Μανώλης Μαυροματάκης: «Η Ευρώπη δεν πιστεύει στις αρχές της και μετρά τα πάντα με το χρήμα»

Ο Μανώλης Μαυροματάκης πρωταγωνιστεί στην μουσική παράσταση "Ματαρόα στον ορίζοντα" που ανεβαίνει στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Μανώλης Μαυροματάκης: «Η Ευρώπη δεν πιστεύει στις αρχές της και μετρά τα πάντα με το χρήμα»

Ο Μανώλης Μαυροματάκης στην παράσταση "Ματαρόα στον ορίζοντα"

@ Ανδρέας Σιμόπουλος
11'

«Αν είχε να με πάει κάπου να πιστέψω και να ονειρευτώ, και τώρα στα 60 μου θα ανέβαινα», λέει ο αγαπημένος Μανώλης Μαυροματάκης όταν τον ρωτήσαμε αν θα ανέβαινε κι αυτός σε ένα Ματαρόα αν ήταν 20-25 ετών. Ο πρωταγωνιστής της μουσικής παράστασης «Ματαρόα στον ορίζοντα», που κάνει πρεμιέρα στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής το Σάββατο 14 Δεκεμβρίου, μιλάει στο newsbomb.gr και διαπιστώνει ότι σήμερα «είναι σαν να είμαστε σε εμφύλιο» και ότι οι άνθρωποι «τρέχουν για να κατακτήσουν ένα στόχο που αλλάζει θέση συνεχώς και όλο τους ξεφεύγει».

Ογδόντα χρόνια μετά πόσο αναγκαίο είναι ένα νέο Ματαρόα;

Απολύτως αναγκαίο. Ακόμη κι όσοι μείναμε, πόσες φορές δεν είπαμε να φύγουμε; Να πάμε όμως πού;

Η κρίση έκανε το βίο μας αβίωτο τα 15 τελευταία χρόνια. Δυστοπικό παρόν. Και σ’ ένα κράτος μάλιστα που εδώ και δυο αιώνες θεωρεί πως, σχετιζόμενο με τους πολίτες του με σχέσεις πελατειακές, μπορεί να γίνει κράτος. Κράτος ενός έθνους που δεν έχει καταφέρει ακόμη να ψελλίσει ένα έστω και στοιχειωδώς αποδεκτό ιστορικό αφήγημα, κατατρυχόμενο από μεγαλοϊδεατισμούς και ηρωομανία από τη μια, μεμψιμοιρίες και θυματοποίηση απ’ την άλλη.

Σαν ένα σαπιοκάραβο που πλέει αβοήθητο, χωρίς τιμόνι και πανιά, με ναρκωμένο πλήρωμα και αποχαυνωμένους επιβάτες, μέσα σε έναν μισαλλόδοξο και πολεμοχαρή, παραδομένο στην καταναλωτική υστερία, υπερεξελιγμένον όμως τεχνικά, μα α-νοήμονα και αυτοκαταστροφικό εντέλει, σύγχρονο παγκόσμιο χυλό.

Δυσοίωνο το μέλλον μας και δύσκολα προβλέψιμο. Ανάγκη να μετεπιβιβαστούμε σ’ ένα νέο Ματαρόα, προς αλλού, μα όχι εν τέλει και πολύ μακριά από εδώ.

Μήπως είδαμε ένα άλλο Ματαρόα να συμβαίνει στη χώρα μας, για άλλους λόγους ίσως, με τόσους νέους ανθρώπους που έφυγαν εν μέσω κρίσης;

Ναι, φύγανε όσοι μπόρεσαν, αναζητώντας έναν τόπο ασφαλέστερο. Σαν κάτι να έχει απομείνει ακόμη εκεί, απόηχος απ’ τα παλιά. Για πόσο όμως; Η χώρα πάντως φτώχυνε.

Θα ανεβαίνατε κι εσείς σε ένα Ματαρόα αν ήσασταν στην ηλικία των 20-25 ετών;

Αν είχε να με πάει κάπου να πιστέψω και να ονειρευτώ, και τώρα στα 60 μου θα ανέβαινα. Είναι όμως πιο πολύπλοκα τα πράγματα.

Γιατί ποιος θα σε περιθάλψει τώρα, που η αντιπνευματική και μισαλλόδοξη Ευρώπη πια, πολιτικά ανεύθυνη, διαλυμένη μες στον νεοφιλελεύθερο χυλό της, αδιάφορη και κυνική, αμήχανη που δεν της βγαίνουν τα logistics σ’ έναν κόσμο που είναι ούτως ή άλλως τράνζιτο, δεν έχει χώρο να κρατήσει νέα σάρκα; Που έχει πάψει να πιστεύει στις αρχές της και μετρά τα πάντα με το χρήμα και τους δείκτες της οικονομίας;

Ναι, δεν είναι πια εκεί ο προορισμός μας, αλλά αλλού, πιο πίσω, πιο κοντά: Στις ξεχασμένες και παλιές αξίες μας, στην αναζήτηση ενός άλλου, νέου -αλλά ταυτοχρόνως παλαιοτάτου- παραδείγματος, εδώ, στην καθημερινότητά μας. Το να αντέξεις, μες σ’ αυτόν τον ίδιο κόσμο όπου κανείς δεν ενδιαφέρεται για τίποτα’ άλλο από το στενά προσωπικό συμφέρον του, να κάνεις τη δουλειά σου, ας πούμε, με τους όρους που επιβάλλει η ηθική, με πίστη και αφοσίωση, με προσοχή και υπομονή, με αγάπη και φροντίδα για τους άλλους, ναι, αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα. Παλιές αξίες, ξεχασμένες θα μου πείτε, ντεμοντέ.

Πόσο μοιάζουν οι συνθήκες εκείνης της εποχής με τις τωρινές;

Τείνουν να μοιάσουν, δυστυχώς. Η μόλις απελευθερωμένη τότε Ευρώπη ήταν για τους ταξιδευτές του Ματαρόα ο τόπος που επέτρεπε το όνειρο για μια ζωή μακριά από το ζόφο του εμφύλιου, την αδικία, τη μιζέρια και τις συνέχεις διώξεις, εξορίες, φυλακές, βασανιστήρια, εκτελέσεις. Τους περίμενε για να τους περιθάλψει. Ο πόλεμος απ΄ τον οποίο μόλις έβγαινε όλος ο πλανήτης, ο κίνδυνος απέναντι σ’ έναν κοινόν εχθρό, είχε εκπαιδεύσει τους ανθρώπους να αλληλοστηρίζονται. Τους είχε ενώσει τότε ο κοινός εχθρός.

Σήμερα, αν και δεν έχουμε εμφύλιο, είναι σαν να είμαστε σε εμφύλιο, όλοι με όλους. Χωρίς κανένα πρόσχημα, με προεξάρχοντες τους κυβερνώντες μας, κανείς δεν εμπιστεύεται κανέναν, καμιά αξιοπρέπεια, καμιά αυτοεκτίμηση, διαπλεκόμενοι παντού, ψέματα, χλεύη, φόβος, βία ψυχική, σωματική. Μια κοινωνία, όπως και τότε, σε διάλυση.

«Τα όνειρα, κι όταν μικραίνουν, είναι μονάχα για να μεγαλώσουν πάλι», σημειώνεται στο δελτίο τύπου. Μπορούν να ονειρεύονται τα παιδιά 20-25 ετών, όπως εκείνα στο «Ματαρόα», σήμερα στην Ελλάδα;

Και βέβαια μπορούν να ονειρεύονται και τα παιδιά και οι νέοι και οι μεγάλοι, αρκεί να μάθουν τι και πώς να ονειρεύονται.

Ντρέπομαι να εκμυστηρευτώ σε κάποιον «ονειρεύομαι να βγάλω πιο πολλά λεφτά», αλλά δε ντρέπομαι καθόλου να του πω πως «ονειρεύομαι ένα κόσμο δίκαιο». Κριτήριο για το όνειρο λοιπόν είναι να χαίρομαι όταν το μοιράζομαι με κάποιον άλλον, για να γίνει λόγος το όνειρο. Κι ύστερα κι άλλον, κι άλλον, κι άλλους, πιο πολλούς. Μήπως και γίνει πράξη το όνειρο.

Πως φτιάχνονται τα όνειρα; Το παρελθόν, η μνήμη είναι το βασικό τους υλικό, όπως ξέρουμε, που μεταπλάθεται μες στο ασυνείδητο και βρίσκει κι άλλες, νέες σημασίες, μ’ έναν τρόπο μαγικό. Η εκ των υστέρων νέα νοηματοδότηση της μνήμης μας μέσω του λόγου, είναι ο μηχανισμός που μας βοηθά κάθε στιγμή να ορίζουμε το στίγμα μας μες στο ταξίδι της ζωής: Πού είμασταν, τι έγινε, ποιοι είμαστε, πώς φτάσαμε ως εδώ;

Δεν είναι όνειρο ακριβώς ό,τι παράγει το ανεξέλεγκτο μας φαντασιακό, προς το οποίο μας ωθεί ο σύγχρονος μεταμοντέρνος καπιταλισμός με το παραπλανητικό του μήνυμα πως «Όλα τα μπορείτε». Γιατί αυτό είναι που κάνει τους ανθρώπους φοβισμένα, εγωιστικά και καταθλιπτικά, μοναχικά, κατάκοπα ζωάκια, που τρέχουν ακατάπαυστα μην τους προλάβει ο χρόνος. Τρέχουν για να κατακτήσουν ένα στόχο που αλλάζει θέση συνεχώς και όλο τους ξεφεύγει. Γιατί υπάρχει πάντα κάτι άλλο, που κι αυτό βεβαίως «το μπορούν», και μάλιστα ακόμη πιο όμορφο, πιο δυνατό, πιο έξυπνο, πιο ικανό, πιο παραγωγικό, πιο χρήσιμο, που θα θελήσουν να το κατακτήσουνε κι αυτό, αφού «Όλα τα μπορούν», να το καταναλώσουν και να το αφοδεύσουν τέλος. Και μετά, και πάλι φτου κι απ’ την αρχή. Η απόλυτη ματαίωση…

Υπάρχει χώρος για την ουτοπία σήμερα;

Υπάρχει, ναι. Και έχει να κάνει ακριβώς μ’ αυτή τη διαδικασία. Η ουτοπία είναι εκείνος ο όχι-τόπος, ο οποίος περικλείει μάλιστα κι όλους τους άλλους τόπους, μετα-τοπισμένους. Εκεί με τρόπο μαγικό η μνήμη εμπλουτίζεται, μετατοπίζεται κι αλλάζει σημασίες. Η ουτοπία είναι εκεί όπου η ιστορία, η μικρή μας και η μεγάλη Ιστορία ξαναγράφονται.

Αυτό κάνω κι εγώ, ο ρόλος μου, στο «Ματαρόα στον ορίζοντα».

Εκείνοι που επιβιβάστηκαν στο Ματαρόα τότε άλλαξαν στη συνέχεια τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο και ίσως τον ίδιο τον κόσμο. Υπάρχει περιθώριο σήμερα να συμβεί κάτι παρόμοιο;

Δεν πρέπει να το πούμε αυτό, πως δεν υπάρχει περιθώριο, δεν έχουμε δικαίωμα. Πρέπει να πάρουμε όμως την απόφαση να ψάξουμε πού είναι αυτό το περιθώριο, ποιο ακριβώς κομμάτι της σελίδας έχει μείνει ακόμη άγραφο.

Ολόκληρη η σελίδα γεμάτη με μουτζούρες. Η σύγχρονη ανοησία διαφημίζει εκεί τα σύγχρονα καταναλωτικά σκουπίδια της.

Σε μια άγραφη γωνιά της όμως, σκύβοντας προσεκτικά, θα δούμε κάτι σύμβολα σβησμένα, από παλιά. Κάτι εκεί πέρα μοιάζει να μιλάει για ανθρωπισμό και αξιοπρέπεια, για αλληλεγγύη και γαλήνη της ψυχής. Κι άλλα πολλά ακόμη, για την ομορφιά, τον έρωτα, την πίστη και τις ηθικές αξίες, τον άνθρωπο που δεν αντέχει να πονά. Ωραία λογία, που έχουνε μισοσβηστεί, απ’ τις μουτζούρες των ανόητων τριγύρω. Να τα γράψουμε ξανά. Μ’ έναν καινούργιο, το δικό μας τρόπο.

Είναι πολιτικής ευθύνη μας. Αυτή που αρνούνται να αναλάβουν οι εκλεγμένοι κυβερνήτες, ως οφείλουν, επιρρίπτοντάς την μάλιστα σ’ εμάς, ως κατ’ ευφημισμόν «ατομική». Ουαί!

Οι άνθρωποί το έκαναν, ακόμη και στον πόλεμο. Στην κατοχή τα όνειρα ήταν καταδικά μας. Και οι άνθρωποι ήταν όλοι εκεί. Κυνηγημένος χτύπαγες μια πόρτα και σε κρύβαν, λέω στην παράσταση.

Το θέατρο ανθεί, ξανά, στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Η ανταπόκριση του κοινού είναι μεγάλη. Που οφείλεται αυτό;

Μάλλον ο κόσμος θέλει να στραφεί σε τόπους ποιο πνευματικούς και μαγικούς. Ας το ελπίσουμε. Κι εμείς γι’ αυτό το κάνουμε.


Πως είναι πλέον το 24ωρο ενός ηθοποιού στις μέρες μας; Στην τηλεόραση και το θέατρο έχουν ανοίξει οι δουλειές αλλά πλέον γίνεστε χίλια κομμάτια για να τα προλάβετε όλα.

Ναι και τρέχουμε σαν παλαβοί να κάνουμε δουλειές, στις τηλεοπτικές κυρίως αναφέρομαι, που πόση σχέση έχουν πια μ’ αυτό που διδαχτήκαμε κι ονειρευόμασταν, ως σπουδαστές ακόμη των δραματικών σχολών;

Βιασύνη, αδιαφορία, προχειρότητα. Για να στηρίξουμε το πενιχρό θεατρικό εισόδημά μας τρέχουμε να προλάβουμε το χρόνο και να αυξήσουμε τα κέρδη των παραγωγών, υποπίπτοντας συχνά σε συμπεριφορές ανταγωνιστικές, ανόητους εγωισμούς, προσπάθεια για αυτοπροβολή και ξεπληρώνοντας αυτό το επιπλέον πρόσκαιρο εισόδημα με άγχος, αδιαχείριστο πολλές φορές και μια βαθιά ματαίωση ως καλλιτέχνες.

Αυτά τα περιβάλλοντα, αυτές τις καταστάσεις ευνοούν, σε τέτοιες συμπεριφορές ωθούν ακόμα και τους τιμιότερους. Όμως, πάρα το ότι και στο θέατρο έχουν παρεισφρήσει τέτοιες πρακτικές, υπάρχουν ευτυχώς ακόμη καλλιτέχνες που αντιστέκονται. Και είναι ευτυχώς ακόμα οι περισσότεροι.

Μια ευχή για τις τέχνες και τον πολιτισμό στη χώρα μας στο νέο έτος; Ή και για την ίδια τη χώρα;

Να ξαναθυμηθούμε, χωρίς υπεροψία, τον εκπαιδευτικό ρόλο που έχουμε να επιτελέσουμε ως μέλη αυτής της κοινωνίας. Είναι η μέγιστη πολιτική ευθύνη των καλλιτεχνών. Και επιτέλους να δεχτεί το ρόλο μας αυτόν και η χώρα μας.

Λίγα λόγια για την υπόθεση

Το πλοίο λεγόταν «Ματαρόα» και απέπλευσε από την Ελλάδα τα ξημερώματα της 22ας Δεκεμβρίου του 1945. Στην πιο δύσκολη περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, τις παραμονές του Εμφυλίου, μέσα σε ένα ζοφερό σκηνικό διώξεων και φόβου, ο φιλέλληνας Οκτάβιος Μερλιέ, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου, σε συνεργασία με τον υποδιευθυντή Ροζέ Μιλλιέξ, διαβλέποντας τις δυσοίωνες πολιτικές εξελίξεις φυγάδευσε τη νεότερη πνευματική ελίτ της Ελλάδας στο Παρίσι μέσω του θεσμού των υποτροφιών του γαλλικού κράτους. Το βρετανικό καράβι «Ματαρόα», που κατά μία εκδοχή σημαίνει, στα πολυνησιακά, «γυναίκα με μεγάλα μάτια», ενώ κατά άλλες υποδηλώνει τη διορατικότητα, την ανησυχία, την ελπίδα, το να είσαι ζωντανός, πήρε μαζί του 125 νέους Έλληνες επιστήμονες και καλλιτέχνες για να τους γλιτώσει από τη «λευκή τρομοκρατία» που ξεκίνησε μετά τα Δεκεμβριανά. Μεταξύ τους, οι Κορνήλιος Καστοριάδης, Κώστας Παπαϊωάννου, Μιμίκα Κρανάκη, Κώστας Αξελός, ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, οι φοιτητές αρχιτεκτονικής Εμμανουήλ Κινδύνης, Αριστομένης Προβελέγγιος, Αθανάσιος Γάττος, Κωνσταντίνος Μανουηλίδης, Νικόλας Χατζημιχάλης, Γιώργος Κανδύλης, Πάνος Τσολάκης, Τάκης Ζενέτος, ο κινηματογραφιστής Μάνος Ζαχαρίας, ο γλύπτης Μέμος Μακρής, ο ζωγράφος Ντίκος Βυζάντιος, ο μουσικός Δημήτρης Χωραφάς, ο τεχνοκριτικός Άγγελος Προκοπίου, οι γιατροί Ανδρέας Γληνός και Ευάγγελος Μπρίκας, η συγγραφέας Έλλη Αλεξίου, η ποιήτρια Μάτση Χατζηλαζάρου, ο ποιητής Ανδρέας Καμπάς, οι φιλόλογοι Εμμανουήλ Κριαράς και Σταμάτιος Καρατζάς, και πολλοί άλλοι.

Το ανήσυχο αυτό «πολύτιμο φορτίο» θα αναζητούσε διέξοδο σωτηρίας στα γαλλικά πανεπιστήμια και, αργότερα, θα άλλαζε με τα έργα του την πορεία της σκέψης, της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Από τότε, όμως, άλλαξαν πολλά. Τώρα, ογδόντα χρόνια μετά, τι; Για πού; Και γιατί;

Info

Εναλλακτική Σκηνή Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο

«Ματαρόα στον ορίζοντα»

14/12-12/1/2025

Σύλληψη, σκηνοθεσία: Θοδωρής Αμπαζής

Μουσική: Νίκος Κυπουργός, Θοδωρής Αμπαζής

Κείμενο: Έλσα Ανδριανού

Παίζουν: Δημήτρης Ξανθόπουλος, Μανώλης Μαυροματάκης, Αγγελική Στελλάτου κ.α.

Προπώληση εισιτηρίων: ταμεία ΕΛΣ και ticketservices.gr

Πληροφορίες: nationalopera.gr

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή