Το σκάκι στη λογοτεχνία

Από το Μεσαίωνα ακόμα και τα ιπποτικά μυθιστορήματα, μέχρι τα χρόνια του μοντερνισμού, αλλά και τις μεταμοντέρνες ημέρες μας, το σκάκι -ως παιχνίδι που προσφέρεται για υψηλές ασκήσεις του νου- δεν θα μπορούσε να μην απασχολήσει τη λογοτεχνία, η οποία το αποτύπωσε κατ' επανάληψη στις σελίδες της.


Ετοιμάζοντας μια ποιητική ανθολογία για το σκάκι, ο Γιάννης Αντωνιάδης είχε την ευκαιρία να γράψει και μια σύντομη πλην ιδιαιτέρως πυκνή ιστορία των σχέσεων τις οποίες έχει αναπτύξει η λογοτεχνία με τον σκακιστικό κόσμο. Το βιβλίο του τιτλοφορείται «Σκάκι και λογοτεχνία».

Εκτός από τα μεσαιωνικά μυθιστορήματα, το σκάκι θα μπει στο επίκεντρο του διεθνούς λογοτεχνικού ενδιαφέροντος και κατά τους επόμενους αιώνες: από τον Ραμπελέ και τον Θερβάντες μέχρι τον Ντιντερό, τον Πούσκιν, τον Λόρδο Μπάιρον, τον Πόε, τον Λιούις Κάρολ και τον Ντοστογιέφσκι. Το σκάκι θα αποβάλει εν προκειμένω την ειδυλλιακή εικόνα με την οποία εμφανίζεται στους συγγραφείς της μεσαιωνικής περιόδου και θα μετατραπεί σε πεδίο όπου η λογοτεχνία θα προβάλει τις πολιτικές και τις υπαρξιακές της ανησυχίες.

Ο μελετητής θα μείνει περισσότερο, όπως είναι εύλογο, στους πεζογράφους και τους ποιητές του 20ου αιώνα για να δείξει με ποιον τρόπο το σκάκι θα συντονιστεί οργανικά τόσο με τις θεματικές αναζητήσεις όσο και με τους καλλιτεχνικούς προβληματισμούς τους. Ο κατάλογος των ονομάτων δεν έχει τέλος: Χένρι Τζέιμς, Έρμαν Έσσε, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, Στέφαν Τσβάιχ, Σάμιουελ Μπέκετ, Τζορτζ Όργουελ, Ρέιμοντ Τσάντλερ, Ζορζ Περέκ, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, αλλά και Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, Έζρα Πάουντ, Χόρχε Λούις Μπόρχες, Σίλβια Πλαθ και Αν Σέξτον.

Άλλοι θα ξεκινήσουν από το σκάκι για να μιλήσουν για τον πολιτικό όλεθρο του ολοκληρωτισμού ή για το μεγαλειώδες κενό από το οποίο υποφέρει η σύγχρονη συνείδηση κι άλλοι θα χρησιμοποιήσουν τη σκακιέρα και τις κινήσεις τις οποίες επιτρέπει σε στρατιώτες, αξιωματικούς, άλογα, πύργους και βασίλισσα για να εφαρμόσουν τις ανατρεπτικές τεχνικές της γραφής τους.

Όσον αφορά στην ελληνική λογοτεχνία, ο Γ. Αντωνιάδης θα παραθέσει κάποια ονόματα από την πεζογραφία (Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Άρης Αλεξάνδρου, Γιάννης Πάνου, Αλέξανδρος Σχινάς, Νίκος Παναγιωτόπουλος), θα παρατηρήσει, όμως, με νόημα πως οι Έλληνες πεζογράφοι δεν έχουν μέχρι στιγμής καταπιαστεί συστηματικά και εις βάθος με το σκάκι, ίσως γιατί δεν έχουν πίσω τους τις παρακαταθήκες που έχει σχηματίσει η ευρωπαϊκή παράδοση. Με την ποίηση, αντίθετα, τα πράγματα μοιάζουν ευθύς εξαρχής αρκετά διαφορετικά: Κ. Π. Καβάφης, Μιχαήλ Στασινόπουλος, Γιώργος Σεφέρης (σ' ένα μυθιστορηματικό του προσχέδιο), Νικόλαος Κάλας, Μανόλης Αναγνωστάκης, Νίκος Καρούζος, Τίτος Πατρίκιος, Νάσος Βαγενάς, Μιχάλης Γκανάς, Χάρης Βλαβιανός, Γιώργος Κοροπούλης.

Πρόκειται για μια δουλειά που δεν απευθύνεται σε σκακιστές, καθώς μπορεί να διαβαστεί και από ανθρώπους που δεν ξέρουν καλά ή και αγνοούν παντελώς το παιχνίδι, αλλά είναι σε θέση να καταλάβουν γιατί η λογοτεχνία έσπευσε τόσες φορές να αναμετρηθεί μαζί του, αφιερώνοντάς του ορισμένες από τις ωραιότερες σελίδες της ιστορίας της.