Διονύσης Παπαγιαννόπουλος: Ο σπουδαίος ηθοποιός με την έμφυτη μελαγχολία και το πικρό τέλος
Έγινε διάσημος μέσα από τις ελληνικές ταινίες του παλιού κινηματογράφου, ενώ η καριέρα του στο θέατρο είναι σπουδαία.
Στη μεγάλη οθόνη υποδυόταν συχνά τον "πατέρα" των δυο μεγάλων σταρ της εποχής, της Αλίκης Βουγιουκλάκη και της Τζένης Καρέζη.
Στα πλατό όλοι ήξεραν πως ήταν ο καλύτερος στο να δίνει κινηματογραφικές σφαλιάρες...
Όπως έλεγε ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης, ήταν "μάστορας" στις αληθοφανείς σφαλιάρες καθώς έβαζε φόρα και ορμή και κατόρθωνε να «φρενάρει» την τελευταία στιγμή.
Μέχρι που πέθανε, ο κόσμος τον αποκαλούσε «Κυρ-Γιώργη».
Το κοινό τον είχε ταυτίσει με τον επιτυχημένο τηλεοπτικό του ρόλο στο σίριαλ «Λούνα Πάρκ» της κρατικής τηλεόρασης.
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ήταν άσσος στο ποδόσφαιρο, το ακόντιο και το τσάμικο!
«Αν με ρωτήσετε από τόσους εκατοντάδες ρόλους, ποιος μου κάνει εντύπωση, σε ποιο ρόλο μένω θα απαντούσα: «Σε κανέναν. Θα μείνω σε αυτόν που θα έρθει, όσο υπάρχει. Μετά στον άλλον που θα έρθει» είχε πει σε συνέντευξή του.
Τα πρώτα χρόνια στο Διακοφτό
Γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 1912 στο Διακοφτό σε ένα δίπατο σπίτι δίπλα στις γραμμές του τρένου.
Ήταν το όγδοο παιδί της οικογένειας.
Από μικρός του άρεσε η ζωγραφική αλλά και το διάβασμα. Διάβαζε με μανία τα πάντα. Ακόμα και τις εφημερίδες με τις οποίες τύλιγαν τα ψάρια στην αγορά.
Ήταν το 1924 όταν πήγαινε στο γυμνάσιο του Αιγίου. Ξετύλιξε τις σαρδέλες για να δει τι έγραφε το χαρτί που είχε τυλίξει ο μπακάλης. Ήταν μια σελίδα βιβλίου με ένα μεταφρασμένο απόσπασμα του Ηρόδοτου!
Ακολούθησε μια μαθητική παράσταση, όπου ο Παπαγιαννόπουλος έπρεπε να φιλήσει μία συμμαθήτριά του. Αυτό το φιλί μαζί με το κείμενο του Ηροδότου στην εφημερίδα που ήταν τυλιγμένα τα ψάρια, ήταν η αρχή για μία σπουδαία καριέρα στο θέατρο και στο κινηματογράφο.
«Εχασα το φως μου" είχε πει σε συνέντευξή του, για εκείνο το πρώτο φίλι. Δυστυχώς το κορίτσι, μετακόμισε και έχασε τα ίχνη της, όπως ανέφερε στην εφημερίδα «Βραδυνή».
Οι γονείς του, ήθελαν να κρατήσουν τον Διονύση κοντά τους, στο Διακοφτό, αφού όλα τους τα υπόλοιπα παιδιά είχαν φύγει από το χωριό.
Φυσικά, δεν μπορούσαν να διανοηθούν πως ο μικρός του γιός θα γινόταν ηθοποιός. Ένα επάγγελμα που στην δεκαετία του 1930 θεωρείτο "ανήθικο".
Στην απόφασή του να γίνει ηθοποιός, βοήθησε τόσο ο παπάς του χωριού, όσο και ο φίλος του και συμμαθητής του, Γιάννης Σπυρόπουλος, που έγινε κι αυτός αργότερα διάσημος ζωγράφος.
Εκείνη την εποχή έτυχε να παρακολουθήσει την παράσταση «Ο Βαρκάρης του Βόλγα». Ανάμεσα στους λίγους θεατές ήταν και ο μικρός Διονύσης.
Στο σχολείο άρχισε να οργανώνει παραστάσεις μαζί με τους συμμαθητές του. Ανέβασαν την «Γκόλφω», το «Κόκκινο Πουκάμισο» και τον «Γιο του ήσκιου».
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος με την βοήθεια του παπά έπεισε τους γονείς του να τον αφήσουν να έρθει στην Αθήνα για να σπουδάσει δάσκαλος. Τους υποσχέθηκε μάλιστα πως θα επιστρέψει για να αναλάβει το σχολείο του χωριού.
Ο ερχομός στην Αθήνα
Ήρθε στην Αθήνα, και δίνει εξετάσεις στο Εθνικό Θέατρο. Την πρώτη φορά τον έκοψαν στις εισαγωγικές εξετάσεις, για την προφορά του στο «λάμδα» και στο «σίγμα»
Μπαίνει όμως με την δεύτερη... και το 1938 αποφοιτά με άριστα από τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Όταν ο Αιμίλιος Βεάκης έστειλε συγχαρητήριο τηλεγράφημα στους γονείς του για το δίπλωμα, αυτοί νόμισαν πως ο Βεάκης ήταν διευθυντής του ιεροδιδασκαλείου και έσπευσαν με χαρά να δείξουν το τηλεγράφημα στους συγχωριανούς. Και βέβαια, το σοκ δεν άργησε να έλθει, καθώς κάποιοι συγχωριανοί γνώριζαν το όνομα του μεγάλο αυτού ηθοποιού.
Το πρώτο έργο στο οποίο έπαιξε ήταν την περίοδο 1938 – 1939, στο «Βασιλιά Ληρ» με πρωταγωνιστή τον Βεάκη. Ο Παπαγιαννόπουλος στην πρώτη του εμφάνιση, έλεγε μόλις 8 λέξεις :«Αφέντη μου, η κόρη σου δεν είναι καλά»!
Από την Πρωτοχρονιά του 1940 γίνεται τακτικός ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου.
Συνεργάζεται στενά με τους Γιώργο Γληνό, Χριστόφορο Νέζερ, Δημήτρη Μυράτ, Κατίνα Παξινού.
Το 1940 όμως πηγαίνει στον πόλεμο. Στη Χειμάρρα γίνεται λοχίας. Δυστυχώς όταν εκεί, μαθαίνει πως ο πατέρας του πέθανε από εγκεφαλικό. Μένει όμως στην πρώτη γραμμή πυρός μέχρι και την συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, αποφασίζει μαζί με τους Τάκη Χορν, Στέλιο Βόκοβιτς, Κώστα Παππά και Κρινιώ Παππά, να μεταπηδήσουν από το Εθνικό στο ελεύθερο θέατρο. Εκεί βρίσκει έναν νέο δάσκαλο στο πρόσωπο του Λογοθετίδη.
Συνέχισε να υποδύεται μικρούς ρόλους στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη παίζοντας το 1941 τον ξυλοκόπο δίπλα στην 17χρονη πρωταγωνίστρια του έργου του Χάουπτμαν «Η Χάνελλε πάει στον Παράδεισο», Έλλη Λαμπέτη.
Το 1943 συνεργάζεται με το Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης. Στο έργο «Λουίζα Μύλλερ» του Φρειδερίκου Σϊλλερ, έπαιξε τον ρόλο του «Βουρμ».
Μετά την απελευθέρωση συνεργάστηκε με τον θίασο των Αρώνη , Μανωλίδου, Χορν και βρέθηκε να δίνει παραστάσεις σε Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη, Κύπρο, Αίγυπτο, Σουδάν. Μέχρι την αρχή της δεκαετίας του 1950, παίζει δραματικούς ρόλους.
"Γνωρίζεται" με την κωμωδία για πρώτη φορά, χάρη στενό του φίλο και ηθοποιό Ντίνο Ηλιόπουλο.
Την περίοδο 1953 – 1954 οι μεγαλύτεροι κριτικοί θεάτρου, συγγραφείς και θεατρόφιλοι (Καραγάτσης, Χουρμούζιος, Τερζάκης, κ.λπ.) του αφιερώνουν διθυράμβους.
Τότε (1953) παίζει στο «Ποντικάκι» του Νίκου Τσιφόρου μαζί με την άβγαλτη τότε Αλίκη Βουγιουκλάκη και στην «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη.
Τότε είναι που μοιράζει χαστούκια και σε αυτές τις δύο αλλά και στις άλλες οι «κόρες» του, όπως η Βαλσάμη ή η Αναλυτή.
Και βέβαια μένουν αλησμόνητες οι σφαλιάρες στην Καρέζη στην «Λόλα» ή στην Ζέτα Αποστόλου στην ταινία «Άγγελοι του πεζοδρομίου».
Την περίοδο 1963 – 1967 εμφανίζεται σε 47 ταινίες, οι περισσότερες με μεγάλη εμπορική ή και ποιοτική επιτυχία.
Σταθμός στην καριέρα του ήταν και «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη με τον θίασο Καρέζη – Καζάκου.
Το αμέσως επόμενο καλοκαίρι, του 1974, ξεκινά το «Λούνα Παρκ», η πρώτη και τελευταία εμφάνιση του Παπαγιαννόπουλου στη τηλεόραση, σε μια σειρά που προβλήθηκε μέχρι το 1981.
Πρωτόπαιξε στο σινεμά το 1947 με «τα παιδιά της Αθήνας» και τελευταία εμφάνισή του ήταν το 1984 στην 136η ταινία του, με τον ρόλο του Αντώνη στο «Ταξίδι στα Κύθηρα».
Ήταν φίλος με τον Κωνσταντίνο τον Γλίξμπουργκ, όπως και με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Υπήρξε φίλος καρδιακός και με τον Δημήτρη Χορν.
Η προσωπική του ζωή
Ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος αν και δεν χαρακτηρίστηκε ποτέ «ζεν πρεμιέ» του ελληνικού κινηματογράφου, είχε πάντα μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες. Όπως ανέφερε ο ανιψιός του μεγάλου κωμικού Τάκης Βλαστός στη «Μηχανή του Χρόνου», ο θείος του συνήθιζε να λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου για τις κατακτήσεις του: «την βλέπεις αυτή την καράφλα; Πόσες τρίχες λείπουν; Κάθε μια τρίχα είναι και μια ικανοποιημένη γυναίκα».
Ωστόσο υπήρξε μια γυναίκα, την οποία δεν κατάφερε να κατακτήσει αν και ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της. Ήταν η Άννα Καλουτά, η ξανθιά γαλανομάτα ηθοποιός της επιθεώρησης. Ο λόγος που ο έρωτας του Παπαγιαννόπουλου έμεινε ανεκπλήρωτος ήταν ότι η όμορφη πρωταγωνίστρια διατηρούσε δεσμό με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα.
Ο ίδιος όταν τον ρωτούσαν γιατί δεν παντρεύτηκε, απαντούσε με χιούμορ πως ροχαλίζει πολύ.
Γενικά, δεν ήθελε να ξέρουν την προσωπική του ζωή. Λέγεται πως ο ηθοποιός είχε κρυφή σχέση με μια γυναίκα. Ηθελε να παντρευτούν και να κάνουν παιδιά, αλλά δεν ήταν εφικτό αυτό, καθώς εκείνη, ήταν ήδη παντρεμένη.
Το ατύχημα που τον σημάδεψε...
Το ημερολόγιο έγραφε Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 1978. Ήταν 9.30 το πρωί, όταν στο 6ο χιλιόμετρο Φαρσάλων – Μικροθηβών (έξω από τα Φάρσαλα) το αυτοκίνητο με οδηγό το νεαρό ηθοποιό Ιωάννη Μιχαλάκο λόγω ολισθηρότητας και χωρίς να έχει αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα, εξετράπη και προσέκρουσε σε ένα στύλο του ΟΤΕ.
Στο όχημα επέβαιναν εκτός από τον οδηγό, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, η Χάρις Λουκέα, η Πόπη Λάζου και η Μίνα Πολίτου.
Οι πέντε τους κατευθύνονταν από τα Φάρσαλα στη Χαλκίδα όπου το προηγούμενο βράδυ, ο θίασος του Παπαγιαννόπουλου ανέβασε με μεγάλη επιτυχία το έργο «ο Μαγκούφης».
Το τροχαίο αυτό του στοίχησε πολύ...
Τα προβλήματα με υγεία του
Ήταν Μεγάλη Τρίτη του 1984, όταν ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του, σε ένα δυάρι, στον δεύτερο όροφο της πολυκατοικίας στην Σούτσου και Αλεξάνδρας. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής ήταν πεσμένος ανάσκελα στο χαλί με ανοιχτά τα χέρια. Φορούσε τη ρόμπα του, τις μπλε πιτζάμες και σκούρες κάλτσες. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς την Παρασκευή 13 Απριλίου, πριν την Κυριακή των Βαϊών και βρέθηκε τέσσερις ημέρες αργότερα.
Ήθελε να πάει για Πάσχα στο χωριό του το Διακοφτό. Σκεφτόταν μάλιστα να μετακομίσει μόνιμα εκεί. Δυστυχώς δεν πρόλαβε...
"Εχω γυρίσει πολλά μέρη, αρκετά στο εξωτερικό, αλλά επηρεασμένος, πιστεύω πως δεν υπάρχει ωραιότερο μέρος από το Διακοφτό" είχε αναφέρει σε συνέντευξή του.
Η προτομή του στο μέρος που γεννήθηκε, θυμίζει το παιδί που έφυγε από εκεί και χάρισε το γέλιο σε εκατομμύρια θεατές.
Οι ατάκες του στις ταινίες, θα μας κάνουν πάντα να γελάμε...και να τον θυμόμαστε.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.