«Φίλε… έφυγε ο Στράτος»: Το τελευταίο τραγούδι που ηχογράφησε ο Διονυσίου
Ο Στράτος Διονυσίου υπήρξε από τις πιο στιβαρές και δυνατές φωνές της ελληνικής μας μουσικής. Επηρεασμένος μουσικά από τον ιεροψάλτη πατέρα του απέκτησε μια βυζαντινή δωρικότητα. Ο Τάκης Μουσαφίρης τον θεωρούσε θεϊκό τραγουδιστή καθώς μπορούσε να ηχογραφήσει έναν δίσκο σε λίγες ώρες. Παράλληλα, ο Τάκης Σούκας έχει δηλώσει για τον Διονυσίου ότι «είναι ο μόνος τραγουδιστής που δεν έχασε ποτέ, ούτε για μια φορά στα τόσα χρόνια τον τόνο του!». Ο Γιάννης Πάριος έχει δηλώσει ότι με την φωνή του κούρδιζε συμφωνική ορχήστρα. Επίσης, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έχει μνημονεύσει τη στιβαρότητα της φωνής του.
Προτού ασχοληθεί με το τραγούδι είχε δουλέψει ως μικροπωλητής, εργάτης και ράφτης. Η πρώτη του επαγγελματική εμφάνιση έγινε στο κέντρο «Φαρίντα» της Θεσσαλονίκης. Εκεί μάλιστα γνώρισε και τη σύντροφο της ζωής του Γεωργία Λαβένη και μαζί απέκτησαν τέσσερα παιδιά.
Τη δεκαετία του '50 ο Διονυσίου κατέβηκε στην Αθήνα και ξεκίνησε να γράφει ιστορία. Ένας από τους σταθμούς της μεγάλης καριέρας του Διονυσίου ήταν το 1967 όταν γνωρίστηκε με τον Άκη Πάνου, ο οποίος του έγραψε μερικές από τις μεγάλες του επιτυχίες: «Γιατί, καλέ γειτόνισσα» (1968), «Φέρτε το παιδί του χάρου» (1971), «Στο σταθμό του Μονάχου» (1972), «Ήταν ψεύτικα» (1972), «Μια γυναίκα» (1984), «Ασ’ τη να φύγει» (1984) κ.ά. Σημαντική στιγμή ήταν ακόμα όταν τον ανακάλυψε ο Μίμης Πλέσσας στο κέντρο «Σου-Μου» της Ιεράς Οδού και του έδωσε να τραγουδήσει το «Βρέχει φωτιά στη στράτα μου» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, που έγραψε για την ταινία «Ορατότης μηδέν» με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο, ένα τραγούδι που σημείωσε τεράστια επιτυχία.
Ακολούθησαν όμως κι άλλοι, πολλοί δίσκοι, με τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες: «Ο παλιατζής» (1969), «Αγάπη μου επικίνδυνη» (1969), «Αφιλότιμη» (1972), κ.ά.
Την περίοδο που μεσουρανούσε, ο Στράτος έμπλεξε σε μια υπόθεση ναρκωτικών, που ο ίδιος τη χαρακτήρισε πλεκτάνη. Στις 30 Μαΐου 1975 καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 3 ετών κι εκτόπιση τριών ετών στα Ιωάννινα για κατοχή ποσότητας ναρκωτικών (χασίς). Οδηγήθηκε στις φυλακές της Τίρυνθας, όπου παρέμεινε μέχρι το Πάσχα του 1976, οπότε αποφυλακίστηκε.
Εκείνη την περίοδο τον στήριξε ο καλός του φίλος Τόλης Βοσκόπουλος, ο οποίος το 1977 έγραψε και του έδωσε το τραγούδι «Αποκοιμήθηκα». Στη δεκαετία του 1980 έκανε τις επιτυχίες «Υποκρίνεσαι», «Τα πήρες όλα», «Και λέγε-λέγε», «Άκου βρε φίλε», «Μόνο οι ερωτευμένοι» ,«Ο λαός τραγούδι θέλει», «Ο Σαλονικιός», «Με σκότωσε γιατί την αγαπούσα», «Εγώ ο ξένος», «Ένα λεπτό περιπτερά», «Καλύτερα μαζί σου και τρελός», «Της γυναίκας η καρδιά»,«Νομίζεις», «Ο ταξιτζής», κ.ά.
«Υπήρχε μία ιεροτελεστία όσον αφορά στην ενδυμασία του πάτερα μου, πριν βγει στην πίστα. Ο πατέρας μου ήξερε από την καλή κι από την ανάποδη, τι κοστούμι πρέπει να φοράει, πώς πρέπει να το φοράει, με το μαντιλάκι… Ο πατέρας μου φορούσε πρώτα τα παπούτσια ώστε να μη χρειαστεί να σκύψει και τσαλακωθεί το παντελόνι. Από τη στιγμή που έβαζε το σακάκι, δεν κουνούσε τα χέρια του για να μην κάνει τσάκιση το σακάκι», είπε αρχικά ο Στέλιος Διονυσίου.
O γιος του, Στέλιος Διονυσίου, σε παλαιότερη συνέντευξή του, έχει μιλήσει για την ιεροτελεστία που ακολουθούσε ο πατέρας του πριν βγει στην πίστα: «Υπήρχε μία ιεροτελεστία όσον αφορά στην ενδυμασία του πάτερα μου, πριν βγει στην πίστα. Ο πατέρας μου ήξερε από την καλή κι από την ανάποδη, τι κοστούμι πρέπει να φοράει, πώς πρέπει να το φοράει, με το μαντιλάκι… Ο πατέρας μου φορούσε πρώτα τα παπούτσια ώστε να μη χρειαστεί να σκύψει και τσαλακωθεί το παντελόνι. Από τη στιγμή που έβαζε το σακάκι, δεν κουνούσε τα χέρια του για να μην κάνει τσάκιση το σακάκι».
Και συνέχισε: «Φορούσε μία ειδική λακ στα μαλλιά. Αν τον ακουμπούσε κάποιος στο κεφάλι μπορεί και να τον σκότωνε. Ήταν μια ιεροτελεστία. Κάποια στιγμή είχε μπει ο Άγγελος στο καμαρίνι του πάτερα μας, τον χαιρέτησε και μετά δεν το θυμόταν, γιατί τόσο ήταν αφοσιωμένος στο να ετοιμαστεί να βγει στην πίστα, μόνο εκείνο έβλεπε. Κάποιος θαμώνας πήγε να του πιάσει τα μαλλιά και ήταν σαν να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα».
Κλείνοντας, ο Στέλιος Διονυσίου αποκάλυψε δύο τραγούδια που δεν ήθελε να τραγουδήσει αρχικά ο πατέρας του: «Ο Γιάννης Πάριος είχε τραγουδήσει στον πάτερα μου το “Τα πήρες όλα και έφυγες” ήταν διστακτικός αλλά τον παρακάλεσαν και τελικά το είπε. Ο πατέρας μου θεωρούσε το “Εγώ να δεις”… γλυκανάλατο, αλλά φαντάσου να μην έλεγε και αυτό το τραγούδι, που έγινε τεράστια επιτυχία, που έχει γίνει και σλόγκαν μεγάλο: “Μου λες μ’ αγαπάς, εγώ να δεις”».
Ο Στράτος «έφυγε» από τη ζωή στις 11 Μαΐου του 1990, σε ηλικία 54 ετών, από ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Nωρίτερα είχε βρεθεί λιπόθυμος σε σουίτα του ξενοδοχείου «Χανδρής» στη λεωφόρο Συγγρού την οποία νοίκιαζε για να παρακολουθεί τις αγαπημένες του ιπποδρομίες, αλλά και την προπόνηση των αλόγων του. Άφησε την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός». Η κηδεία του έγινε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Λίγες ώρες πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, τραγουδούσε στο μαγαζί Στράτος, ενώ νωρίτερα το ίδιο απόγευμα, ηχογράφησε 9 τραγούδια για τον δίσκο «Ποιος άλλος» που κυκλοφόρησε ένα μήνα μετά τον θάνατό του, κάνοντας ρεκόρ πωλήσεων. Σύμφωνα με τον στιχουργό Τάκη Μουσαφίρη, το τελευταίο τραγούδι που ηχογράφησε εκείνη την ημέρα ήταν το «Μη μ’ αφήνεις μόνο μου».
Διαβάστε επίσης
Θανάσης Βέγγος: Ο πιο καλός μας άνθρωπος «έφυγε» σαν σήμερα από τη ζωή
Νίκος Ρίζος: Ο «γίγαντας» του ελληνικού κινηματογράφου που είχε ως αποστολή του το γέλιο
Γρηγόρης Μπιθικώτσης: Σαν σήμερα σίγησε η «φωνή της ρωμιοσύνης»