Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Βόλτα στο σκοτάδι» - Διαβάστε το 1o μέρος «Ανάποδη έκπληξη»
Αυτό το Σαββατοκύριακο διαβάζουμε το νέο διήγημα του Newsbomb.gr, που έχει τίτλο «Βόλτα στο σκοτάδι»
Το Newsbomb.gr κάθε μήνα φιλοξενεί ένα διήγημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Κυριάκου Κουζούμη.
«Βόλτα στο σκοτάδι» είναι ο τίτλος του νέου διηγήματος του Κυριάκου για το Newsbomb.gr. Διαβάστε το πρώτο κεφάλαιο «Ανάποδη έκπληξη».
Καλή ανάγνωση!
Ανάποδη έκπληξη
Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2019
Άπλωσε το χέρι της και έπιασε το κενό στο διπλανό μαξιλάρι. Μισάνοιξε τα μάτια της και απόρησε. Ξαφνικά συνειδητοποίησε το άγνωστο περιβάλλον και ξύπνησε για τα καλά. Αναστέναξε γοερά και απομάκρυνε τις τούφες του καστανόξανθου μαλλιού της που έπεφταν στο πρόσωπό της σαν κουρτίνες. Σηκώθηκε αργά και κάλυψε την καλλίγραμμη γύμνια της με το λευκό πουκάμισο του άνδρα με τον οποίον είχε ζήσει στιγμές ξέφρενου πάθους το προηγούμενο βράδυ.
Βγήκε στον διάδρομο και τον άκουσε απ’ το βάθος του σαλονιού. Ξεπρόβαλε στην πόρτα και τον είδε να κάθεται στον καναπέ φορώντας μόνο το εφαρμοστό εσώρουχό του και να μιλάει στο κινητό του. Δάγκωσε τα χείλη της καθώς μερικά απομεινάρια ηθικής τρεμόπαιξαν μέσα της.
«Θα γίνει αυτό που λέω εγώ!» βροντοφώναξε ο Νικόλας και με μια απότομη κίνηση εκσφενδόνισε τη συσκευή στα μαξιλάρια του καναπέ.
Η Αναστασία πέταξε στα σκουπίδια εκείνα τα απομεινάρια και ζύγωσε κοντά του. Τύλιξε τα χέρια της στον σβέρκο του και του ψιθύρισε στο αυτί την καλημέρα της. Εκείνος εξεπλάγη ευχάριστα και την τράβηξε μπροστά του χαρίζοντάς της μερικά ζουμερά φιλιά.
«Σε ξύπνησαν οι φωνές μου;» τη ρώτησε.
«Τι ώρα είναι;» αποκρίθηκε εκείνη.
«Ώρα για δουλειά! Σε λίγο πρέπει να είμαστε στο γραφείο».
Ο Νικόλας ήταν ο διευθυντής της Αναστασίας σ’ έναν ειδησεογραφικό ενημερωτικό ιστότοπο. Ηλικίας γύρω στα πενήντα, γοητευτικός, με μαύρα μαλλιά και μάτια και αδύνατο σουλούπι. Πριν από λίγα χρόνια πήρε διαζύγιο από τη σύζυγό του και έκτοτε αναζήτησε την ηρεμία μέσω εργασιοθεραπείας. Παρέμεινε ωστόσο βαθιά ενεργός εραστής και δεν έχανε την παραμικρή ευκαιρία να απολαμβάνει τους ηδείς γυναικείους καρπούς.
«Σήμερα θα τους το πεις;»
«Σήμερα!» Ήταν σαφής. «Στις δύο έχουμε σύσκεψη με τον γενικό διευθυντή και στις τέσσερις με όλο το προσωπικό του site».
«Φοβάμαι». Ξαφνικά σκοτείνιασε η εικοσιεπτάχρονη καλλονή.
Εκείνος όμως δεν της έδωσε σημασία, παρά αρκέστηκε σ’ ένα ακόμα γαλλικό φιλί και έπειτα τράβηξε για το μπάνιο.
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Στις τρεις το μεσημέρι η Αναστασία ήταν στα γραφείο του ομίλου στον οποίον εργαζόταν. Πριν από πέντε χρόνια ξεκίνησε την πρακτική της και στη συνέχεια προσελήφθην ως συντάκτρια ειδήσεων, με ιδιαίτερη έμφαση στο αστυνομικό ρεπορτάζ.
Καλησπέρισε τους συναδέλφους της μέσα στην αίθουσα με τα φαρδιά γραφεία και τους σύγχρονους υπολογιστές και κάθισε μπροστά από τον δικό της. Πριν τον ενεργοποιήσει έλαβε ένα μήνυμα στο κινητό της τηλέφωνο και ξαφνικά το πρόσωπό της σκοτείνιασε.
Στο βάθος της αίθουσας είδε με την άκρη του ματιού της δύο συναδέλφους της να κουτσομπολεύουν χαμηλόφωνα. Ήταν βέβαιη πως ήταν η «πρωταγωνίστρια» της κουβέντας τους, καθώς τα φευγαλέα βλέμματά τους γίνονταν βέλη που τη λάβωναν στον αέρα.
Λίγη ώρα αργότερα, η Αναστασία σηκώθηκε και πήγε στο τέρμα του διαδρόμου εκεί που ήταν οι τουαλέτες αλλά και το μικρό κουζινάκι. Κλείστηκε στην τουαλέτα και δύο λεπτά μετά στον ίδιο χώρο εισήλθαν δύο γυναίκες, συνάδελφοί της. Η Μαρία κοντοστάθηκε όρθια μπροστά στον καθρέφτη και άρχισε να ανανεώνει το μακιγιάζ της ενώ η Ελπίδα έδεσε τα χέρια κάτω από το στήθος της και άρχισε να κοπανάει το δεξί της πόδι στο πάτωμα, εμφανώς ενοχλημένη.
«Το είδες το τσουλάκι; Ήρθε και σήμερα με τον αέρα ντίβας».
«Έννοια σου και είναι λίγα τα ψωμιά της. Τώρα που μιλάμε τα στελέχη έχουν σύσκεψη. Ετοιμάσου να ακούσεις την απόλυσή της. Ένα θα σου πω. Εγώ κανονικά σήμερα είχα ρεπό, αλλά ζήτησα και το άλλαξα μόνο και μόνο για να είμαι εδώ και να δω τα μούτρα της. Δεν θα το έχανα με τίποτα!» σχολίασε χαμηλόφωνα η Μαρία και ένα σαρδόνιο χαμόγελο φορέθηκε στα χείλη της.
Η Αναστασία μέσα από την τουαλέτα τις άκουσε και μεμιάς κοκκάλωσε. Γνώριζε πως τους τελευταίους μήνες είχε γίνει αντιπαθής σε πολλούς, αλλά δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος του μένους που έτρεφαν για το άτομό της.
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Η ώρα σήμανε τέσσερις και ο διευθυντής βγήκε στην αίθουσα σύνταξης. Άπαντες παρόντες! Περίπου τριάντα άτομα, δόκιμοι δημοσιογράφοι, συντάκτες, ρεπόρτερς, αρχισυντάκτες… Ζήτησε απ’ όλους να αφήσουν ό,τι έκαναν και μαγνήτισε την πλήρη προσοχή τους.
Ξεκίνησε την εισήγησή του από τις επιδόσεις του site, οι οποίες δεν είχαν αφήσει ικανοποιημένα τα στελέχη του ομίλου. Προχώρησε σε γενικές παρατηρήσεις που έμοιαζαν με ευθείες βολές προς συγκεκριμένους συντάκτες, χαρακτηρίζοντάς τους, εμμέσως πλην σαφώς, δημοσίους υπαλλήλους. Συνέχισε με νέες οδηγίες και με την απαίτηση αυτές να τηρηθούν στο έπακρον και ολοκλήρωσε λέγοντας…
«Τέλος, είμαι στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσω πως από σήμερα κιόλας το site μας θα έχει διευθυντή σύνταξης. Η θέση ήταν ορφανή για αρκετό καιρό, διότι αναζητούσαμε τον κατάλληλο. Εξετάστηκαν πολλά βιογραφικά και έγιναν αρκετές συνεντεύξεις, ωστόσο ο όμιλος αποφάσισε αντί να προχωρήσει σε νέα πρόσληψη να προαγάγει στη θέση κάποιον από σας, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά το ύφος, τη δομή αλλά και το πρακτικό περιεχόμενο του site».
Η Μαρία παρίστανε την αδιάφορη. Ήθελε το άκουσμα του ονόματός της να βρει μέχρι και την ίδια έκπληκτη.
«…Από σήμερα λοιπόν, στη θέση της διεύθυνσης σύνταξης θα είναι… η Αναστασία Βερέμη».
Πάγωσαν όλοι! Μάτια ορθάνοιξαν και σαγόνια κρέμασαν. Σιγή σκορπίστηκε στην ατμόσφαιρα και οι ματιές που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των δημοσιογράφων ήταν… λαλίστατες!
«…Καλή αρχή Αναστασία μου. Πιστεύουμε όλοι σε σένα και είμαστε βέβαιοι πως θα δώσεις έναν αέρα δροσιάς. Συνάδελφοι, παρακαλείστε όλοι όπως στηρίξετε την απόφαση του ομίλου. Σας ευχαριστώ πολύ και τώρα μπορείτε να επιστρέψετε στη δουλειά σας».
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Αργά το απόγευμα οι περισσότεροι που είχαν σχολάσει είχαν παραμείνει στο πεζοδρόμιο δημιουργώντας «πηγαδάκι».
«Σοβαρά τώρα; Μα η Αναστασία; Από πού κι ως πού;», απόρησε θυμωμένος ο Ηλίας.
«Από καναπέ σε κρεβάτι, ρε φίλε. Αυτή δεν είναι η διαδρομή της δύο χρόνια τώρα; Όλη η πιάτσα το λέει», ήταν η απάντηση του Θωμά.
«Μ’ αρέσει που ήσουν βέβαιη ότι θα απολυόταν», καυστική η Ελπίδα προς τη Μαρία.
«Δηλαδή τώρα εγώ που κοντεύω τα πενήντα και στο βιογραφικό μου φαίνεται ότι έχω δουλέψει με τόσα μεγάλα ονόματα του χώρου, θα δέχομαι εντολές από ένα πιπίνι που νομίζει ότι το Μέγαρο Μαξίμου είναι νυχτερινή πίστα της Αθήνας;», ειρωνικός και ο Στέλιος.
«Έλεος, ρε σεις! Έλεος! Να πάμε και να μιλήσουμε», αντέδρασε και η Ιωάννα.
«Χαλαρώστε όλοι! Χαλαρώστε! Αφήστε τη να χαρεί λιγάκι. Πολύ σύντομα θα αποδειχθεί υποδεέστερη των απαιτήσεων και… ή θα φύγει κλαίγοντας ή θα τη “φύγουν”». Φάνηκε σίγουρη η Ελευθερία.
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Η ώρα σήμανε δέκα. Η Αναστασία με ψυχή κομμένη στα δυο αποχώρησε από το γραφείο. Μόλις κάθισε στη θέση του οδηγού ξέσπασε σε κλάματα. Σίγουρα δεν περίμενε πως θα την υποδέχονταν με στρωμένα ροδοπέταλα, αλλά ομοίως σίγουρα δεν περίμενε αυτές τις φλογισμένες ματιές σε βάρος της.
Στο κινητό της ελήφθη ένα γραπτό μήνυμα. “Θα αργήσεις;” Αναστέναξε απελπισμένη και πέταξε στη θέση του συνοδηγού τη συσκευή. Έγειρε το κλειδί στη μίζα και χάθηκε στο βάθος της ασφάλτου.
Διασχίζοντας το κέντρο της πρωτεύουσας έφτασε στην πλατεία Μαβίλη, εκεί που ως φοιτήτρια ξόδευε πολλές ώρες μαζί με τους συνομηλίκους της συζητώντας τόσο για τις σπουδές τους όσο και για τα όνειρά τους. Έστριψε και στάθμευσε ατσούμπαλα το μικρό της αυτοκίνητο. Κάθισε σ' ένα απόμερο τραπεζάκι και παρήγγειλε ένα διπλό ουίσκι. Άναψε τσιγάρο και άρχισε να μνημονεύει εκείνα τα χρόνια. Σαν εικόνες από παλιοκαιρισμένο φιλμ πέρασαν από μπροστά της οι παλιοί της φίλοι, το πρώτο της φλερτ, ακόμη και ο εαυτός της ντυμένος μ' ένα πρόχειρο τζιν και σε πλεξούδα τα μακριά μαλλιά της. Αστεία ηχηρά, χαβαλές και ξεγνοιασιά.
Μεμιάς στα μάγουλά της σχηματίστηκαν ρυάκια από καυτά δάκρυα. Είχε αλλάξει τόσο, μα τόσο, πολύ από εκείνη την αθώα φοιτήτρια…
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Μεσάνυχτα. Πάρκαρε κάτω από την πολυκατοικία με το διαμέρισμα της. Ανέβηκε με το ασανσέρ μέχρι τον τέταρτο όροφο και αναζήτησε τα κλειδιά στην τσάντα της. Μόλις μπήκε μέσα έμεινε άφωνη!
Ένα ρομαντικό σκηνικό βγαλμένο από κινηματογραφική ταινία έλαμψε μπροστά της. Στο πάτωμα στρωμένα ροδοπέταλα και κεράκια ρεσό, εκ των οποίων τα περισσότερα είχαν σβήσει. Χαμηλός φωτισμός και στην ατμόσφαιρα η ευωδία της γαρδένιας. Στην πελώρια τραπεζαρία δείπνο για δύο, ενώ στη μεταλλική σαμπανιέρα η -ζεστή πια- επώνυμη φιάλη.
Γούρλωσαν τα μάτια της. Σαν αστραπή έλαμψε στον ουρανό της μνήμης της η επέτειος της με τον Διονύση. Έκλειναν τα δύο χρόνια! Δάγκωσε τα χείλη της τόσο δυνατά που λίγο ήθελε για να τα ματώσει. Η τσάντα κύλησε από τον ώμο της. Περπάτησε σαν χαμένη μέχρι τον φαρδύ καναπέ και έπειτα ύψωσε το βλέμμα της στο ταβάνι. Ένας ακόμα αναστεναγμός ξεστράτισε από το στόμα της. Όλα γύρω της άρχισαν να γυρίζουν.
Λίγο αργότερα τα μάτια της έπεσαν στο χαμηλό τραπεζάκι. Διέκρινε ένα πρόχειρο σημείωμα και ένιωσε να την κυριεύει ένα σύγκρυο.
Τόσο καιρό τώρα προσπαθώ να σώσω ό,τι έχουμε χτίσει. Προσπαθώ όμως μόνο εγώ. Τόσο καιρό έχεις γίνει μία άλλη και δεν ξέρω πώς να σε πλησιάσω. Σου μιλάω και νομίζω πως δεν μ’ ακούς. Σε κοιτάω και σε βλέπω να κοιτάς αλλού. Κάνω ό,τι μπορώ να περνώ χρόνο μαζί σου και εσύ έχεις πάντα δουλειά. Πολλή δουλειά! Σου πρότεινα ένα ταξίδι και αρνήθηκες με αστείες δικαιολογίες. Σου πρότεινα μια εκδρομή και είχες πονοκέφαλο εξαιτίας του απαιτητικού σου ρεπορτάζ. Θυμάσαι πόσο καιρό έχουμε να κάνουμε έρωτα; Εγώ κοντεύω να ξεχάσω. Σε παίρνω τηλέφωνα και δεν απαντάς αμέσως, διότι πάντα είσαι απασχολημένη.
Ξέρεις κάτι; Κουράστηκα! Κουράστηκα να προσπαθώ για δύο, να είμαι σε σχέση μ’ ένα φάντασμα, να μην ξέρω πού είσαι και τι κάνεις, να έρχομαι πάντα δεύτερος. Σήμερα είχαμε επέτειο. Είχα ετοιμάσει πολλά για να σε ευχαριστήσω, για να σου δείξω πως για μένα σημαίνεις πολλά, αλλά… εσύ πάλι απούσα. Είμαι βέβαιος πως το είχες ξεχάσει. Ας το αφήσουμε λοιπόν. Καλύτερα τώρα παρά μετά. Θα περάσω κάποια στιγμή να πάρω τα πράγματά μου. Μην με πάρεις τηλέφωνο. Ας το αφήσουμε χωρίς να πούμε πολλά, διότι αν πούμε, τότε θα πληγωθούμε ακόμα περισσότερο.
Διονύσης
Το σημείωμα της έπεσε απ’ τα χέρια. Ξέσπασε σε κλάματα και αναφιλητά. Ύστερα αναζήτησε παρηγοριά στο αλκοόλ. Άναψε κι ένα τσιγάρο και κάθισε για ώρα κατάχαμα. Μέσα της δαιδαλώθηκαν οι σκέψεις αναμεμειγμένες με επικίνδυνες παραισθήσεις…
*Μην χάσετε το δεύτερο κεφάλαιο: «Προδομένες υποσχέσεις»
Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 4ο μέρος ««Τώρα είναι η σειρά μου»
Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 3ο μέρος «Σκοτεινά άλλοθι»
Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 2ο μέρος «Γυναικεία πυρά»
Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 1ο μέρος «Γενναιόδωρος εκβιασμός»