«Οι Έλληνες βρίσκονται στο «αμήν»- Δεν ξέρω αν θα γίνει εξέγερση!»
Η συνέντευξη, με τίτλο «Έχω φτάσει στο τέλος των δυνάμεών μου», του διευθυντή του σημαντικότερου ελληνικού θεάτρου, δημοσιεύεται, με την ευκαιρία της σκηνοθεσίας του (της πρώτης του σκηνοθεσίας στη Βιέννη) στο έργο «Η Μαρκησία του Ο.» του Φέρντιναντ Μπρούκνερ, το οποίο έχει, αύριο Παρασκευή 19 Απριλίου, πρεμιέρα στο γνωστό βιεννέζικο θέατρο «Ακαντεμίτεατερ».
Στη συνέντευξή του, ο Γιάννης Χουβαρδάς, εξηγώντας τους λόγους που τον οδήγησαν στην απόφαση να εγκαταλείψει τη διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου, αναφέρει πως η κατάσταση χειροτέρευε χρόνο με τον χρόνο, ο προϋπολογισμός μειωνόταν δραστικά, οι μισθοί δεν πληρώνονταν έγκαιρα, πολλοί από τους συνεργάτες του αμείβονται πενιχρά και δύσκολα βρίσκονται κίνητρα για να εργαστούν. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη, διότι δεν υπάρχουν πλέον συνομιλητές για αυτά τα ζητήματα στο υπουργείο, το διοικητικό συμβούλιο που εγκρίνει τον προϋπολογισμό του θεάτρου έχει παραιτηθεί ήδη από τον περασμένο Αύγουστο χωρίς να έχει αντικατασταθεί, το θέμα της δικής του διαδοχής παραμένει ακόμη ανοικτό και όλα αυτά συνιστούν μια κατάσταση που στην Αυστρία δεν θα μπορούσε κάποιος να διανοηθεί.
Ο ίδιος, όπως σημειώνει, είχε μόνον ένα ένστικτο επιβίωσης που προφανώς λειτούργησε, κάνοντας τα πάντα για να μην καταρρεύσει το θέατρο και να διατηρηθεί η ποιότητα και, παρά την κρίσιμη κατάσταση, το πρόγραμμα πέτυχε καλλιτεχνικά, έχοντας ανταπόκριση στο κοινό και, προς το παρόν, βρίσκονται ακόμη κάποια χρηματικά μέσα που όμως δεν θα υπάρχουν την επόμενη θεατρική περίοδο. Κατά την άποψή του, αν σύντομα δεν αλλάξει κάτι, δεν θα αργήσει πολύ για να βρεθεί το θέατρο σε αδιέξοδο και ο ίδιος, σε κάθε περίπτωση, είναι στο τέλος των δυνάμεών του και δεν θέλει πλέον να συνεχίσει.
Όπως επισημαίνει ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια και δεν προχώρησε σε καμία απόλυση εργαζόμενου, χωρίς όμως να μπορεί να αντικαταστήσει κάποιους που αποχώρησαν ενώ, μη έχοντας μόνιμο θίασο, οι παραστάσεις γίνονταν με την κατά το δυνατό ισχνότερη διανομή, ωστόσο είναι ευτύχημα πως καταβάλλονταν οι μισθοί, σε αντίθεση με άλλους πολιτιστικούς θεσμούς όπου το υπουργείο δεν πλήρωνε.
Οι καλλιτέχνες βιώνουν εξίσου άσχημα την οικονομική ύφεση, έχοντας ίσως σε αυτό το χάος το πλεονέκτημα ότι ζούσαν πάντα την κρισιμότητα αμειβόμενοι άσχημα και άρα είναι συνηθισμένοι σε ασταθείς καταστάσεις περισσότερο από τους άλλους, προσθέτει. Ο κ. Χουβαρδάς παρατηρεί, στη συνέντευξη, ότι σήμερα στις ελληνικές θεατρικές σκηνές τίθεται το ερώτημα πώς έχουν φτάσει τα πράγματα έως εδώ και τώρα προσφέρεται πολύ περισσότερο πολιτικό και κοινωνικό θέατρο, στο οποίο συρρέουν οι θεατές, γράφονται και συζητούνται πολλά και υπάρχει μια δίψα για απαντήσεις. Η αισθητική έχει γίνει τελευταία πιο ριζοσπαστική και τα μηνύματα πιο ακραία, όχι «αντικαπιταλιστικά» αλλά «αντι-αστικά», με την κριτική να ασκείται κατά των αστών της ευμάρειας και κατά του απολιτικού καταναλωτισμού, που θεωρούνται υπεύθυνοι για την παρούσα μιζέρια.
Από την άλλη, όπως σημειώνει, το θέατρο πρέπει να είναι και ο χώρος όπου κάποιος διασκεδάζει και, μάλιστα, στην ελληνική γλώσσα υπάρχει η λέξη «ψυχαγωγία», της οποίας ο ίδιος εξηγεί την ετυμολογική σημασία, ενώ συμπληρώνει ότι στην Ελλάδα βρίσκονται σήμερα πολλά νέα ταλέντα, όμως υπάρχει η τάση, καλλιτέχνες και διανοούμενοι να μην βρίσκουν πλέον νόημα στην αντιπαράθεση και να εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Στην ίδια συνέντευξη, ο Γιάννης Χουβαρδάς αναφέρεται στις πρώτες επαφές του με το θέατρο, στις σπουδές και τη σταδιοδρομία του, όπως και στην πρώτη σκηνοθεσία που πραγματοποιεί τώρα στη Βιέννη, με τη νέα παραγωγή του στο «Ακαντεμίτεατερ».