Γκρέις Κέλι: Η Πριγκίπισσα της Μεγάλης Οθόνης με το άδοξο τέλος
Με μία εξωπραγματική ομορφιά και έμφυτη ευγένεια που μαγνήτιζε, η Γκρέις Κέλι ήταν η «πριγκίπισσα του Χόλυγουντ». Μέσα σε μόλις έξι χρόνια και έντεκα ταινίες πρόλαβε να γίνει θρύλος.
Η περίπτωσή της θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με τον Τζέιμς Ντιν, ακόμη ένα είδωλο του σινεμά, που έφυγε πρόωρα. Και οι δύο μετά από ένα τραγικό τροχαίο δυστύχημα, μόνο που η Γκρέις Κέλι είχε απαρνηθεί την υποκριτική, πάνω στην ακμή της, για να γίνει μια πραγματική πριγκίπισσα. Του Μονακό.
Η Γκρέις Κέλι δεν ήταν απλώς πανέμορφη. Ήταν μια ξεχωριστή παρουσία αλλοτινής εποχής, ένας λευκός κύκνος, ένα πρότυπο φινέτσας και το ιδανικό μοντέλο για τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, με τον οποίο γύρισε δυο εξαιρετικές ταινίες και το αριστουργηματικό «Σιωπηλός Μάρτυς». Ένα κορίτσι φαντασίωση για τους άνδρες. Κι αυτό διότι το καλλίγραμμο σώμα της, με την αλαβάστρινη επιδερμίδα, είχε στην κορυφή του ένα σπάνιας ομορφιάς κεφάλι. Ένα πρόσωπο φυσικά τέλειο, που ήταν ερωτικό και ταυτόχρονα αρχοντικό και αθώο. Ξανθά μαλλιά, μπλε του ωκεανού μάτια, καλοσχηματισμένο στόμα, τοξωτά φρύδια, μακρύς λαιμός και μια αύρα να μαγεύει.
Η ομορφιά όμως δεν αρκεί για τον κινηματογράφο. Και η Γκρέις Κέλι είχε όλο το πακέτο. Κάτι που ξεχώρισε ο Γκάρι Κούπερ στον πρώτο της μικρό ρόλο, στο ψυχολογικό δράμα του Χένρι Χάθαγουεϊ «14 Ώρες» και προέβλεψε ότι δεν είναι απλώς ένα τυπικό pin up της εποχής, αλλά μια περσόνα που σαγηνεύει, ένα ταλαντούχο κορίτσι, που μπορεί να εξελιχθεί σε σταρ.
Με αφορμή τη συμπλήρωση 90 χρόνων από τη γέννησή της (12 Νοεμβρίου 1929) είναι ευκαιρία να θυμηθούμε την ολιγόχρονη σταδιοδρομία της στα κινηματογραφικά πλατό, τους σπουδαίους ρόλους της σε σημαντικές ταινίες, τη ζωή της, αλλά και τον πρόωρο τραγικό χαμό της, οδηγώντας στις φιδίσιες στροφές του Πριγκιπάτου.
Το όνειρο έγινε πραγματικότητα
Γεννήθηκε το 1929 στη Φιλαδέλφεια, πόλη κοντά στη Νέα Υόρκη, από εύπορους γονείς και πήρε το μικρό της όνομα προς τιμήν της αδικοχαμένης, σε νεαρά ηλικία, αδερφής της μητέρας της. Ο πατέρας της, τρεις φορές Ολυμπιονίκης στην κωπηλασία, ήταν εκατομμυριούχος, ενώ η μητέρα της καθηγήτρια φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβανίας. Είχε ακόμη δυο μεγαλύτερα αδέλφια, ενώ οι αδελφοί του πατέρα της ήταν γνωστοί καλλιτέχνες, ο ένας σταρ της επιθεώρησης και ο άλλος βραβευμένος, με Πούλιτζερ, δραματουργός.
Από παιδάκι η Γκρέις Κέλι ονειρευόταν να γίνει ηθοποιός στο θέατρο. Στα δώδεκά της χρόνια πρωταγωνίστησε σε θεατρικό έργο του τοπικού θιάσου. Στα 18 της απαγγέλλοντας ένα θεατρικό μονόλογο, που είχε γράψει ο θείος της, κατάφερε να μπει στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών. Δούλεψε ως μοντέλο για να πληρώσει τις σπουδές της και εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουεϊ στο θεατρικό του Στρίντμπεργκ «Ο Πατέρας». Μετά την αποφοίτησή της ο Ντέλμπερτ Μαν την προσέλαβε για βασικό ρόλο σε τηλεοπτική σειρά της εποχής, για να ακολουθήσει η πρώτη της εμφάνιση στην ταινία του Χάθαγουεϊ το 1951.
Η Γκρέις δεν θα χάσει το τρένο
Την επόμενη χρονιά ο διάσημος σκηνοθέτης και παραγωγός Στάνλεϊ Κράμερ θα την κλείσει για το κλασικό αριστούργημα, «Το Τρένο Θα Σφυρίξει Τρεις Φορές», αφού πρώτα έχει μιλήσει με τον Γκάρι Κούπερ. Ο σκηνοθέτης του περίφημου γουέστερν Φρεντ Τσίνεμαν, που θα αμφισβητήσει το «αμερικανικό όνειρο» και θα προκαλέσει μεγαλύτερη υστερία στους θιασώτες του Μακαρθισμού ακόμη και από τη σοβιετοφοβία, θα αναδείξει το ταλέντο της, παρότι η σκιά του «γέρο Γκουπ» θα καλύψει σχεδόν όλη την οθόνη. Η Γκρέις Κέλι, ενθουσιασμένη από την εμπειρία της στα γυρίσματα της ταινίας του Τσίνεμαν, δεν θα αρκεστεί στην επιτυχία της και θα δουλέψει πολύ για την εμφάνισή της μπροστά στο φακό, με μαθήματα υποκριτικής και όλα όσα θα τη βοηθούσαν να βελτιώσει την τέχνη της.
Φυσικά η παρουσία της δεν μπορούσε να μην προκαλέσει το ενδιαφέρον και άλλων σκηνοθετών. Πρώτος ενδιαφέρθηκε ο γερόλυκος του Χόλυγουντ Τζον Φορντ, που ήθελε ένα χαρακτήρα με αγωγή και αριστοκρατική ποιότητα για το «Μογκάμπο», που προετοίμαζε. Ένα κορίτσι που θα έμπαινε ανάμεσα στον Κλαρκ Γκέιμπλ και την ήδη μεγάλη σταρ Άβα Γκάρντνερ. Η ταινία, παρότι δεν συγκαταλέγεται στις καλύτερες του Φορντ, είχε επιτυχία, ενώ όλοι άρχισαν να μιλούν για την Γκρέις. Μια βόλτα της μαζί με τον θεϊκή Άβα στους δρόμους της Ρώμης προκάλεσε αίσθηση και την έβαλε στη μικρή παρέα των μεγάλων σταρ του Χόλυγουντ αλλά την έφερε και μέχρι τα Όσκαρ, με μία υποψηφιότητα για το Β' Γυναικείο Ρόλο.
Η Ώρα του Χίτσκοκ
Ο Χίτσκοκ, που βρίσκεται πλέον στις ΗΠΑ και κάνει μια δεύτερη μεγάλη καριέρα, βλέπει τα δοκιμαστικά που είχε δει και ο Φορντ με την ανερχόμενη ηθοποιό και ενθουσιάζεται. Διπλά. Κι αυτό διότι πέρα από το ταλέντο που διακρίνει, βλέπει ζωντανό ένα αιθέριο πλάσμα, το μόνιμο αντικείμενο του πόθου του, την εμμονή του, για τις απόμακρες όμορφες ξανθιές γυναίκες, τις κυρίες που όταν πρέπει και θέλουν μπορούν να πέσουν πολύ χαμηλά...
Έτσι, θα γυρίσει μαζί της τρεις ταινίες. Η πρώτη είναι το θρίλερ «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως» του 1954, μια κλασική ταινία Χίτσκοκ, στην οποία η Γκρέις Κέλι υποδύεται τη σύζυγο και υποψήφιο θύμα, καθώς ο άνδρας της Ρέι Μίλαντ θέλει να τη σκοτώσει, βάζοντας έναν παλιό γνώριμό του να κάνει το φόνο. Η ταινία θα γνωρίσει την αποθέωση παρότι σήμερα μοιάζει παρωχημένη.
Το Όσκαρ και η αποθέωση
Η Γκρέις Κέλι είναι πλέον μία από τις σταρ που όλοι θέλουν να δουλέψουν μαζί της. Μόνο το 1954 θα γυρίσει τέσσερις ταινίες. Εκτός από το «Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως», γύρισε τη δραματική «Οι Γέφυρες του Τόκο Ρι», δίπλα στον Γουίλιαμ Χόλντεν, την «Χωριατοπούλα», ένα καλογυρισμένο μελόδραμα, στο οποίο αφήνει το γνώριμο και ακαταμάχητο στιλ της, για να κερδίσει το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου, ξεπερνώντας ακόμη και την Τζούντι Γκάρλαντ, στο κλασικό «Ένα Αστέρι Γεννιέται». Όμως το 1954 είναι η χρονιά που θα γυρίσει την ταινία που θα την απογειώσει και θα την κάνει ένα είδωλο μοναδικό, μια γυναίκα ασυναγώνιστης γοητείας, ένα πλάσμα που θα συνταράξει το κοινό. Πρόκειται για το κλασικό αριστούργημα του Χίτσκοκ «Σιωπηλώς Μάρτυς», με πρωταγωνιστή τον μέγα Τζίμι Στιούαρτ και δίπλα του την ισάξιά του Γκρέις Κέλι. Ντυμένη με υψηλής αισθητικής μοντέλα, υποδύεται την ερωμένη του Στιούαρτ, ενός φωτογράφου, που έχει καθηλωθεί στην αναπηρική καρέκλα, λόγω ενός σπασίματος στο πόδι του και παρακολουθώντας την εσωτερική αυλή των πολυκατοικιών, υποψιάζεται ότι σε ένα διαμέρισμα έγινε ένας φόνος. Ένα κινηματογραφικό ζευγάρι που θα περάσει στο πάνθεον. Από τη μια η υποκριτική ικανότητα και το μεγαλείο του Στιούαρτ και από την άλλη αυτή η ανεξήγητη μαγεία της Γκρέις Κέλι, που παίρνει έναν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και διακοσμητικό ρόλο και τον κάνει σύμβολο γοητείας και βεβαίως ένα χαρακτήρα ερωτισμού, πάθους, ευγένειας, νεανικού ενθουσιασμού και αθωότητας.
Το κυνήγι της Πριγκίπισσας
Το 1955 ταξιδεύει για πρώτη φορά στο Μονακό. Ο Χίτσκοκ ετοιμάζει «Το Κυνήγι του Κλέφτη» και η Γκρέις Κέλι έχει επιλεγεί για το ρόλο της μοιραίας, που θα ξετρελάνει τον Κάρι Γκραντ. Μια ευχάριστη ταινία, με πολλά κωμικά στοιχεία, που όμως δεν θα είχε την ίδια επιτυχία αν δεν υπήρχε το πρωταγωνιστικό ζευγάρι. Η ταινία αυτή, όμως, είναι και η τελευταία συνεργασία της με τον Χίτσκοκ και απ' τις τελευταίες της σύντομης κινηματογραφικής της καριέρας. Είχε γνωρίσει τον πρίγκιπα Ρενιέ, ο οποίος την πολιόρκησε απελπισμένα, για να καταφέρει τελικά να πάρει το πολυπόθητο «ναι» στην πρότασή του για να τον παντρευτεί. Ένας γάμος που σκότωσε μια λαμπρή σταδιοδρομία και έμελλε να είναι μοιραίος και για την ίδια. Μέχρι να φτάσει στα σκαλοπάτια της εκκλησίας, η Γκρέις γύρισε ακόμη δυο ταινίες, το «Swan», με τον Λουί Ζουρντάν και τον Άλεκ Γκίνες, μία «πριγκιπική ταινία» περιορισμένου ενδιαφέροντος και το θαυμάσιο «Υψηλή Κοινωνία», με τον Φρανκ Σινάτρα και σε σκηνοθεσία Τσαρλς Ουόλτερς.
Όχι στη Μάρνι, ναι στον Ρενιέ
Αν και είχαν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια από την τελευταία τους συνεργασία, ο Χίτσκοκ συνέχιζε να ονειρεύεται μια συνεργασία μαζί της. Προετοίμαζε τη «Μάρνι» και μάλιστα έχοντας ράψει πάνω της τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Φήμες ήθελαν την Γκρέις - του Μονακό πια- να κάνει και δοκιμαστικά, αλλά τελικά κάτω ίσως και από πιέσεις της.. αυλής, η συμμετοχή της στην ταινία έμεινε ένα ανεκπλήρωτο όνειρο για τον σκηνοθέτη. Η Γκρέις θα επιλέξει τον ρόλο της ιδανικής αγαπημένης πριγκίπισσας, που θα έδινε αίγλη στο πριγκιπάτο, θα σκορπούσε τη λάμψη της στο διεθνές τζετ σετ και θα χάριζε τρία παιδιά στον Ρενιέ.
Η μοιραία τελευταία στροφή
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1982, ημέρα Δευτέρα, η Γκρέις οδηγεί την μπρονζέ Ρόβερ της, στον δύσκολο δρόμο που αγκαλιάζει τους λόφους πάνω από το Μονακό. Στους ίδιους δρόμους που γυρίστηκε η περίφημη σκηνή της ταινίας «Το Κυνήγι του Κλέφτη», με τη διαφορά ότι δίπλα της δεν είχε τον Κάρι Γκραντ, αλλά τη μεγάλη της κόρη, τη θυμωμένη Στεφανί. Είχαν ξεκινήσει το ταξίδι για το Παρίσι, όπου η Στεφανί θα πήγαινε για να σπουδάσει. Στον σοφέρ είχε δοθεί άδεια. Η Γκρέις ήθελε να δώσει συμβουλές στην κόρη της που δεν ήθελε να ακούσει κανένας άλλος. Σε μια από τις πολλές επικίνδυνες στροφές η Γκρέις δείχνει ότι χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου και μετά από λίγο βγαίνει από το δρόμο και πέφτει στον γκρεμό, όπως είχε παρατηρήσει κι ένας οδηγός που ακολουθούσε σε απόσταση το αυτοκίνητο της πριγκίπισσας. Η Στεφανί γλυτώνει με λίγες γρατσουνιές, αλλά βρίσκεται σε σοκ, ενώ η Γκρέις είναι αναίσθητη και χωρίς ούτε μια εξωτερική αιμορραγία. Οι ελπίδες των ανθρώπων που την ανέσυραν από το αυτοκίνητο διαψεύστηκαν πολύ γρήγορα. Στην αξονική τομογραφία που έγινε αμέσως μετά διαπιστώνεται ότι είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο εξηγώντας την απώλεια ελέγχου του αυτοκινήτου στη στροφή. Οι εγκεφαλικές κακώσεις που είχε υποστεί ήταν καθοριστικές για τη ζωή της. Οι φήμες οργιάζουν, ενώ άρχισαν να αναπτύσσονται και θεωρίες συνωμοσίας. Την επόμενη μέρα ο γιατρός της Γκρέις Κέλι ανακοινώνει στους Γκριμάλντι πως έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Μετά από ένα σύντομο οικογενειακό συμβούλιο, αποφασίζεται να διακοπεί η μηχανική υποστήριξη που την κρατά στη ζωή.
Η ταινία της ζωής της ολοκληρώνεται τραγικά σε ηλικία μόλις 52 ετών. Ο χαμός της εκτόξευσε το μύθο της, αλλά της έδωσε και την ευκαιρία να κερδίσει ένα αντισυμβατικό φινάλε. Χωρίς χάπι έντ..
ΑΠΕ -ΜΠΕ /Χάρης Αναγνωστάκης
Διαβάστε επίσης:
Καιρός τώρα: Σάββατο με βροχές και καταιγίδες σε πολλές περιοχές - Η πρόγνωση μέχρι την Πέμπτη