Λέοναρντ Κοέν: Πρώτα ερωτεύτηκε την Ύδρα, μετά τη Μαριάν - Όταν «οι θεοί την έφεραν στον δρόμο του»
O Λέοναρντ Κοέν «έφυγε» από τη ζωή στις 7 Νοεμβρίου του 2016.
Πέντε χρόνια συμπληρώνονται σήμερα, 7 Νοεμβρίου, από τον θάνατο του μεγάλου τροβαδόρου, συγγραφέα και ποιητή, Λέοναρντ Κοέν.
Ο Κοέν υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδοποιούς της γενιάς του, με μια ιδιαίτερη χροιά φωνής, ερμηνεία βαθιά όσο και εκφραστική, στίχους εξομολογητικούς και τραγούδια που έχουν αποτελέσει σταθμό στην παγκόσμια μουσική σκηνή.
Ο Καναδός τραγουδοποιός «έφυγε» ήσυχα από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών στο σπίτι του στο Λος Άντζελες. Πέθανε την ώρα που κοιμόταν, μετά από μία πτώση στη μέση της νύχτας. «Ο θάνατός του ήταν ξαφνικός, απροσδόκητος και γαλήνιος».
Μέχρι τις τελευταίες του στιγμές έγραφε, ενώ πρόλαβε να ολοκληρώσει και έναν από τους καλύτερους δίσκους του, το «κύκνειο άσμα του» You Want It Darker. Αξίζει να αναφερθεί ότι την παραγωγή του 14ου και τελευταίου άλμπουμ του εν ζωή, έκανε ο γιος του, Άνταμ Κοέν, ηχογραφώντας τα τραγούδια σε ένα laptop, με ένα μικρόφωνο που είχε τοποθετήσει στην τραπεζαρία του σπιτιού του πατέρα του, καθώς εκείνος ήταν αδύνατο να μετακινηθεί λόγω των προβλημάτων που είχε με την υγεία του.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι το 2019, ο Άνταμ Κοέν, κυκλοφόρησε τον μετά θάνατον δίσκο του πατέρα του με τίτλο Thanks for the Dance, με ανέκδοτο υλικό από εκείνες τις ηχογραφήσεις.
Λίγο πριν πεθάνει ο Κοέν: «Είμαι έτοιμος να πεθάνω, ελπίζω να μην είναι και τόσο άβολο αυτό». Αργότερα, σχετικά με τη συγκεκριμένη δήλωσή του είχε διευκρινίσει ότι ήταν υπερβολικός λέγοντας: «Πάντοτε δραματοποιώ πολύ περισσότερο τα πράγματα. Σκοπεύω να ζήσω για πάντα».
Ο Κοέν εκτός από τη μουσική είχε και άλλη μια μεγάλη αγάπη. Την Ύδρα.
Ο «Λεονάρδος» της Ύδρας
Ο παγκόσμιος λογοτέχνης της μουσικής τη δεκαετία του ‘60 έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ύδρα μαζί με τη Νορβηγίδα σύντροφό του, Μαριάνε Ίλεν, για την οποία έγραψε το γνωστό τραγούδι του «So Long, Marianne» μετά τον χωρισμό τους και της αφιέρωσε την ποιητική του συλλογή «Flowers to Hitler».
Ο Καναδός, ανακάλυψε το γραφικό νησί του Αργοσαρωνικού, αναζητώντας ένα «καταφύγιο» από το βροχερό Λονδίνο. Μετά από μια σύντομη στάση στην Αθήνα, βρέθηκε στην Ύδρα, η οποία τον μάγεψε και έμελλε να γίνει σημαντικός σταθμός στη ζωή του.
Η αγάπη του για το νησί ήταν τόσο μεγάλη που στις 27 Σεπτεμβρίου του 1960, έξι ημέρες μετά τα 26α γενέθλιά του, αγόρασε ένα παραδοσιακό σπίτι, έναντι 1.500 δολαρίων, με χρήματα από κληρονομιά της γιαγιάς του, Το σπίτι αυτό αποτέλεσε το προσωπικό του ησυχαστήριο και όπως δήλωνε ο ίδιος, η αγορά του ήταν «η εξυπνότερη απόφαση που είχε πάρει ποτέ στη ζωή του».
Το σπίτι ήταν ένα παλιό ασβεστωμένο οίκημα με πέντε δωμάτια σε διαφορετικά επίπεδα, χωρίς ανέσεις και πολυτέλειες, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή νερό. Ωστόσο, μαγνήτισε τον Κοέν από την πρώτη στιγμή καθώς βρίσκεται σε ένα από τα πιο ψηλά σημεία της Χώρας, με θέα που κόβει την ανάσα. Τα αγαπημένα του σημεία σε αυτό ήταν η βεράντα με θέα στο βουνό και το δωμάτιο μουσικής που έφτιαξε στο τρίτο επίπεδο.
Ο ίδιος έχει περιγράψει το σπίτι του στην Ύδρα ως εξής: «Έχει μια τεράστια βεράντα με θέα στο βουνό και στα εκτυφλωτικά λευκά σπιτάκια του νησιού. Τα δωμάτια είναι μεγάλα και δροσερά. Υποθέτω ότι είναι περίπου 200 ετών. Κάθε χρόνο θα φτιάχνω και από κάτι και σε μερικά χρόνια θα έχει μετατραπεί σε αρχοντικό! Ζω σε ένα λόφο και η ζωή συνεχίζεται εδώ, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, όπως εκατοντάδες χρόνια τώρα. Κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορώ να ακούσω τις φωνές των μικροπωλητών και το βρίσκω πραγματικά μελωδικό. Ξυπνώ περίπου στις 7 το πρωί και δουλεύω περίπου μέχρι το μεσημέρι. Νωρίς το πρωί έχει περισσότερη δροσιά και είναι καλύτερα, αλλά μου αρέσει η ζέστη ούτως ή άλλως, ειδικά όταν η θάλασσα του Αιγαίου απέχει μόλις 10 λεπτά από την πόρτα μου».
Οι ντόπιοι καλοδέχτηκαν τον «ξένο» και πολύ γρήγορα έγινε ένας από αυτούς. Όταν μιλούσε για τη ζωή του στο νησί εξηγούσε: «αυτό το σπίτι καθιστά τις πόλεις λιγότερο τρομακτικές. Μπορώ πάντα να επιστρέφω και να περνάω όμορφα, αλλά δεν θέλω να χάσω και την επαφή με την μητροπολιτική εμπειρία».
Στην Ύδρα ο Κοέν έζησε για 10 χρόνια, ανακάλυψε εκ νέου τον εαυτό του. συνήθισε τον ελληνικό τρόπο ζωής, έμαθε να μιλά την ελληνική γλώσσα και μάλιστα άρχισε να κουβαλάει πάνω του ένα κομπολόι. Επίσης, γνώρισε την ελληνική μουσική και έφτιαξε μελωδίες με νέο ήχο.
Στα ανηφορικά σοκάκια της Ύδρας «οι θεοί έφεραν στο δρόμο του» όπως συνήθιζε να λέει ο ίδιος, τη νεαρή και πανέμορφη Μαριάν Ιλέν από τη Νορβηγία. Η σχέση τους κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων υπήρξε η μούσα του, η γυναίκα που σημάδεψε τη ζωή και την τέχνη του.
Η 22χρονη Μαριάνε Ίλεν από το Όσλο η οποία μετακόμισε στην Ύδρα με τον τότε αγαπημένο της Άξελ Γιέσεν και το νεογέννητο μωρό τους. Όμως ο Άλεξ την εγκατέλειψε στο μικρό ελληνικό νησί για τα μάτια μιας άλλης γυναίκας. Η συνάντησή της με τον Κοέν την έκανε να χαμογελάσει ξανά και ο έρωτάς τους διήρκεσε όλη τη δεκαετία του ’60. Εκείνη την εποχή ο τροβαδούρος είδε την καριέρα του να απογειώνεται, ενώ παράλληλα έγραψε ένα από τα ομορφότερα τραγούδια αγάπης που έχουμε ακούσει, το So Long, Marianne, αφιερωμένο σε εκείνη… τη μούσα του.
Στην Ύδρα ο Λεονάρδος έγραψε ακόμα ένα γνωστό κομμάτι του, το Bird on the Wire. Το εμπνεύστηκε κοιτάζοντας τα πουλιά που κάθονταν στα σύρματα του στύλου, έξω ακριβώς από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς του.
Τη μεγάλη του αγάπη για την Ύδρα ο Λέοναρντ Κοέν τη μετέδωσε και στον γιο του, Άνταμ, επίσης μουσικό, ο οποίος επισκέπτεται συχνά το νησί και μιλάει για τις αναμνήσεις του από τα καλοκαίρια με τον πατέρα του στην Ύδρα.
Το 2017, ο δήμος της Ύδρας τίμησε τον Λέοναρντ Κοέν δίνοντας το όνομά του, στον δρόμο έξω από το σπίτι του.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.