Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Απέραντος ο ουρανός» - Διαβάστε το 2o μέρος «Το πολύ έξι μήνες»

Αυτό το Σαββατοκύριακο διαβάζουμε το δεύτερο κεφάλαιο από το νέο διήγημα του Newsbomb.gr, «Απέραντος ο ουρανός».

Το Newsbomb.gr κάθε μήνα φιλοξενεί ένα διήγημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Κυριάκου Κουζούμη ο οποίος το γράφει ειδικά για το Weekend Edition.

O «Απέραντος ο ουρανός» είναι το δεύτερο διήγημα του Κυριάκου για το Newsbomb.gr. Το δεύτερο κεφάλαιο του διηγήματος έχει τίτλο «Το πολύ έξι μήνες» και είναι διαθέσιμο για εσάς.

Καλή ανάγνωση!

Πέρασε μία εβδομάδα από την επίσκεψη του Κώστα στον ογκολόγο. Ήταν βράδυ όταν ο ίδιος στριφογυρνούσε στο κρεβάτι και πάλευε να βολέψει κάπως το βάρος του κορμιού του, διότι οι οξείς πόνοι στην κοιλιακή χώρα δεν του άφηναν πολλά περιθώρια.

«Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι. Δεν το αντέχει η καρδιά μου, δεν το καταλαβαίνεις;», ρώτησε απελπισμένη η Νατάσα.

«Μην μου δίνεις σημασία. Θα περάσει. Έχω πάρει παυσίπονο», της είπε μέσα από αγκομαχητά.

«Δεν έχεις στομαχόπονο, Κώστα. Τι να σου κάνει το παυσίπονο;» επιθετικός ο τόνος της.

«Θα περάσει, είπα. Κοιμήσου».

Τότε η Νατάσα κοπάνησε το χέρι πάνω στο μαξιλάρι και απάντησε με αποφασιστικότητα: «Ώς εδώ. Καλώ ασθενοφόρο αυτή τη στιγμή και πάμε νοσοκομείο. Θα έρθεις, έστω και με το ζόρι, άκουσες; Δεν σου επιτρέπω να συμπεριφέρεσαι σαν ανόητος έφηβος», τον είδε που έκανε να της μιλήσει και τον πρόλαβε στη στιγμή. «Λες ότι μ’ αγαπάς πιο πολύ απ’ τον εαυτό σου. Αν λοιπόν το εννοείς, θέλω εκτός απ’ την αγάπη σου, να έχω και τη σκέψη σου. Κι από την άλλη, το παιδί δεν το σκέφτεσαι; Τελεία και παύλα! Καλώ ασθενοφόρο», είπε βροντερά και σηκώθηκε απότομα.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Ο Κώστας ξύπνησε το χάραμα μέσα στο μονόκλινο δωμάτιο του ιδιωτικού νοσοκομείου. Μέσα στη θολούρα του διέκρινε την πεταλούδα στο αριστερό του χέρι και κάμποσα σωληνάκια να εξέχουν. Ο πόνος στην κοιλιακή χώρα έδειχνε να έχει ημερέψει, η ζαλάδα όμως επέμενε.

Έξω από το δωμάτιο η Νατάσα συνομιλούσε με τον θεράποντα γιατρό. Τα μάτια κατακόκκινα και η καρδιά της φτερό στον ούριο άνεμο της απόγνωσης.

«Δηλαδή, θες να μου πεις ότι…»

«Έξι μήνες! Το πολύ!» ήταν τα λόγια του Μενέλαου.

Πύρινα δάκρυα ξεπήδησαν απ’ τις φυλακές των ματιών της κι ένα αλόγιστο τρέμουλο την κατέκλυσε από την κορυφή ώς τα νύχια.

«Νατάσα μου, αυτές τις ώρες το μόνο που χρειάζεται είναι ψυχραιμία. Σήμερα κιόλας θα συζητηθεί η περίπτωσή του στο συμβούλιο. Κατά πάσα πιθανότητα, θα ακολουθήσει το σχήμα χημειοθεραπειών που γνωρίζω. Είναι βαθιά επίπονο, μα δεν υπάρχει άλλη οδός».

«Δεν… Δεν μπορεί να χειρουργηθεί; Άλλοι στο συκώτι χειρουργούνται. Τους αφαιρείται ένα μέρος μαζί με την κακοήθεια και έπειτα αυτό αναπλάθεται, κάνω λάθος;», τρεμάμενη η φωνή της, σαν ήχος από χαλασμένο γραμμόφωνο.

«Η περίπτωσή του δεν αφήνει τέτοια περιθώρια. Ο όγκος έχει αγγίξει τα χοληφόρα αγγεία. Για να σ’ το πω με απλά και κατανοητά λόγια, είναι σαν μία τσίχλα κολλημένη στα μαλλιά. Αφαιρείται δίχως να επηρεαστούν οι τρίχες;»

«Και με τις χημειοθεραπείες τι θα πετύχουμε;»

«Αν ο οργανισμός του αντιδράσει θετικά, τότε ίσως ο όγκος συρρικνωθεί. Έπειτα… οι εξετάσεις θα μας υποδείξουν τα επόμενα βήματα. Ακόμη είναι νωρίς».

«Φοβάμαι, Μενέλαε. Έχουμε ένα παιδί», ξέσπασε σε κλάματα.

«Θα το παλέψουμε. Είναι το μόνο που μπορώ να σου πω για την ώρα», της έσφιξε στοργικά τον ώμο και αποχώρησε, κρύβοντας με δυσκολία το δικό του βούρκωμα.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Λίγες ημέρες πριν αλλάξει ο χρόνος, ο Κώστας είχε ήδη υποβληθεί στη δεύτερη χημειοθεραπεία. Τα αποτελέσματα άρχισαν να γίνονται εμφανή στην εικόνα του. Τα μαλλιά του έπεσαν και το άλλοτε φωτεινό χρώμα του παρέδωσε σκυτάλη σε ωχρούς τόνους.

Οι πόνοι στα κόκκαλα φρικτοί, ενώ το στομάχι του διαλυμένο. Ένιωθε συνεχώς την τάση για εμετό, ωστόσο αυτό που τον ενοχλούσε πιο πολύ ήταν εκείνη η ακατάπαυστη ζαλάδα.

Με τη βοήθεια της Νατάσας κάθισε στην κουνιστή πολυθρόνα δίπλα στο αναμμένο τζάκι. Πιο πέρα το χριστουγεννιάτικο δένδρο και γύρω σκορπισμένα στολίδια. Αν και ο Κώστας ποτέ του δεν αγαπούσε τις εορταστικές περιόδους, η Νατάσα πίστευε πως η όλη χαρούμενη ατμόσφαιρα θα του έπαιρνε τον νου. Τον άφησε να διαβάσει την εφημερίδα του και κλείστηκε στην κουζίνα.

Παραμονή πρωτοχρονιάς ο γιος τους, ο Στέλιος τους έκανε έκπληξη. Αν και τους είχε πει πως θα έμενε στα Γιάννενα για να αλλάξει τον χρόνο μαζί με το κορίτσι του, τελικά έφτασε στο πατρικό του βαστώντας μία μεγάλη βαλίτσα και μερικά δώρα. Η Νατάσα τα ’χασε από τη χαρά της. Τον τύλιξε στην αγκαλιά της και τον έσφιξε δυνατά. Σχεδόν αμέσως μετά ο Στέλιος αναζήτησε τον πατέρα του. Ήταν πλήρως ενήμερος για την κατάστασή του. Τον είδε ξαπλωμένο στον καναπέ και πήρε θέση δίπλα του. Του έπιασε το χέρι και το βλέμμα του βυθίστηκε στα μελαγχολικά μάτια του πατέρα του.

«Πονάς;»

«Τώρα που ήρθες, ούτε που το σκέφτομαι. Τελικά τα παυσίπονα είναι υποδεέστερα μπροστά σου», είπε και έκανε να σηκώσει ελαφρά την πλάτη του. Ένας γοερός βήχας όμως, τον κράτησε ακίνητο.

«Είσαι δυνατός, μπαμπά. Θα το νικήσεις. Μαζί θα το νικήσουμε. Δεν θα επιστρέψω στα Γιάννενα, αν…», δεν πρόλαβε να συνεχίσει.

«Αν θες να κάνεις κάτι για μένα, να κοιτάξεις τον εαυτό σου. Εγώ σε μεγάλωσα με στόχους και όνειρα. Δεν θα τα αφήσεις. Σου απαγορεύω να τα αφήσεις για μένα. Άκουσες;»

«Μα πώς είναι δυνατόν, εσύ να είσαι σ’ αυτή την κατάσταση κι εγώ…»

«Εσύ έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου. Για ποιον κοπιάζαμε με τη μητέρα σου τόσα χρόνια, ε; Δεν θα χάσεις ούτε μάθημα. Μετά τις γιορτές πίσω στη σχολή σου. Μ’ άκουσες;»

Ο Στέλιος δάκρυσε. Ήθελε να πει πολλά, αλλά του ήταν αδύνατον. Έπεσε στην αγκαλιά του πατέρα του και έμεινε εκεί για κάμποσο.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Η τηλεόραση πρόβαλε ένα εορταστικό πρόγραμμα γεμάτο τραγούδια και γλέντια. Λόγω της κατάστασής του είχαν επιλέξει να μείνουν οι τρεις τους. Ο χρόνος άλλαξε και ο Στέλιος άνοιξε ένα μπουκάλι σαμπάνια. Σέρβιρε σε κολονάτα ποτήρια και τσούγκρισε με τους γονείς του.

«Στην υγειά σου, μπαμπά. Πάνω απ’ όλα στην υγειά σου. Δεν έχω τίποτα άλλο να ευχηθώ».

Η Νατάσα δάκρυσε καθώς βρισκόταν ανάμεσα στους δύο άνδρες της ζωής της.

Ήπιαν και η ώρα πέρασε σχεδόν ξέγνοιαστα.

Λίγο αργότερα, ο Κώστας με τη Νατάσα είχαν μείνει μόνοι. Εκείνος της ζήτησε να καθίσει ακριβώς δίπλα του στον καναπέ. Την πήρε αγκαλιά και της φανέρωσε κάτω από την κουβέρτα έναν φάκελο.

«Τι είναι αυτό;» απόρησε εκείνη.

«Κάτι που σου οφείλω εδώ και είκοσι τόσα χρόνια. Θυμάσαι; Σκοπεύαμε να ταξιδέψουμε στη Λατινική Αμερική, αλλά… έμεινες έγκυος. Έκτοτε, δεν σηκώσαμε κεφάλι οικονομικά. Τον τελευταίο καιρό λοιπόν, μάζευα ό,τι περίσσευε και δεν περίσσευε και… συγκέντρωσα το απαραίτητο ποσό».

Το ύφος της παγωμένο και διχοτομημένο ανάμεσα στη λύπη και τη χαρά.

«Εγώ δεν θα τα καταφέρω. Το ξέρω, Νατάσα μου. Και το ξέρω και το νιώθω. Θέλω λοιπόν να μου υποσχεθείς κάτι. Θέλω να κάνεις αυτό το ταξίδι μαζί με το παιδί μας. Έχω φροντίσει τα πάντα. Όλο το πακέτο είναι ανοιχτό χρονικά. Θέλω να πάτε. Δεν σ’ το ζητώ. Το απαιτώ. Σου το χρωστάω…» Δάκρυα κύλησαν στα μάγουλά του.

«Τι είναι αυτά που λες; Πώς είναι δυνατόν να…» αντάρα ξεσηκώθηκε στα σωθικά της.

«Μίλησα! Το απαιτώ! Μου το υπόσχεσαι;»

«Όχι! Δεν πάω πουθενά δίχως εσένα. Πουθενά! Πρώτα θα γίνεις καλά και έπειτα…», είπε μέσα από λυγμούς.

«Σσσσς! Ας είμαστε ειλικρινείς, αγάπη μου. Εγώ ήδη μετράω αντίστροφα. Σου στέρησα τότε αυτό το ταξίδι, δεν θέλω να σου το στερήσω και τώρα».

«Κώστα…» ψέλλισε χαμένη και κρύφτηκε στην αγκαλιά του.

Η σιωπή απλώθηκε στον χώρο και έμεινε μονάχα η χαμηλή εορταστική μουσική από τα φωτάκια του χριστουγεννιάτικου δένδρου να χορεύει στην ατμόσφαιρα σαν παιχνιδιάρα ερασιτέχνης μπαλαρίνα.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Στα μέσα του Ιανουαρίου ο Κώστας συνοδεία της Νατάσας έφτασε στο νοσοκομείο για την καθιερωμένη χημειοθεραπεία. Το ταξί τους άφησε έξω από την πύλη. Το κρύο μάστιζε τα μάγουλά τους, ενώ οι σταγόνες της βροχής στα σύννεφα καραδοκούσαν για απόδραση.

Ανέβηκαν στον πρώτο όροφο και εκεί η Νατάσα τον βοήθησε να καθίσει σε έναν διθέσιο άβολο καναπέ, μέχρι η ίδια να συνεννοηθεί με την κοπέλα πίσω από τον πάγκο της υποδοχής. Ο Κώστας άφησε το βλέμμα του να πλανηθεί στον χώρο. Η μυρωδιά του νοσοκομείου έξυνε τα ρουθούνια του και το στομάχι του είχε ήδη ανακατευτεί.

Λίγο μετά, η Νατάσα τον πλησίασε για να τον οδηγήσει στον θάλαμο όπου θα ξάπλωνε για να υποβληθεί στη χημειοθεραπεία. Μόλις όμως ο Κώστας σηκώθηκε, η άκρη του ματιού του είδε έναν άνδρα να βγαίνει από ένα δωμάτιο. Μαρμάρωσε στη στιγμή! Τα πόδια πέτρωσαν και τα μάτια γούρλωσαν. Σαν φλας έσκασε στον ουρανό της μνήμης του η εικόνα του άνδρα που είχε συναντήσει έξω από το ταξιδιωτικό πρακτορείο πριν από λίγες εβδομάδες. Δεν μπορούσε να πιστέψει ό,τι έβλεπε. Ήταν ίδιος. Ολόιδιος! Τότε έμοιαζε με ζητιάνος, τώρα έφερε κοστούμι και γραβάτα.

«Είσαι καλά;» τον ρώτησε η Νατάσα, εκείνος όμως δεν μπορούσε να πει το παραμικρό.

Ακολούθησε με το ορθάνοικτο βλέμμα του εκείνον τον άνδρα και τον είδε να κάθεται πλάι σε μία νεαρή γυναίκα. Υπέθεσε πως θα ήταν συγγενής της. Όλα μέσα του ήταν τόσο μπερδεμένα.

«Πάμε; Από ’δώ…» του έδειξε η Νατάσα και τον βοήθησε να προχωρήσει.

«Εεε… Ναι, ναι… πάμε», άρχισε να συνέρχεται απ’ τον εσωτερικό κλονισμό. Γύρισε την πλάτη σ’ εκείνον τον άνδρα και έκανε το πρώτο βήμα. Το αποτέλεσμα ήταν να μην δει ποτέ του πως εκείνος ο άνδρας είχε μόλις σηκώσει το βλέμμα του στην πλάτη του Κώστα και ένα αμυδρό χαμόγελο είχε απλωθεί στις ράγες των χειλιών του. Ένα χαμόγελο σχεδόν ειρωνικό, απ’ εκείνα που καμιά φορά η μοίρα χαρίζει στα ανθρώπινα παιχνίδια της…

*Μην χάσετε το τρίτο κεφάλαιο: «Το πρόσωπο στην οθόνη»



Διαβάστε επίσης

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Απέραντος ο ουρανός» - Διαβάστε το 1o μέρος «Όνειρο ζωής»

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Ο ήλιος των ψυχών» - Διαβάστε το 4ο μέρος «Για τη Σταυρούλα»

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Ο ήλιος των ψυχών» - Διαβάστε το 3ο μέρος «Σκόνη και χάος»

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Ο ήλιος των ψυχών» - Διαβάστε το 2ο μέρος «15 δευτερόλεπτα»

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Ο ήλιος των ψυχών» - Διαβάστε το 1ο μέρος «Ο ίδιος εφιάλτης»

Δείτε όλο το Weekend Edition εδώ