Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Βόλτα στο σκοτάδι» - Διαβάστε το 2o μέρος «Προδομένες υποσχέσεις»

Αυτό το Σαββατοκύριακο διαβάζουμε το νέο διήγημα του Newsbomb.gr, που έχει τίτλο «Βόλτα στο σκοτάδι»
Unsplash

Το Newsbomb.gr κάθε μήνα φιλοξενεί ένα διήγημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Κυριάκου Κουζούμη.

«Βόλτα στο σκοτάδι» είναι ο τίτλος του νέου διηγήματος του Κυριάκου για το Newsbomb.gr. Διαβάστε το δεύτερο κεφάλαιο «Προδομένες υποσχέσεις».

Καλή ανάγνωση!

Προδομένες υποσχέσεις

Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2019

Το χάραμα βρήκε την Αναστασία στο πάτωμα του σαλονιού. Φορούσε ακόμη τα ρούχα της, ενώ στο πλευρό της ήταν το σημείωμα του Διονύση. Σηκώθηκε και ένιωσε το κεφάλι της να ζυγίζει τόνους. Όλα όσα είχε ζήσει την προηγούμενη ημέρα την είχαν διαλύσει ψυχολογικά. Χώθηκε κάτω απ' το ντους και άφησε το κρύο νερό να πέσει στην πλάτη της.

Φορώντας το μπουρνούζι της άρχισε να περιφέρεται μέσα στο σπίτι της και οι ψευδαισθήσεις της πήραν φωτιά. Νόμισε πως έβλεπε σε διάφορα σημεία τον Διονύση. Το κουδούνι της εξώπορτας όμως, την προσγείωσε απότομα στην πραγματικότητα. Ήταν ο διαχειριστής που την ενημέρωνε για τα κοινόχρηστα…

Το ίδιο μεσημέρι η Αναστασία οδηγώντας έφτασε μέχρι το πατρικό της σπίτι στην περιοχή των Άνω Λιοσίων. Μια μικρή μονοκατοικία στο τέρμα ενός ήσυχου δρόμου. Μπήκε μέσα με τα κλειδιά της και βρήκε τη μητέρα της να κάθεται στο σαλόνι μόνη και να πλέκει.

Σαν την είδε η κυρα-Γεωργία τα ’χασε! Παράτησε ό,τι έκανε και έτρεξε προς το μέρος της. Την πήρε μια ζεστή αγκαλιά και λίγα λεπτά μετά οι δυο τους ήταν στην κουζίνα συζητώντας για την άθλια ψυχολογική κατάσταση στην οποία βρισκόταν η Αναστασία.

«Κατάλαβα! Με άλλα λόγια κόρη μου, τα έχεις κάνει μαντάρα. Γιατί βρε κορίτσι μου; Έτσι σε μεγάλωσα εγώ; Αυτές τις αρχές σου δώσαμε με τον μακαρίτη τον πατέρα σου;»

«Η δουλειά μου είναι μια ζούγκλα. Αν κάποιος θέλει να εξελιχθεί, χρειάζεται να κινηθεί στο σκοτάδι, μάνα. Δεν επαρκεί μονάχα το ταλέντο ή η σκληρή εργασία».

«Και στο όνομα της εξέλιξης θυσίασες την ηρεμία και την ευτυχία σου με τον Διονύση. Άξιζε ό,τι έκανες;»

«Ο Διονύσης δεν ξέρει τίποτα».

«Δεν είναι ανόητος. Σίγουρα θα έχει υποπτευθεί πολλά. Ντρέπομαι για όσα μου είπες. Το δικό μου το παιδί να…»

«…Να “κοιμάται” με τον έναν και τον άλλον μόνο και μόνο για την καριέρα της», ακούστηκε από την πόρτα της κουζίνας η φωνή του αδελφού της Αναστασίας, του Φίλιππου.

«Χμ! Κι έλεγα κι εγώ. Δεν θα στάξει φαρμάκι το αδελφάκι μου;»

«Σε πονάει η αλήθεια; Τι περίμενες δηλαδή, να σε συμπονέσουμε;» επιθετικό το ύφος του.

«Δεν περίμενα ούτε περιμένω το παραμικρό από σένα. Εσύ κοίτα τη δική σου ζωή που σκορπίζεται στις καφετέριες και στα χρέη που έχεις».

«Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση! Σωστά τα λένε. Ψιτ, μικρή, τόσο καιρό που έχεις να πατήσεις εδώ μέσα, έχεις χάσει επεισόδια. Πρώτον, ξεχρέωσα τους πάντες και δεύτερον έπιασα δουλειά. Δεν είμαι κάτι το ιδιαίτερο. Σ’ ένα βενζινάδικο δουλεύω, αλλά τα λεφτά που βγάζω τα βγάζω τίμια. Δεν νταραβερίζομαι με το αφεντικό μου. Εγώ βλέπεις, δεν κοροϊδεύω την Αλίκη».

Η Αναστασία θύμωσε. Πέταξε μέσα στην τσάντα της την ταμπακιέρα και το κινητό της και σηκώθηκε. «Ήταν λάθος μου που ήρθα».

«Λάθος είναι τα μυαλά που κουβαλάς. Ευτυχώς που έχει πεθάνει ο πατέρας. Αν μάθαινε ότι η κόρη του κολλάει ένσημα στο κρεβάτι του διευθυντή της, τότε θα ευθυνόσουν εσύ για το εγκεφαλικό του».

Η Αναστασία τον προσπέρασε και έφτασε στην πόρτα. Η μητέρα της έτρεξε να τη σταματήσει. Μάταια!

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Επόμενος προορισμός της, η Νέα Φιλαδέλφεια και το σπίτι της αδελφικής της φίλης, της Μαργαρίτας. Πάρκαρε στο πίσω οικοδομικό τετράγωνο και περπατώντας έφτασε μέχρι τη μονοκατοικία. Χτύπησε το κουδούνι, αλλά περίμενε αρκετά. Υπέθεσε πως πιθανόν η φίλη της να απουσιάζει, εφόσον η ίδια δεν την είχε ενημερώσει για την αναπάντεχη επίσκεψή της. Έκανε να της τηλεφωνήσει, αλλά εκείνη τη στιγμή η Μαργαρίτα άνοιξε.

Κάθισαν στη φαρδιά βεράντα με θέα το καταπράσινο άλσος της περιοχής και πίνοντας καφέ η Αναστασία της εκμυστηρεύτηκε πως χώρισε με τον Διονύση, αποκρύπτοντάς της ωστόσο την παρασκηνιακή δράση της προκειμένου να προαχθεί στη διεύθυνση σύνταξης. Τράβηξε από την ταμπακιέρα της ένα τσιγάρο και το άναψε με τον ασημένιο αναπτήρα της, δώρο του Διονύση.

«Να, μέχρι κι αυτό δικό του. Τον βλέπω παντού», ξεφύσηξε. «Είμαι σε απόγνωση. Πώς τα ’κανα έτσι;»

Η Μαργαρίτα της έσφιξε το χέρι μεταγγίζοντάς της ψυχικά αντισώματα, ενώ συχνά έριχνε φευγαλέες ματιές στο ρολόι χειρός. Όταν ρωτήθηκε σχετικά, απάντησε πως… «ναι, έχω ραντεβού με την αισθητικό μου, αλλά δεν πειράζει. Προέχει η φίλη μου».

Μία ώρα μετά, η Αναστασία σηκώθηκε και έφτασε στην εξώπορτα. Αγκαλιάστηκαν σφιχτά και υποσχέθηκαν πως θα τηλεφωνηθούν πάλι το βράδυ. Η Αναστασία έφτασε στο αυτοκίνητό της και πριν βάλει μπρος τη μηχανή δέχτηκε το τηλεφώνημα μιας συναδέλφου. Κατέβασε το παράθυρο και έπιασε την κουβέντα μαζί της. Η διάρκεια της κλήσης ξεπέρασε τα είκοσι λεπτά και η ίδια αισθάνθηκε την ανάγκη για ένα ακόμα τσιγάρο. Στην τσάντα της βρήκε την ταμπακιέρα αλλά δεν βρήκε πουθενά τον αναπτήρα. Βαρυγγώμησε. Όταν έκλεισε το κινητό περπάτησε πάλι μέχρι το σπίτι της Μαργαρίτας. Μόλις όμως έστριψε στη γωνία είδε… τον Διονύση να δίνει ένα ζουμερό φιλί στην επιστήθια φίλη της και να απομακρύνεται… Όλα γύρω της θόλωσαν!

Όση ώρα συνομιλούσαν, εκείνος ήταν κρυμμένος σ' ένα από τα πίσω δωμάτια. Είχε επισκεφθεί τη Μαργαρίτα νωρίς το πρωί θέλοντας να συζητήσει μαζί της για την Αναστασία. Το κρυφό πάθος εκείνης όμως, δεν άργησε να βγει στην επιφάνεια…

Λίγα λεπτά μετά, η Αναστασία βάρεσε μπουρλότο στα σωθικά και χτύπησε ξανά το κουδούνι.

«Ξέχασες κάτι;» ήταν η ερώτηση της τρομοκρατημένης Μαργαρίτας στο άνοιγμα της πόρτας.

«Τον αναπτήρα μου. Όπως σου είπα ήταν δώρο του. Ξέχασα να σου πω να… τον κρατήσεις. Εμένα όμως, να με διαγράψεις».

«Τι… Τι εννοείς;» ρώτησε χαμένη.

«Σας είδα! Πόσο γελοία είμαι! Εκείνος μου έγραφε ότι προσπαθεί για τη σχέση μας κι εσύ μου είπες πως προέχω εγώ, η φίλη σου. Δεν ξέρω ποιον να σιχαθώ περισσότερο. Εσάς για το θέατρό σας ή εμένα για την αφέλειά μου; Κράτα τον αναπτήρα. Με όσο αέριο έχει κάψε ό,τι έχεις δικό μου. Ένα πράγμα μονάχα! Μη σε ξαναδώ μπροστά μου». Γύρισε την πλάτη της και έκανε τα πρώτα βήματα.

«Μισό λεπτό!» φώναξε η Μαργαρίτα. «Άφησέ με να σου εξηγήσω. Τα πράγματα δεν… δεν είναι όπως τα είδες».

Η Αναστασία δεν καταδέχθηκε μήτε να κοντοσταθεί. Συνέχισε το βήμα της αγνοώντας τη φωνή της Μαργαρίτας που αυξανόταν συνεχώς…

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Η νύχτα βρήκε την Αναστασία μόνη της στο σπίτι της. Γύρω της ακόμη τα απομεινάρια της «έκπληξης» του Διονύση, στα χέρια της ένα ποτήρι αλκοόλ και μπροστά της το ξεχειλισμένο από γόπες τασάκι. Η απόγνωση κραύγαζε γοερά μέσα της ενώ στο μυαλό της οι σκόρπιες σκέψεις έμοιαζαν με περιπλανώμενους στην έρημο αναζητώντας μια όαση ελπίδας.

Σύρθηκε μέχρι το σύνθετο του σαλονιού και από τα χαμηλά ντουλάπια ξετρύπωσε μερικά παλιά προσωπικά της αντικείμενα που τα είχε πάρει από το πατρικό της σπίτι. Ανάμεσά τους κι ένα μαθητικό λεύκωμα. Άρχισε να το ξεφυλλίζει και η μνήμη της έγινε μπρατσέρα που την ταξίδεψε στα θρανία. Τότε που με πλεξούδες στα μαλλιά και γυαλιά μυωπίας ενδιαφερόταν μόνο για τις μαθητικές της επιδόσεις. Βρήκε τα ψευδώνυμα των συμμαθητριών της και τις πνευματώδεις απαντήσεις τους στα «σπουδαία» ερωτήματα της εφηβικής ηλικίας.

Στις παρακάτω σελίδες βρήκε την ερώτηση «τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;» και ως κτήτωρ είχε απαντήσει «δημοσιογράφος». Η καρδιά της σφίχτηκε και ένας αναστεναγμός ξεστράτισε από τα σαρκώδη χείλη της. Και πιο κάτω βρήκε την ερώτηση «τι εστί φιλία;». «Εγώ κι εσύ. Για πάντα! Σου το υπόσχομαι!» ήταν η απάντηση της Μαργαρίτας υπό το ψευδώνυμο Λουλουδένια. Πέταξε το λεύκωμα στην άκρη και τύλιξε τα γυμνά της γόνατα με τα χέρια. Το πιγούνι της άρχισε να τρέμει…

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019

Το γλυκό χάραμα τη βρήκε στο πάτωμα. Μουδιασμένη σηκώθηκε και χώθηκε κάτω από το ντους. Έπειτα κοίταξε το είδωλό της στον καθρέφτη του μπάνιου και πίσω από το ψυχικό κουρέλι του εαυτού της διέκρινε τη σαγήνη να βροντοφωνάζει. Στήριξε το βάρος της δίπλα στον νιπτήρα. Σούφρωσε χείλη, μισόκλεισε μάτια και ψέλλισε: «Δεν θα με τσακίσετε εσείς. Εγώ θα σας τσακίσω. Από αύριο θα δείτε ποια είναι η Αναστασία Βερέμη». Βάρεσε γροθιά στον πάγκο και ένιωσε το έκρυθμο εγώ της να εκτινάσσεται σαν συμπιεσμένο ελατήριο κουβαλώντας ανελέητο μένος… για όλους!

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Ξόδεψε το υπόλοιπο της ημέρας καθισμένη στην προεδρική θέση της τραπεζαρίας πάνω από κόλλες χαρτιού. Με ένα κόκκινο στυλό είχε γράψει όλα τα ονόματα των συναδέλφων της. Μερικά απ’ αυτά τα είχε κυκλώσει, μερικά τα είχε απλώς υπογραμμίσει και μερικά άλλα τα είχε διαγράψει.

Σε μια άλλη κόλλα είχε γράψει τα ονόματα του Διονύση και της Μαργαρίτας ενώ στο τελευταίο το όνομα του αδελφού της. Με μπλε στυλό είχε σημειώσει κάτω από το κάθε όνομα τη στρατηγική της "εξόντωσής" του. Εφοδιασμένη πια με πανούργα σχέδια και εκδικητικές βλέψεις άναψε το επόμενο τσιγάρο και φύσηξε ψηλά τον πλούσιο καπνό της πρώτης τζούρας.

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Με τη στόφα της ντίβας έφτασε στα γραφεία του ομίλου. Κλείστηκε στο δικό της και άνοιξε τον υπολογιστή της. Εκτύπωσε μερικά έγγραφα και τράβηξε για το «βασίλειο» του διευθυντή αδιαφορώντας για τα επικριτικά βλέμματα που βάραιναν την πλάτη της.

Έπειτα από τις πρώτες γενικόλογες κουβέντες, η Αναστασία πέρασε στο προκείμενο. «Αν θες να δεις το site να παίρνει τα πάνω του και να χτυπήσει τον ανταγωνισμό, τότε αυτοί εδώ, δύο συντάκτες κι ένας αρχισυντάκτης, πρέπει να πάρουν πόδι», είπε και του άφησε πάνω στο δερμάτινο σουμέν τρεις κόλλες Α4.

«Μα… Γιατί το λες αυτό; Είναι και οι τρεις πολύ παραγωγικοί», σχολίασε εκείνος με την απορία αποτυπωμένη στο ύφος του.

«Τόσο καιρό δουλεύω μαζί τους. Τους ξέρω σαν την παλάμη του χεριού μου. Τεμπέληδες, λουφαδόροι και αγράμματοι. Αμέτρητα τα λάθη στα θέματά τους, καθόλου SEO στις αναρτήσεις τους και καμιά πρωτογένεια. Όλα copy paste από τα μεγαθήρια της ενημέρωσης. Τέτοιους θες;» τον είδε να προβληματίζεται. «Σούταρέ τους και αντικατάστησέ τους με σοβαρούς δημοσιογράφους που θα δουλεύουν ουσιαστικά και δεν θα κοιτάνε μόνο το ρολόι. Εγώ ως διευθύντρια σύνταξης το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να εισηγηθώ την απόλυσή τους. Τα υπόλοιπα τα αναλαμβάνεις εσύ». Τον άφησε στις σκέψεις του και αποχώρησε.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Το ίδιο απόγευμα οδηγώντας έφτασε μέχρι το Γαλάτσι. Στάθμευσε απέναντι από μια πολυώροφη πολυκατοικία, κατέβασε το παράθυρο του οδηγού και άναψε τσιγάρο. Θα περίμενε όσο χρειαζόταν αρκεί να επιτύγχανε τον σκοπό της.

Αρκετή ώρα μετά είδε έναν νεαρό, ψηλό, με καστανά μαλλιά και σφριγηλό κορμί να φτάνει. Ήταν ο Παντελής, ο σύντροφος της Μαργαρίτας τα τελευταία χρόνια. Η Αναστασία πήρε μια βαθιά ανάσα και με διασκελισμούς έφτασε πίσω του. Η φωνή της τον πρόλαβε πριν περάσει το κατώφλι της εισόδου.

«Επ! Αναστασούλα! Τι έκπληξη είναι αυτή!» αναφώνησε με ορθάνοιχτα μάτια.

«Και είναι μόνο η αρχή», σχολίασε εκείνη εμφανώς καυστικά.

Μέσα στα επόμενα πέντε λεπτά του αποκάλυψε με μεστό λόγο όλα όσα είχε δει.

«Τι λες; Δεν ξέρεις τι λες!»

«Ξέρω και τι λέω και τι είδα. Θεώρησα καθήκον μου να σε ενημερώσω. Βλέπεις, ο Θεός αγαπά τον κλέφτη αλλά αγαπά και τον νοικοκύρη. Εγώ τελείωσα και με τον αλήτη που μου το έπαιζε ερωτευμένος και με την τσούλα που μου το έπαιζε φίλη. Εσύ… πράξε κατά συνείδηση. Γεια σου». Του χάρισε τη θέα της πλάτης της και επέστρεψε στη θέση του οδηγού.

~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~

Για το τέλος άφησε τον αδελφό της. Πλησίαζε ένδεκα τη νύχτα, όταν η Αναστασία ήταν μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή της και δημιούργησε έναν ψεύτικο λογαριασμό στα social media, με το ψευδώνυμο «Η αλήθεια πονά». Αναζήτησε το προφίλ της κοπέλας του, της Αλίκης και της έστειλε ένα μήνυμα συνοδευόμενο από φωτογραφίες.

«Νομίζεις ότι τον ξέρεις, αλλά σου κρύβεται καλά», της έγραψε μεταξύ άλλων. Παράλληλα, την ενημέρωνε για το αμαρτωλό παρελθόν του Φίλιππου. «Νταραβεριζόταν με μπράβους της νύχτας και έσπρωχνε κόκα σε κακόφημα στέκια του Πειραιά. Γλεντούσε τα λεφτάκια του με φθηνές πόρνες και όταν φούσκωσαν τα χρέη άρχισε να ζητιανεύει από τοκογλύφους. Σε σένα θα έχει παρουσιάσει ένα άλλο προφίλ. Αυτό του φιλότιμου νεαρού που βγάζει τίμια το μεροκάματό του. Ξύπνα Αλικάκι. Ξύπνα!»

Μετά την αποστολή του μηνύματος φρόντισε να διαγράψει τον ψεύτικο λογαριασμό. Άδειασε το ποτήρι με το αλκοόλ και έσβησε το τελευταίο τσιγάρο του πακέτου. Λίγο πριν ξαπλώσει κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη και σούφρωσε χείλη. Ανασήκωσε ελαφρά τον λαιμό και χάρισε στον σβέρκο της ένα λάγνο χάδι. Έπειτα μισόκλεισε τα βλέφαρά της και αγνόησε τη φλόγα που σιγόκαιγε μέσα της.

Παραδόθηκε άνευ όρων στην αγκαλιά του Μορφέα δίχως κανένα, μα κανένα, βάρος στη συνείδησή της…

*Μην χάσετε το τρίτο κεφάλαιο: «Οι όψεις της μοναξιάς»

Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Βόλτα στο σκοτάδι» - Διαβάστε το 1o μέρος «Ανάποδη έκπληξη»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 4ο μέρος ««Τώρα είναι η σειρά μου»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 3ο μέρος «Σκοτεινά άλλοθι»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 2ο μέρος «Γυναικεία πυρά»

Τα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Μία σου και μία μου» - Διαβάστε το 1ο μέρος «Γενναιόδωρος εκβιασμός»