Κώστας Βουτσάς: Οι γάτες που τον έσωσαν από το κρύο και η μαύρη πέτρα που έριξε πίσω του
«Όταν κάθομαι σπίτι, ακούω την πίεσή μου, γλείφω το ζάχαρό μου, υποφέρω. Θέλω να βγαίνω έξω και να δουλεύω! Όταν έχω κάποια πρόταση, θα πάω αμέσως. Και ευτυχώς, έχω προτάσεις συνέχεια». Ο Κώστας Βουτσάς παρέμεινε ενεργός στην τέχνη του, μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Ο σπουδαίος ηθοποιός μας, «έφυγε» από τη ζωή σαν σήμερα, στις 26 Φεβρουαρίου 2020, από λοίμωξη του αναπνευστικού, μετά από σύντομη νοσηλεία του.
Κώστας Σαββόπουλος
Το οικογενειακό επίθετο του ηθοποιού ήταν «Σαββόπουλος». Το «Βουτσάς» επικράτησε από τον παππού του που έφτιαχνε βαρέλια και τα βαρέλια παλαιότερα λέγονταν και «βουτσιά». Μάλιστα, όταν ξεκινούσε την καριέρα του στο θέατρο, ένας θιασάρχης τού είχε προτείνει να το αλλάξει σε «Βέσελης», αλλά εκείνος αρνήθηκε.
Τσιλιαδόρος σε παπατζήδες
Μια από τις δουλείες που έκανε μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του, ήταν τσιλιαδόρος σε παπατζήδες. Όσο παιζόταν «εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς» εκείνος κρατούσε τσίλιες για να ειδοποιήσει έγκαιρα αν έβλεπε κάποιο αστυνομικό, ώστε να φύγουν εγκαίρως. Η μητέρα του που πάντα καρδιοχτυπούσε του έλεγε: «Παιδί μου μη σε πιάσουν και σε πάνε στη φυλακή, γιατί όλοι θα πουν ο γιος του κομμουνιστή είναι αλήτης».
Οι γάτες που τον έσωσαν από το κρύο
Ο Κώστας Βουτσάς είχε εξιστορήσει κάποτε μια ιστορία από την αρχή της καριέρας του ως ηθοποιός στα μπουλούκια, σε μια εποχή με πολλή φτώχεια, στερήσεις και κακουχίες. Ήταν χειμώνας βαρύς και παίζανε σε μια κωμόπολη της Μακεδονίας. «Είχε ψοφόκρυο. Χιόνιζε. Το χε στρώσει δέκα πόντους» Ο ιδιοκτήτης του «ξενοδοχείου», «γιατί χάνι ήταν», τους λυπήθηκε και τους παραχώρησε τρία-τέσσερα δωμάτια να περάσουν το κρύο βράδυ τους.
«Σε εμένα έτυχε το μικρότερο, η σοφίτα, τουλάχιστον δεν θα το μοιραζόμουν», είχε πει. Ωστόσο ήταν ετοιμόρροπο, με ένα ράντζο και με σπασμένα τζάμια. «Έμπαζε παγωνιά. Έπεσα με τα ρούχα, σκεπάστηκα όπως-όπως με μια σκοροφαγωμένη κουβέρτα και με κάτι εφημερίδες κι έκλεισα τα μάτια. Κροτάλιζαν τα δόντια μου ώσπου με πήρε ο ύπνος», είχε διηγηθεί.
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της νύχτας ο νεαρός Κώστας Βουτσάς ξύπνησε από μια αίσθηση ζεστασιάς. «Μια ξαφνική χόβολη άλλο πράγμα! "Αυτό ήταν" σκέφτομαι. "Πέθανα και πήγα στον παράδεισο"». Ανασηκώθηκε και στο μισοσκόταδο είδε «μισή ντουζίνα γάτες και γατάκια, οικογένεια ολόκληρη, είχαν τρυπώσει από το σπασμένο τζάμι κι είχαν κουρνιάσει και γουργούριζαν πάνω μου! "Σε αγαπάει ο Θεός, Κωστάκη!” είπα τότε στον εαυτό μου"».
Μαύρη πέτρα
Ο Βουτσάς τελείωσε το Μακεδονικό Ωδείο Θεσσαλονίκης και στην αρχή συμμετείχε στα γνωστά μπουλούκια, δηλαδή τους περιπλανώμενους θιάσους, πριν έρθει στην Αθήνα για να αναζητήσει την τύχη του. Την ημέρα που έφευγε, στον σταθμό του τρένου πήρε μια πέτρα που είχε γίνει μαύρη από τα λάδια της ατμομηχανής και την πέταξε μακριά, ρίχνοντας κυριολεκτικά μαύρη πέτρα πίσω του!
«Δεν κάνεις για το θέατρο»
Στην Αθήνα ο Βουτσάς έδωσε εξετάσεις για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, καθώς τότε ήταν απαραίτητη για τους ηθοποιούς. Αξιοσημείωτο είναι ότι χρειάστηκε να δώσει εξετάσεις τρεις φορές επειδή η επιτροπή των απέρριψε τις δύο πρώτες! Ο ίδιος είχε πει, ότι ένα μέλος της επιτροπής τού είπε πει κατά λέξη ότι «εσύ δεν κάνεις για το θέατρο» και τον συμβούλεψε μάλιστα να πάει να εργαστεί ως υπάλληλος σε καμία τράπεζα.
Η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση στην ταινία (Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται» (1953)
Ο Κώστας Βουτσάς πραγματοποίησε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο το 1953, σε ηλικία 22 ετών, στην ταινία Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται σε σκηνοθεσία Γιώργου Λαζαρίδη.
Ο ηθοποιός εμφανίζεται στην ταινία για λίγα δευτερόλεπτα ως κομπάρσος. Διακρίνεται αριστερά να γελάει και να χειροκροτάει.
«Είμαι στο θέατρο 70 χρόνια πια και το κοινό μου ανταποδίδει την αγάπη. Το να με φιλήσουν, να με αγκαλιάσουν, να μου ζητήσουν μια φωτογραφία κι εγώ να ανταποκριθώ δεν το θεωρώ απλώς υποχρέωσή μου, είναι σαν να δίνω δεύτερη παράσταση. Ποτέ δεν σνόμπαρα το κοινό μου». Ο Κώστας Βουτσάς θα παραμείνει πάντα ο αιώνιος έφηβος μέσα στις καρδιές του κοινού που τόσο τον αγάπησε...
*Με πληροφορίες από Finos Film, Wikipedia, Μηχανή του Χρόνου
Διαβάστε επίσης
Ο άνθρωπος Κάρολος Κουν: Οι συμβουλές, οι παραξενιές και το χρώμα που αντιπαθούσε
Γεωργία Βασιλειάδου: «Η κωμικιά των κωμικών, ω κωμικιά!»
Νίκος Κούρκουλος: Ο ζεν πρεμιέ που αγάπησε ο φακός και οι γυναίκες