε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κυβερνά με δανεικές ψήφους; Και μέχρι πότε θα τον διευκολύνουν τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα;
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός κατά την ομιλία του στη Βουλή χθες το βράδυ υποστήριξε ότι σκοπεύει να κυβερνήσει μέχρι τον Οκτώβριο. Επιτρέποντας στην αντιπολίτευση να τον κατηγορεί για κυβέρνηση «κουρελού» και τους πολιτικούς του αντιπάλους να υπονοούν ανταλλάγματα και εκβιασμούς.