Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 1o μέρος «Γενναιόδωρος εκβιασμός»

Αυτό το Σαββατοκύριακο διαβάζουμε το νέο διήγημα του Newsbomb.gr, που έχει τίτλο «Μία σου και μία μου»
Unsplash

Το Newsbomb.gr κάθε μήνα φιλοξενεί ένα διήγημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Κυριάκου Κουζούμη.

«Μία σου και μία μου» είναι ο τίτλος του νέου διηγήματος του Κυριάκου για το Newsbomb.gr. Διαβάστε το πρώτο κεφάλαιο «Γενναιόδωρος εκβιασμός».

Καλή ανάγνωση!

«Γενναιόδωρος εκβιασμός»

Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

Το σπορ αυτοκίνητο του Στέφανου πάρκαρε μπροστά από την επιβλητική είσοδο της πολυτελούς πατρικής του οικίας. Η βροχή είχε δυναμώσει. Θέλοντας να επιδείξει τον ιπποτικό χαρακτήρα του, κατέβηκε πρώτος και τρέχοντας έφτασε στη θέση του συνοδηγού. Σκέπασε με τη μαύρη ομπρέλα του το άνοιγμα της πόρτας και άπλωσε το χέρι του για να τραβήξει απαλά τη σαγηνευτική Μαρίζα. Ένα πεταχτό φιλί στα χείλη της και γρήγορα φυγαδεύτηκαν στο χολ.

Ο χαμηλός φωτισμός διαχεόταν στην ατμόσφαιρα, στο βάθος η εντυπωσιακή σκάλα που οδηγούσε στις κρεβατοκάμαρες του πρώτου ορόφου και στο πλάι το ευρύχωρο σαλόνι με όλα τα αντικείμενα σε συμπαντική τάξη.

Ο Στέφανος τύλιξε στην αγκαλιά του τη Μαρίζα και άρχισε να τη φιλάει λάγνα στον λαιμό.

«Σσσσς. Θα μας ακούσουν οι δικοί σου», έκανε να του αντισταθεί.

«Σκασίλα μου. Αφού θα γίνεις γυναίκα μου», της είπε ακάθεκτος. Μεμιάς την άρπαξε από τη χέρι και έτρεξαν στη σκάλα για να χωθούν σαν σκανταλιάρηδες έφηβοι στο υπνοδωμάτιο του.

Μόλις έκλεισαν την πόρτα, ξεπρόβαλε στον φαρδύ διάδρομο η μητέρα του, η δεσποτική Δέσποινα Σοφιανού. Ντυμένη με την εμπριμέ ρόμπα της και έχοντας τα ξανθά μαλλιά της ελεύθερα στήριξε το βάρος του κορμιού της στο γύψινο κάγκελο του εσωτερικού μπαλκονιού και ανασήκωσε ενοχλημένη τον λαιμό της. Σούφρωσε χείλη και πίεσε τα ακροδάχτυλά της μέσα στις παντόφλες της για να διοχετεύσει κάπου την αμηχανία της. Όσα είχε κρυφακούσει δεν της άρεσαν καθόλου, μα καθόλου!

Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

Οι δείκτες στο ρολόι σήμαναν επτά, όταν στην τραπεζαρία ήταν ήδη σερβιρισμένο το πρωινό γεύμα. Στην προεδρική θέση η Δέσποινα με τα μαλλιά της σε κότσο και αριστερά της η κόρη της, η Κατερίνα με τον σύζυγό της τον Παύλο. Κενή η δεξιά θέση.

«Έχω πολλές δουλειές και βιάζομαι», είπε ο Παύλος. Έκλεισε την εφημερίδα, σηκώθηκε, κούμπωσε το σακάκι του κι έδωσε ένα πεταχτό φιλί στην Κατερίνα. Καλημέρισε και τη Δέσποινα και αποχώρησε με προορισμό το κτίριο της ναυτιλιακής εταιρείας που μέχρι πρότινος διοικούνταν από τον πεθερό του, τον Αλέξανδρο Σοφιανό.

Δύο λεπτά μετά, η εικοσιοκτάχρονη Κατερίνα απευθύνθηκε εμφανώς ειρωνικά στη μητέρα της. «Μάλλον το πάπλωμα πλάκωσε τον κανακάρη σου», είπε και συνέχισε αδιάφορα να τρώει τα δημητριακά της.

Η Δέσποινα χασκογέλασε. Δεν υπήρχε περίπτωση να παραιτηθεί λεκτικά. «Χμ! Κοίταξε το δικό σου πάπλωμα που μπάζει από τρίτους, καστανόξανθους εισβολείς με καλλίγραμμες γάμπες και χαμηλή ηθική και άσε των άλλων».

«Όσα ακούγονται για τον Παύλο είναι ασύστολα ψεύδη», απάντησε προσβεβλημένη η Κατερίνα. «Αν δεν ήταν εκείνος, τότε η ναυτιλιακή θα είχε βρεθεί στα βράχια. Τουλάχιστον ο πατέρας, πριν το ατύχημά του, είχε αναγνωρίσει την αξία του γαμπρού του. Κάποια στιγμή, μοιραία, θα το κάνεις κι εσύ. Μέχρι τότε μπορείς να καμώνεσαι την υπερήφανη μητέρα ενός τεμπέλη γιου που το μόνο που κάνει είναι να ζει την πλούσια ζωούλα του, να ξοδεύει αλόγιστα για να επιδεικνύεται και να σέρνεται πάνω σε βρώμικα παπλώματα χωρίς καμία ηθική».

«Πάλι με τον καλό λόγο στο στόμα για μένα είναι η αξιαγάπητη αδελφή μου;» ακούστηκε η φωνή του Στέφανου απ’ το βάθος.

Ο τριαντάχρονος μελαχρινός γόης με τα πράσινα μάτια και το σμιλευμένο κορμί εμφανίστηκε στην τραπεζαρία και κάθισε δεξιά της Δέσποινας. Πέρασε την πετσέτα στα πόδια του και άρχισε να αλείφει βούτυρο στη φρυγανιά του.

«Λέω ψέματα; Αυτή δεν είναι η ζωή σου από το ατύχημα του μπαμπά και μετά; Ζωή χαρισάμενη! Απορώ αν έχεις εικόνα της ναυτιλιακής. Έχεις να πατήσεις το πόδι σου πάνω από πέντε μήνες. Αλλά βέβαια, έχεις άλλες σκοτούρες στο μυαλό σου και κυρίως… στο παντελόνι σου», επιθετικός ο τόνος της. Μεμιάς κοπάνησε τη δική της πετσέτα πλάι στο πιάτο της και σηκώθηκε. «Καλημέρα σας», είπε κοφτά και αποχώρησε, αφήνοντας σχεδόν βουβή τη Δέσποινα.

Λίγη ώρα αργότερα και ενώ η ατμόσφαιρα δεν είχε αποφορτιστεί, η κυρία του σπιτιού έμελλε να δεχθεί ένα ακόμα πλήγμα. Ο Στέφανος αντέδρασε στις ενστάσεις της για τη σχέση του με τη Μαρίζα και υποστήριξε με θέρμη το καλλίγραμμο πρώην μοντέλο που πλέον είχε περάσει στα φόρα της δημοσιογραφίας.

«Και για να τελειώνουμε, θα σ’ το πω έξω απ’ τα δόντια και βάλ’ το καλά στο μυαλό σου. Με τη Μαρίζα θα παντρευτούμε. Τελεία και παύλα!» Ήταν η δική του σειρά να κοπανήσει την πετσέτα στο τραπέζι και να φύγει, αφήνοντας τη Δέσποινα να μοιάζει με έμψυχο άγαλμα.

Λίγο μετά, εκείνη ένωσε τα δάχτυλα των χεριών της και τα έφερε κάτω από το πιγούνι. Με βλέμμα βυθισμένο στο κενό και με αντάρα στην ψυχή ψέλλισε: «Αυτό θα το δούμε!»

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Μία εβδομάδα μετά, οι στενοί συνεργάτες της Δέσποινας Σοφιανού είχαν συλλέξει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για το «προφίλ» της Μαρίζας Ιωάννου και ο επικεφαλής αυτών τής είχε προσκομίσει έναν ογκώδη φάκελο με φωτογραφίες και σειρά πληροφοριών.

Η Μαρίζα Ιωάννου είχε γεννηθεί στην Αθήνα και είχε μεγαλώσει στην Αθήνα. Μοναχοπαίδι μεσοαστικής οικογένειας, μαθήτρια μέσων επιδόσεων και απόφοιτη ενός ιδιωτικού εργαστηρίου δημοσιογραφίας. Είχε καταπιαστεί με το μόντελινγκ χάρη στην αφροδίσια όψη της και είχε ένα ικανοποιητικό βιογραφικό από συνεργασίες στον χώρο της μόδας, ενώ είχε διανύσει και τα πρώτα της χιλιόμετρα στις πασαρέλες. Γνωρίστηκε με τον Στέφανο σ’ ένα φιλανθρωπικό γκαλά και δίχως κόπο έκλεψε την καρδιά του νέου περιζήτητου εργένη. Το αλαβάστρινο «προφίλ» της όμως, έφερε μία θαμπή χαρακιά. Αυτή άστραψε στο δαιμόνιο μυαλό της Δέσποινας ως το τέλειο όπλο. Σύντομα θα το εκμεταλλευόταν…

Έξω από την πολυκατοικία με το διαμέρισμα της Μαρίζας στάθμευσε ένα πολυτελές αυτοκίνητο. Ο οδηγός άνοιξε την πίσω πόρτα για να κατεβεί η κυρία Σοφιανού και της υπέδειξε την είσοδο. Μέσα στα επόμενα λεπτά η Δέσποινα χτύπησε το κουδούνι.

Στο άνοιγμα της πόρτας η Μαρίζα τα ’χασε. Η Δέσποινα από την πλευρά της, τράβηξε τα μεγάλα μαύρα γυαλιά ήλιου και την κάρφωσε με το ολόγιομο βλέμμα της.

«Πρέπει να μιλήσουμε!» ξεκάθαρη η φωνή της.

Λίγο μετά, οι δυο τους είχαν καθίσει στο μικρό σαλόνι του σπιτιού. Η Μαρίζα με ενωμένα γόνατα, σκυφτό κεφάλι και το φυλλοκάρδι της να τρέμει σαν φύλο στον άνεμο. Η Δέσποινα αντίστοιχα, σταυροπόδι και με ύφος αλαζονείας στο πρόσωπό της. Από την ασημένια ταμπακιέρα της τράβηξε ένα τσιγάρο. Φύσηξε τον καπνό ψηλά και έπειτα προσγείωσε το διεισδυτικό της βλέμμα στα μάτια της νεαρής καλλονής.

«Ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος. Θα περάσω απευθείας στο ζητούμενο. Κρίνεις πως είσαι αξία να μπεις στην καρδιά του γιου μου και κατά προέκταση στον κόσμο των Σοφιανών;»

«Ορίστε;» Πιάστηκε εξαπίνης. «Δεν σας καταλαβαίνω».

«Έλα τώρα! Φυσικά και με καταλαβαίνεις». Της έριξε μια φευγαλέα ματιά από πάνω μέχρι κάτω. «Δεν λέω, ωραία είσαι. Καλλίγραμμες αναλογίες, σαγηνευτικά χαρακτηριστικά, φωτεινά μάτια, σαρκώδη χείλη. Με δυο λόγια. Νέα και μοιραία! Πολύ λίγη όμως για τα ακριβά γούστα του Στέφανου. Και ακόμη λιγότερη για τα πανάκριβα γούστα τα δικά μου».

«Με προσβάλλετε και μάλιστα μέσα στο ίδιο μου το σπίτι», πάσχισε να διατηρήσει ψηλά τη θιγμένη αξιοπρέπειά της.

«Λέω την αλήθεια. Αυτή είναι που σε προσβάλλει, όχι εγώ». Πήρε μια τζούρα νικοτίνης. «Λοιπόν, ας συντομεύουμε. Είμαι εδώ για να σου κάνω μία πρόταση και θα φανώ ιδιαίτερα γενναιόδωρη. Πόσα θες για να εξαφανιστείς από τη ζωή του Στέφανου;»

Η Μαρίζα έμεινε ενεή! «Τι πρά… τι πράγμα;» ψέλλισε αποσβολωμένη.

Η Δέσποινα πράγματι δεν έχασε χρόνο. Από την επώνυμη τσάντα της φανέρωσε το μπλοκ επιταγών και την πένα της. «Αυτό που άκουσες! Λοιπόν; Τι ποσό να συμπληρώσω;»

«Αυτό είναι άνω ποταμών! Τον Στέφανο τον αγαπώ ειλικρινά. Δεν θα καταδεχόμουν ποτέ κάτι τέτοιο. Με έχετε διαγράψει δίχως καν να με γνωρίσετε. Σίγουρα δεν είμαι από τζάκι, ούτε κάτι το εξεζητημένο, αλλά αυτό που είμαι λατρεύει τον Στέφανο μέχρι τέλους. Δεν σας επιτρέπω να το αμφισβητείτε», ο τόνος της σταδιακά ανέβαινε. «Κι όσο για την πρότασή σας, την αρνούμαι κατηγορηματικά. Ούτε μ' έναν ωκεανό από χρυσάφι δεν θα δεχόμουν…»

Η Δέσποινα έμεινε ακλόνητη και ασυγκίνητη στη θέση της. Εκτόξευσε τον σαρκασμό στα ύψη και ξέσπασε σε ένα άκρως ειρωνικό χειροκρότημα. «Εύγε! Επιδαύρια η ερμηνεία σου! Μέχρι κι εγώ θα σε πίστευα, αλλά βλέπεις, εγώ ξέρω αυτά που ο γιος μου αγνοεί. Θα τα μάθει όμως, αν δεν δεχθείς την προσφορά μου. Ας μην χρονοτριβούμε. Πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ νομίζω ότι φτάνουν και περισσεύουν ώστε να εκδώσεις διαβατήριο και να βγάλεις ένα εισιτήριο άνευ επιστροφής στην Ελλάδα. Τι λες; Δεν φτάνουν; Σε αντίθετη περίπτωση…» άνοιξε τη τσάντα της και έβγαλε από μέσα έναν φάκελο. «Αντίγραφο αυτού εδώ θα φτάσει ανώνυμα στον Στέφανο και θα είμαι εγώ αυτή που θα σταθώ στο πλευρό του για να ξεπεράσει την πίκρα της προδοσίας σου». Ένα σαρδόνιο χαμόγελο απλώθηκε στα χείλη της.

Άφησε τον φάκελο στο χαμηλό τραπεζάκι και έσβησε το τσιγάρο της. Αμέσως μετά, συμπλήρωσε το ποσό στην επιταγή και άφησε το απόκομμα πλάι στο τασάκι. Σηκώθηκε, πέρασε την τσάντα της στον ώμο και πριν φτάσει στην εξώπορτα λοξοκοίταξε τη Μαρίζα.

«Χάρηκα πολύ για τη συνάντησή μας, παρά το γεγονός ότι αυτή… δεν έγινε ποτέ! Να το θυμάσαι αυτό! Γεια σου, γλυκιά μου».

Η Μαρίζα έμεινε ολομόναχη. Πήρε τον χρόνο της για να συνέλθει από τον εσωτερικό κλονισμό που τσάκισε την ψυχή της και έπειτα άνοιξε τον φάκελο. Ήρθε ενώπιος ενωπίω με αποκαλυπτικές φωτογραφίες της ίδιας στην πρόστυχη αγκαλιά δύο ανδρών κατά τη διάρκεια μίας «επίσκεψης» σε πολυτελές κεντρικό ξενοδοχείο. Το σαγόνι της κρέμασε κι ένα μυρμήγκιασμα κατέκλυσε τη ραχοκοκκαλιά της. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου θυμήθηκε μερικές πτυχές του… αμαρτωλού παρελθόντος της.

*Μην χάσετε το δεύτερο κεφάλαιο: «Γυναικεία πυρά»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Οδύνη και ηδονή» - Διαβάστε το 4ο μέρος «Είχα άλλα όνειρα»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Οδύνη και ηδονή» - Διαβάστε το 3ο μέρος «Τελειώσαμε»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Οδύνη και ηδονή» - Διαβάστε το 2ο μέρος «Βαρύγδουπες αλήθειες»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Οδύνη και ηδονή» - Διαβάστε το 1ο μέρος «Χυμώδεις εκπλήξεις»