Νικορέστης Χανιωτάκης: Ο αθλητικογράφος που «βάζει γκολ» στο θεατρικό σανίδι
Από τη «Γίδα», το επιτυχημένο «Σεσουάρ για δολοφόνους», τις «Μάγισσες του Σάλεμ», τη «Μήδεια», το «Μίστερο Μπούφο», «τους Άθικτους», μέχρι τα «Οικόπεδα με θέα» και το πολύ πρόσφατο «Το Πάρτυ», είναι σχεδόν αδύνατον να μην έχετε δει παράσταση του Νικορέστη Χανιωτάκη.
Απόφοιτος ψυχολογίας αλλά και του θεάτρου Τέχνης, με σπουδές σκηνοθεσίας στο Λονδίνο και μια τριετή θητεία στην αθλητική δημοσιογραφία (τον έτερο μεγάλο του έρωτα), ο Νικορέστης έχει πλέον αναδειχθεί σε θεατρικό φαινόμενο, μετρώντας σπουδαίες συνεργασίες και επιτυχημένες παραστάσεις.
Ο Νικορέστης Χανιωτάκης πρόσφατα προκάλεσε επίσης αίσθηση μέσα από το ρόλο του στην τηλεοπτική σειρά «Παγιδευμένοι» του ANT1.
Πρόσφατα έγινε η πρεμιέρα της νέας παράστασής σας, «Το Πάρτυ» (The Party). Γιατί διαλέξατε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και ποιο είναι το μήνυμα της παράστασης;
«Είναι ένα έργο που πρώτα έγινε κινηματογραφική ταινία από τη Σάλι Πότερ και έπειτα θεατρικό από την ίδια. Όταν το είδα πρώτη φορά συγκινήθηκα πολύ, συνδέθηκα με το έργο, μου άρεσε το κείμενο. Όταν έγινε θεατρικό μού παρουσιάστηκε και εμένα η ανάγκη να το κάνω για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η χρονική συγκυρία δεν είναι τυχαία γιατί είναι ένα έργο που συνδέεται με το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό. Το 2016 που ξεκίνησε να το γράφει η συγγραφέας ήταν η περίοδος που οι Άγγλοι ψήφιζαν για το Brexit. Party σημαίνει γιορτή όσο και πολιτική παράταξη. Και οι δύο όροι είναι σωστοί για το έργο. Εμείς μάλιστα, βρισκόμαστε σε μια προεκλογική περίοδο και νομίζω είναι ιδανική συγκυρία. Επίσης έχει μεσολαβήσει μια υγειονομική κρίση και η πρωταγωνίστρια του έργου είναι μια Σκιώδης Υπουργός Υγείας.
Δεν μου αρέσει να μιλάω για μηνύματα στα έργα, θέλουν να πουν απλώς μια ιστορία. Στον καθένα δημιουργεί κάτι διαφορετικό ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες που έχει ή την κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Ακόμα και το να πιστεύω ότι έχει ένα μήνυμα, δεν θα το έλεγα, γιατί αν το κάνω θα έχω προκαταβάλλει τον θεατή».
Θα σας κάνω το ερώτημα που θέτει η παράσταση: Πώς σχετίζεται άραγε η επαγγελματική ευτυχία με την προσωπική;
«Αυτό σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι και το ερώτημα του έργου. Διότι βλέπουμε μια πολιτικό στο απόγειο της καριέρας της που μόλις έχει διοριστεί υπουργός υγείας και ταυτόχρονα γκρεμίζεται ό,τι νομίζει πως ήταν ριζωμένο στην προσωπική της ζωή. Διότι μαθαίνει από τον άντρα της ότι είναι πάρα πολύ σοβαρά άρρωστος, ότι πεθαίνει και ότι την εγκαταλείπει. Ενώ πανηγυρίζει επαγγελματικά, πενθεί προσωπικά.
Νομίζω ότι στη ζωή μας -και μιλάω και προσωπικά- προσπαθούμε να ισορροπήσουμε αυτά τα δύο σκέλη και το ένα να ενισχύει το άλλο. Όταν όμως το ένα καπελώνει το άλλο μέσα μας αλλά και στη συμπεριφορά μας και δεν ποτίζουμε αυτό το "λουλούδι" που λέγεται προσωπική και επαγγελματική σχέση, τότε αρχίζει να μαραίνεται. Είναι και τα δύο σημαντικά. Αν αρχίσουμε να μεροληπτούμε τότε βλέπουμε ότι οι συνέπειες είναι πολλές φορές αναπόφευκτες. Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε και να μην θεωρούμε δεδομένο τίποτα».
Πείτε μου δυο λόγια για το ρόλο σας.
«Παίζω τον Τομ, έναν τραπεζίτη, ένα Golden Boy, ένα νέο άνθρωπος που είμαι παντρεμένος με τη Μαριάν, η οποία είναι καλεσμένη στο πάρτυ αυτό διότι είναι το δεξί χέρι της υπουργού. Όμως εγώ για κάποιο λόγο τελικά πάω ασυνόδευτος σε αυτό το πάρτυ, περιμένοντας τη Μαριάν όπως την περιμένουν και οι υπόλοιποι καλεσμένοι. Επίσης, παλεύω να διατηρήσω τη σχέση μου ζωντανή, δεν είμαι looser, είμαι winner, αυτό θέλω να πιστεύω και στο έργο το λέω πολλές φορές στον εαυτό μου. Όμως, το λέω για να το πιστέψω, δεν είναι η πραγματικότητα. Έχω πολύ μεγάλο σύμπλεγμα κατωτερότητας. Νομίζω ότι είμαι ένας αποτυχημένος που τα έχω καταφέρει λόγω των γονιών μου, περιουσίας, συνθηκών και ανήλθα κάπου στην ιεραρχία. Έχω και χρήματα και μια πολύ καλή θέση, αλλά η προσωπικότητά μου δεν είναι ηγετική. Αυτό με έχει οδηγήσει σε μια μεγάλη ανασφάλεια, ότι θα χάσω τη γυναίκα μου, θα χάσω τα πάντα. Μέσα στο πάρτυ φέρνω ένα όπλο μαζί μου, το οποίο θα αλλάξει πολλά χέρια μέσα στο σπίτι. Στην ουσία είναι σαν να φέρνω το μήλο ή το φίδι στον παράδεισο. Διαταράσσω μια ηρεμία που υπάρχει, είμαι και ο τελευταίος που μπαίνω σε αυτό το σπίτι και μπαίνω από την αρχή σε μια πυρετώδη κατάσταση. Αυτός είναι ο Τομ».
Έτσι όπως μου τον περιγράφετε και γνωρίζοντας ότι είστε απόφοιτος ψυχολογίας, αντιλαμβάνομαι τον Νικορέστη Χανιωτάκη σε ρόλο ψυχολόγου, να ψυχαναλύει τον χαρακτήρα που υποδύεται.
«Είναι πολύ ωραίο αυτό που σχολιάζετε. Δεν το είχα σκεφτεί. Δεν θα διαφωνήσω μαζί σας. Ίσως και αυτός είναι ο λόγος που μετά από τρία χρόνια αρκετής δουλειάς και πίεσης, να είχα και ανάγκη να παίξω σε μια δική μου σκηνοθεσία για να αυτοψυχαναλυθώ. Μου αρέσει η σκέψη σας, έχετε δίκιο. Νομίζω ότι αυτή η εμπλοκή μου είναι βαθιά, με αφορά».
Όταν σκηνοθετείτε, συνήθως δεν συμμετέχετε ως ηθοποιός. Στο «Πάρτυ» κάνετε μια εξαίρεση.
«Η αλήθεια είναι ότι είχα ξεκινήσει την παράσταση με διαφορετικό θίασο και δεν θα έπαιζα εγώ. Το είχα σκηνοθετήσει σχεδόν όλο. Όταν άλλαξε ο θίασος, είχα ερωτευτεί και το ρόλο, οπότε είπα ότι μπορώ και θέλω να το κάνω. Ο θίασος απαρτίζεται από έξι ηθοποιούς που τους έχω βαθιά στην καρδιά μου, συνεργαστήκαμε άψογα, με βοήθησαν και εμένα στο ρόλο μου και έτσι τα συνδύασα. Τώρα, αν τα κατάφερα ή όχι, θα το πει το κοινό. Πάντως η αλήθεια είναι ότι παρανόμησα, δεν έκανα αυτό που υποστηρίζω πάντα, έκανα μια ατασθαλία».
Πώς είναι η κατάσταση στα θέατρα στη μετά-covid εποχή και στη «θύελλα» του metoo;
«Επειδή είναι η πρώτη μετά-covid εποχή που έχουν βγει οι μάσκες, οι αποστάσεις και τα περιοριστικά μέτρα, βλέπουμε επιτέλους τα πρόσωπα των θεατών, το γέλιο τους. Είχα πολύ θυμό με όλα αυτά που είχαν γίνει γιατί θεωρώ απαράδεκτα τα μέτρα στο θέατρο, τον κινηματογράφο κλπ. H τέχνη δεν είναι μόνο για το ευ ζην είναι το ζην. Φέτος, χωρίς μέτρα, τα θέατρα γέμισαν, ήταν μια πάρα πολύ καλή χρονιά, εξαιρετική. Δυστυχώς, από τον Γενάρη και μετά, οι αποφάσεις της κυβέρνησης ήταν ένα αυτογκόλ για εμάς και εκεί που φέραμε τον κόσμο, τον διώξαμε. Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο συνεχίζουν να μας χτυπάνε έτσι, μάλλον επειδή είμαστε η μόνη φωνή της αλήθειας. Ακόμα συνεχίζω να διερωτώμαι πώς συνεχίζουμε να έχουμε την ίδια υπουργό πολιτισμού μετά από τόσα σκάνδαλα που έχουν γίνει και όχι μόνο αυτό, θέλουν να μας πουν και ερασιτέχνες.
Το metoo είναι ένα παγκόσμιο κίνημα που υπάρχει πολλά χρόνια. Στη χώρα μας έγινε πολύ δημοφιλές επειδή οι καταγγελίες αφορούσαν ανθρώπους που ήταν πολύ γνωστοί στο ευρύ κοινό. Όμως, δυστυχώς υπάρχουν σε πολλούς χώρους αυτά τα πράγματα. Φυσικά και έχω πολύ μεγάλο θυμό για αυτά τα πολύ άσχημα περιστατικά των σεξουαλικών, λεκτικών, ψυχολογικών, κακοποιητικών συμπεριφορών από ανθρώπους που είχαν ή έχουν εξουσία απέναντι σε κάποιους εργαζόμενους είτε γυναίκες είτε άντρες. Το θεωρώ ευτελές, θεωρώ ότι δεν έχουν θέση στον πολιτισμό αυτοί οι σκοτεινοί άνθρωποι. Στην τέχνη πρέπει να υπάρχουν μόνο φωτεινά πλάσματα και να καθαρίσουν όλοι οι χώροι, όχι μόνο το θέατρο. Όλοι πρέπει να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που έχουν υποστεί κάτι, να τους στηρίξουμε και η δικαιοσύνη να λειτουργεί άμεσα και σκληρά. Έχουμε δυστυχώς μια δικαιοσύνη που λειτουργεί με ημίμετρα και μεγάλη καθυστέρηση. Αυτή είναι η άποψη μου».
Θα ήθελα το σχόλιο σας σχετικά με το διάταγμα για τα πτυχία και τις σπουδές των ηθοποιών. Κάνατε κάποιες κινητοποιήσεις που στη συνέχεια τις σταματήσατε.
«Προσωπικά δεν θέλω να δουλεύει τίποτα αν δεν δουλεύει σωστά. Επίσης, για να επιτύχεις κάτι μερικές φορές θέλει θυσίες. Και δεν το λέω εκ του ασφαλούς, επειδή μπορεί να πηγαίνουν καλά τα πράγματα για εμένα αυτή την περίοδο, το λέω από 18 χρονών. Αν πιστεύεις ότι έχεις το δίκιο με το μέρος σου, ότι κάποιος καταπατά τα δικαιώματά σου και υποβαθμίζει τον κόπο και τον μόχθο της ζωής σου, τότε οφείλεις να διαμαρτυρηθείς μέχρις εσχάτων. Απεργώ μέχρι τέλους και δεν ανοίγω μέχρι να ικανοποιηθούν τα αιτήματά μου. Γιατί κατά τα ψέματα, κανείς δεν ενδιαφέρεται αν η απεργία κρατήσει μια μέρα. Σε ποιον κάνεις κακό; Αντιθέτως αν κλείσουμε επ αόριστον, όλοι όμως, θέατρα, τηλεόραση, κινηματογράφος και επηρεαστούν κάποιες τσέπες, τότε μόνο μπορεί να πιέσεις για να κερδίσεις κάτι.
Δεν έχουμε καμία υποστήριξη, σαν να είμαστε αόρατοι, αλλά όταν φτάνουν οι εκλογές λένε στους ηθοποιούς να κατέβουν υποψήφιοι βουλευτές επειδή ξέρουν ότι υπάρχει δημοφιλία στον δικό μας χώρο. Και εμείς είμαστε τόσο αφελείς που μας ξανατουμπάρουν. Εγώ λέω τα πράγματα όπως τα βλέπω».
Εκτός από το «Πάρτυ», αυτή την περίοδο σκηνοθετείτε και τα «Οικόπεδα με Θέα», μια παράσταση που έχει μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη.
«Εξαιρετικός ο θίασος και στα "Οικόπεδα με Θέα". Με τον Γεράσιμο Σκαφίδα, τον Μάκη Παπαδημητρίου, τον Γιάννη Δρακόπουλο είχαμε ξανασυνεργαστεί. Δουλέψαμε πάρα πολύ όμορφα -και επαγγελματικά και ανθρώπινα- γίναμε μια οικογένεια. Δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν να λείπει από την παρέα αυτή, είναι όλοι εξίσου σημαντικοί και χαίρομαι που η παράσταση είχε τεράστια επιτυχία από την πρώτη μέρα και εισπρακτικά και καλλιτεχνικά. Επιτυχία για εμένα είναι όταν φτάνει η γενική πρόβα και λες στον άλλον σε ευχαριστώ που μου έκανες την τιμή να είσαι μαζί μου σε αυτή την παράσταση. Αυτό συνέβη στα "Οικόπεδα" που ήταν από τις πιο ευτυχείς συγκυρίες της ζωής μου».
Πώς ήταν η συνεργασία με τον Γιάννη Μπέζο και τον Άρη Λεμπεσόπουλο;
«Είναι δύο ηθοποιοί που λειτουργούν ως μαθητές, και το λέω με πάρα πολύ καλή έννοια αυτό. Έχουν πάρα πολλές γνώσεις, είναι δύο σημαντικοί ηθοποιοί με τεχνική, συναίσθημα, επαγγελματισμό, με ανοιχτωσιά προς τους νέους, Κύριοι με "Κάπα" κεφαλαίο και ταυτόχρονα σέβονται πολύ τον κάθε ρόλο, τον κάθε σκηνοθέτη, τον σκηνογράφο, τον παραγωγό και σου επιτρέπουν να κάνεις τη δουλειά σου πάρα πολύ όμορφα, δίνουν πράγματα και νιώθεις κι εσύ ότι μπορείς κάτι να τους δώσεις, ότι μπορούν να πάρουν από εσένα. Αυτό είναι σπάνιο και ακομπλεξάριστο, για αυτό και με συγκινούν ακόμα περισσότερο, όπως και ο Θανάσης Κουρλαμπάς. Όλοι, είναι συγκινητική η στάση τους και στην πρόβα και στην παράσταση. Σέβονται πολύ τους συναδέλφους, τη σκηνοθεσία και το κείμενο. Παρότι έχουν υπάρξει θιασάρχες και παρότι είναι στην κορυφή οι ίδιοι. Για αυτό και είναι ακόμα πιο σπουδαίοι».
Αφήνουμε λίγο τα θεατρικά, για να σας ρωτήσω για την εμπειρία σας στην επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά «Παγιδευμένοι».
«Ήταν για εμένα μια πολύ ευτυχής συγκυρία και ένας ρόλος που αγάπησα πάρα πολύ. Ο "Ηλίας" δούλευε στο εγκληματολογικό, έκανε έναν φόνο κι ενώ συμμετείχε στις έρευνες για τον δολοφόνο, στην ουσία προσπαθούσε να σαμποτάρει την ανακάλυψη του, ώστε να μην τον πιάσουν. Ήταν ένας πολύ ενδιαφέρον ρόλος γιατί έκανα κάτι που δεν έχω ξανακάνει, δηλαδή έναν χαρακτήρα που είχε μια έντονη αρνητική πλευρά. Ήμουν με συναδέλφους που είχα ξαναπαίξει στο παρελθόν ή με άλλους που ήμασταν φίλοι και παίξαμε για πρώτη φορά, γνώρισα και νέους συναδέλφους πολύ αξιόλογους. Ήταν μια πολύ ευτυχής συνεργασία. Προς το τέλος ο ήρωάς μου αυτοκτονεί οπότε δεν είχε συνέχεια, αλλά το χάρηκα πάρα πολύ. Η τελευταία σκηνή που γυρίσαμε ήταν και τεχνικά δύσκολη οπότε την απήλαυσα εκείνη την ημέρα γυρίσματος. Η σειρά συνεχίζει επιτυχημένα και είμαι πολύ χαρούμενος που ήμουν κομμάτι της.
Ωστόσο, σε αυτό που θέλω να σταθώ είναι ότι μου έχει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση η αναγνωρισιμότητα που μπορεί να προσφέρει ένας τηλεοπτικός ρόλος, ένα πέρασμα 10 επεισοδίων. Μπορεί να είσαι στο θέατρο 20 χρόνια, έχοντας κάνει επιτυχίες και με ένα τηλεοπτικό πέρασμα σε ξέρει όλος ο κόσμος και σου δίνει συγχαρητήρια για αυτό. Στο θέατρο μπορεί να έχεις δώσει τη ζωή σου, να έχεις φτύσει αίμα, να έχεις καταθέσει την ψυχή σου και να μην το αναγνωρίζει κανένας. Αυτό είναι κάτι που το επεξεργάζομαι πάρα πολύ μέσα μου το τελευταίο διάστημα. Όχι θετικά ή αρνητικά, απλώς προσπαθώ να αξιολογήσω τον θαυμασμό που προκαλεί ο ηθοποιός της τηλεόρασης σε σχέση με τον ηθοποιό του θεάτρου. Όπου και να πήγαινα με σταματούσαν και μου έλεγαν για τον τηλεοπτικό ρόλο και κυρίως στο θέατρο. Εκεί με είχε ταράξει. Μπορεί να πήγαινα να δω τις παραστάσεις μου και στο φουαγιέ δεν μου έλεγε κανείς συγχαρητήρια για την παράσταση που μόλις είχε δει, διότι αγνοούσε παντελώς ότι εγώ την είχα σκηνοθετήσει, όπως για παράδειγμα το "Σεσουάρ Για Δολοφόνους", μια εμπορική παράσταση. Ερχόντουσαν να μου πουν σχόλια ή συγχαρητήρια για τον "Ηλία" στους "Παγιδευμένους"».
Τι ανάγκη εξυπηρετεί η σκηνοθεσία και τι η υποκριτική;
«Αγαπώ πολύ και τα δύο. Η σκηνοθεσία περισσότερο εξυπηρετεί την ανάγκη μου για ελευθερία στο κομμάτι της φαντασίας και της δημιουργίας. Ο σκηνοθέτης πλάθει κόσμους και μέσα σε αυτούς εντάσσει κι άλλους ανθρώπους, τους ηθοποιούς του. Λέει μια ιστορία με τον τρόπο που θέλει να την πει. Γίνεται ένα είδος "προξενητή", "προξενεύει" ένα έργο στον κόσμο. Θέλει να "παντρέψει" τον θεατή με τον συγγραφέα. Εμένα με συγκινεί πολύ αυτό. Έχει κάτι ιερό στα χέρια του, ένα κείμενο που αγαπάει και θέλει να του δώσει ζωή.
Η ανάγκη που καλύπτει μέσα μου η υποκριτική είναι ότι με κάνει να ζω πολλές ζωές, να ανακαλύπτω τον εαυτό μου, τα όριά μου, του σώματός μου, του μυαλού μου, της σκέψης μου, με αποτοξινώνει από την καθημερινότητά μου. Συνδέεσαι και εμπιστεύεσαι άλλους ανθρώπους. Και μου αρέσει κι εγώ να συντελώ και να βοηθώ στην υλοποίηση ενός οράματος, μου αρέσει να είμαι στρατιώτης και εργάτης του σκηνοθέτη».
Έχετε σκεφτεί να σκηνοθετήσετε μια ταινία στον κινηματογράφο;
«Πιο πολύ μου αρέσει να σκηνοθετώ στην τηλεόραση παρά στον κινηματογράφο, γιατί μου αρέσουν οι πιο γρήγοροι ρυθμοί. Δεν το έχω κάνει, μπορεί να γοητευτώ αν το κάνω στην πράξη. Στη θεωρία όμως, δεν είναι μια φιλοδοξία που έχω. Αλλά και το θέατρο στη ζωή μου κάπως έτσι μπήκε, μου είπαν κάποια στιγμή να σκηνοθετήσω, το έκανα και γοητεύτηκα. Δηλαδή έβαλα το δάχτυλό μου στο μέλι, το δοκίμασα και μου άρεσε. Δεν ήταν κάτι που είχα στο μυαλό μου νωρίτερα. Η υποκριτική ήρθε όταν είδα παραστάσεις από μικρή ηλικία με τη μητέρα μου, ενώ η σκηνοθεσία άρχισε να μου αρέσει όταν σκηνοθέτησα».
Ωστόσο, παρά τις σπουδαίες θεατρικές συνεργασίες, πρέπει να έχετε ακούσει και αρκετά «όχι».
«Πάρα πολλά! Κάποια "όχι" ήταν και πάρα πολύ όμορφα και με βοήθησαν πάρα πολύ. Τα περισσότερα ήταν και πολύ σωστά "όχι", καλώς δεν συνεργαστήκαμε γιατί μπορεί να μην ταιριάζαμε, να μην ήταν καλός ο συγχρονισμός ή να είχα κάνει και εγώ λάθος στην επιλογή μου. Έχω ακούσει και έχω πει πολλά "όχι"».
Και η θητεία σας στη δημοσιογραφία ως αθλητικογράφος πώς ήταν; Έχετε πει ότι αυτό το επάγγελμα έχει πολύ άγχος.
«Είναι πολύ πιο αγχώδες επάγγελμα η δημοσιογραφία από το θέατρο και αυτή μου έμαθε να διαχειρίζομαι το άγχος μου. Το άγχος που περνάμε τώρα στο θέατρο είναι πολύ πιο μικρό από εκείνο της εφημερίδας που είχαμε μήπως έχουμε χάσει κάποιο αποκλειστικό θέμα, να προλάβουμε να κλείσουμε το φύλλο, κλπ. Μάλιστα, εγώ ήμουν στα διεθνή, έκανα γερμανικό ρεπορτάζ και έπρεπε να μιλάω καθημερινά με ξένους συναδέλφους. Ήταν μια συνεχής διαδικασία, με πολύ άγχος αλλά μου έμαθε πάρα πολλά, ασχολήθηκα επαγγελματικά τρία χρόνια, από τα 18 μέχρι τα 21 μου και αυτό ήταν που με ωρίμασε πάρα πολύ. Ίσως αν δεν είχα περάσει από τη δημοσιογραφία να μην ήμουν σκηνοθέτης τώρα. Είναι κάτι που μου λείπει μπορώ να πω, κάποια στιγμή είχα πει στον εαυτό μου ότι θα επέστρεφε στη δημοσιογραφία. Ήμουν πολύ ερωτευμένος και με αυτό τον χώρο. Και βρίσκω πολλά κοινά με το θέατρο».
Θα μου πείτε ένα από αυτά;
«Σίγουρα είναι το άγχος, η διαχείρισή του και η ομαδικότητα. Πρέπει να παίξεις μπάλα με πολύ κόσμο και στους δύο χώρους. Είναι ατομικό και ομαδικό ταυτόχρονα. Δηλαδή, εξελίσσεσαι ατομικά δουλεύοντας ομαδικά. Έχει αυτό το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό».
Ποια είναι τα επόμενα σχέδια που έχετε στα σκαριά;
«Σκηνοθετώ για το καλοκαίρι μια παράσταση που θα ανέβει στις 16 Ιουνίου στο Αίθριο Θέατρο του Ελληνικού Κόσμου σε διασκευή της Ελένης Ράντου που βασίζεται σε διηγήματα του Τσέχωφ. Έχει τίτλο "Βότκα Μολότοφ" και είναι ένα σπουδαίο έργο του Νιλ Σάιμον, εξαιρετικό, πολύ δυναμικό με έναν σπουδαίο θίασο. Το έργο περνάει μέσα από αυτές τις τρεις πένες για να φτάσει σε εμάς και έχει πολλά στοιχεία που μας προϊδεάζουν για τα θεατρικά έργα που έγραψε ο Τσέχοφ. Θα κάνουμε επίσης παραστάσεις σε κάποια μεγάλα φεστιβάλ της Ελλάδας σε ανοιχτά θέατρα.
Την επόμενη σεζόν θα σκηνοθετήσω ξανά για τρίτη χρονιά το "Σεσουάρ για Δολοφόνους" στο Λαμπέτη. Στον Ακάδημο θα κάνω τον "Μάρτυρα Κατηγορίας" της Αγκάθα Κρίστι και επίσης συζητάμε τον προγραμματισμό στο θέατρο Άνεσις για την επόμενη παραγωγή μας. Έχω και κάποια άλλα σχέδια που συζητάω ως ηθοποιός αλλά ακόμα δεν είναι ανακοινώσιμα».
Διαβάστε επίσης
«To Πάρτυ» για πρώτη φορά στην Ελλάδα
Ανακρίναμε τη Δανάη Σκιάδη από το «Σώσε με», την αστυνομική σειρά που μας έχει καθηλώσει
Ο Γιώργος Χρυσοστόμου παραλίγο νοσηλευτής - Οι πρώτες βοήθειες και η θεραπευτική ιππασία
Κίμων Κουρής στο Newsbomb.gr: «Αν με δεις σε μπαρ δεν θα με εμπιστευτείς»
Ο «Παγιδευμένος» Σόλων Τσούνης μας ξεναγεί στο «καταφύγιο» του