Όταν ένας συγγραφέας ανησυχεί για το μέλλον του!

Τι συμβαίνει όταν ένας συγγραφέας που δεν είναι πια στην πρώτη του νιότη, έχει αρχίσει να ανησυχεί για το αν θα προλάβει να ολοκληρώσει με τον τρόπο που θα ήθελε το έργο του;

Έχουν νόημα οι ανησυχίες του ή θα πρέπει να σκεφτεί μόνο το τι έχει πετύχει μέχρι τώρα; Και από την άλλη, πώς να καταπραΰνει ένας τέτοιος άνθρωπος το άγχος για το παραπέρα όταν θα τον πλευρίσει ένας νεαρός γιατρός, σπεύδοντας να τον βεβαιώσει πως δεν χρειάζεται να κάνει τίποτε παραπάνω για να ικανοποιήσει τους σκοπούς της τέχνης του; Αυτό είναι το θέμα που απασχολεί τον Χένρι Τζέιμς (1843-1916), έναν από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, στη νουβέλα του Η δεύτερη ευκαιρία, η οποία κυκλοφορεί σε μετάφραση, επίμετρο και χρονολόγιο Καρολίνας Μέρμηγκα από τις εκδόσεις Μελάνι.

Ο Τζέιμς γεννήθηκε στις ΗΠΑ, αλλά πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του γράφοντας στην Αγγλία. Είχε έτσι την ευκαιρία να συνδυάσει στην πεζογραφία του από τη μια το κάπως φεουδαρχικό ακόμη στην εποχή του πνεύμα της Γηραιάς Ηπείρου (ένα πνεύμα, πάντως, ήδη σε κάμψη, αν όχι και σε φανερή παρακμή) και από την άλλη την ισχυρή αίσθηση της ατομικής ελευθερίας και την ανάγκη για συνεχή δράση της αμερικανικής νοοτροπίας. Οι ήρωες παρόλα αυτά της Δεύτερης ευκαιρίας βρίσκονται μακριά από τέτοια ζητήματα. Ο Ντένκομπ και ο δόκτωρ Χιου μοιάζουν ευθύς εξαρχής αποσπασμένοι από το οποιοδήποτε κοινωνικό περιβάλλον.

Απομονωμένοι σε μιαν εξοχή της Νότιας Αγγλίας, άλλο δεν ξέρουν από το να συζητούν για το καινούργιο βιβλίο του Ντένκομπ το οποίο ο γιατρός έτρεξε να προμηθευτεί από την πρώτη ημέρα της κυκλοφορίας του.

Το πρόβλημα για τον Ντένκομπ είναι πως έχει μόλις αναρρώσει από μια σοβαρή ασθένεια. Το γεγονός τον έχει εύλογα αναγκάσει να αναρωτιέται για το αν θα έχει από εδώ και στο εξής την ευκαιρία να καλυτερέψει τα βιβλία του. Οι έπαινοι του δόκτορα Χιου τον κολακεύουν, αλλά δεν καταλαγιάζουν την αγωνία του. Ναι, ίσως όντως να του δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία, αν όμως όχι; Η ασθένεια που τον έριξε στο κρεβάτι έχει καταφέρει να του προκαλέσει μεγάλη σωματική αδυναμία, καθώς και ισχυρό φόβο για το κατά πόσο θα επιβιώσει στο άμεσο μέλλον. Ο δόκτωρ Χιου θα καθησυχάσει τον φίλο του, λέγοντάς πως είναι ακόμη νέος, και θα τον γεμίσει για άλλη μια φορά με φιλοφρονήσεις για τα γραπτά του.

Παρά την αισιοδοξία του δόκτορος Χιού, εκείνος που θα έχει τελικά το πικρό δίκιο θα είναι ο Ντένκομπ, ο οποίος γρήγορα θα ξανακυλήσει, συνειδητοποιώντας πως βρίσκεται οριστικά προς του τέλους. Κι εδώ διαβάζουμε ορισμένες από τις καλύτερες και τις πιο δυνατές σελίδες που έχει γράψει ο Τζέιμς στη σταδιοδρομία του. Γιατί δεν πρόκειται τόσο για τον φόβο του συγγραφέα ενώπιον του επερχόμενου θανάτου όσο για το ρίγος που τον διαπερνά όταν αναλογίζεται πως δεν θα έχει τελικά μια δεύτερη ευκαιρία για την τέχνη του: ποτέ δεν έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία για τίποτε και το όνειρο στο οποίο έχουμε προσηλωθεί μιαν ολόκληρη ζωή μπορεί σε μια στιγμή να εξαφανιστεί στο βάθος του ορίζοντα.

Το θέμα της τέχνης που θα μείνει για κάποιο λόγο στα μισά του δρόμου, χάνοντας τη μάχη με την αιωνιότητα, είναι κάτι το οποίο έχει απασχολήσει τους συγγραφείς όλων των τόπων και όλων των εποχών. Ο Τζέιμς, όμως, κατορθώνει να δώσει στη νουβέλα του μιαν έντονα υπαρξιακή διάσταση, αποφεύγοντας την ίδια ώρα να πέσει στον οποιονδήποτε συναισθηματισμό. Όσο για τους χαρακτήρες των ηρώων, μένουν αμφότεροι βαθιά αποτυπωμένοι στον νου μας: ο Ντένκομπ για την ανήσυχη, σε αμείωτη εγρήγορση καλλιτεχνική του φύση και ο δόκτωρ Χιου για την τόλμη αλλά και την αποκοτιά της ηλικίας του, που είναι ένα άλλο είδος απόδοσης φόρου τιμής στην τέχνη.

Διαβάστε επίσης:

Αμφίπολη: H Μαρμάρινη πόρτα που οδηγεί στον τέταρτο θάλαμο του τάφου