Τριστάνος και Ιζόλδη: Παραστάσεις 21, 28, 31 Ιανουαρίου & 4 Φεβρουαρίου 2015
Πρόκειται για μια νέα μεγαλειώδη παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η οποία για πρώτη φορά στην 75χρονη ιστορία της, θα αναμετρηθεί με το έργο ορόσημο της μουσικής ιστορίας, το οποίο σηματοδότησε την αρχή του ύστερου μουσικού ρομαντισμού.
Την Ορχήστρα και την Χορωδία της ΕΛΣ θα διευθύνει ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Οργανισμού, Μύρων Μιχαηλίδης, την σκηνοθεσία υπογράφει ο διεθνής Έλληνας της όπερας Γιάννης Κόκκος, ενώ πρωταγωνιστούν Μονωδοί διεθνούς ακτινοβολίας.
Ο Τριστάνος και Ιζόλδη, είναι ένα έργο πυρετώδους συναισθηματικής φόρτισης, το οποίο με τις καινοτομίες της αρμονίας και τον πλούτο της γραφής του, άλλαξε δια παντός την ιστορία της μουσικής. Η σύνθεση του έργου ολοκληρώθηκε ανάμεσα στο 1857 και το 1859, ενώ η πρεμιέρα του δόθηκε στο Μόναχο το 1865.
Ο Βάγκνερ το έγραψε επηρεαζόμενος από το έργο του σπουδαίου φιλοσόφου Άρθουρ Σοπενχάουερ, αλλά και από την έντονα συναισθηματική του σχέση με την Ματθίλδη Βέζεντονκ. Ενδεικτικό της σημασίας του έργου είναι ότι επηρέασε -άμεσα ή έμμεσα-, όχι μόνο σπουδαίους συνθέτες της δυτικής μουσικής, όπως τους Μάλερ, Ρίχαρντ Στράους, Μπρίττεν, Ντεμπυσσύ, Ραβέλ, Στραβίνσκι κ.ά., αλλά και φιλοσόφους όπως ο Νίτσε, λογοτέχνες όπως ο Τόμας Μαν, συμβολιστές ποιητές του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, αλλά ακόμα και σύγχρονους κινηματογραφιστές όπως ο Λαρς Φον Τρίερ.
Όπως σε όλα τα έργα του Ρίχαρντ Βάγκνερ, το κείμενο του είναι του ίδιου και βασίζεται σε μύθο πιθανώς κελτικής προέλευσης. Η πλοκή αφορά τον έρωτα του ιππότη Τριστάνου για την ιρλανδή πριγκίπισσα Ιζόλδη, την οποία φέρνει ως νύφη στο θείο του βασιλιά Μάρκο της Κορνουάλης. Κατά το ταξίδι της επιστροφής στο πλοίο, με αφορμή ένα μαγικό ποτό, Τριστάνος και Ιζόλδη εξομολογούνται τον έρωτά τους. Στην Κορνουάλη, κατά την απουσία του βασιλιά σε κυνήγι, συναντιούνται ερωτικά. Ο Μάρκος τους βρίσκει μαζί και σε συμπλοκή που ακολουθεί ο Τριστάνος τραυματίζεται θανάσιμα. Μεταφέρεται στον πύργο του στη Βρετάνη, όπου παραληρεί. Όταν η Ιζόλδη φτάνει κοντά του είναι πια αργά: ο Τριστάνος ξεψυχά στα χέρια της και εκείνη τον ακολουθεί καθώς οραματίζεται την παντοτινή ένωση μαζί του.
Για πρώτη φορά ελληνικά μουσικά σύνολα -η Ορχήστρα και η Χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής-, υπό τον αρχιμουσικό Μύρωνα Μιχαηλίδη θα ερμηνεύσουν ένα τέτοιο έργο ύψιστων απαιτήσεων, του οποίου η πλαστική ρευστότητα της μορφής το καθιστά ένα από τα πιο δύσκολα του ρεπερτορίου.
Ο διακεκριμένος Έλληνας σκηνοθέτης - σκηνογράφος Γιάννης Κόκκος με έδρα του το Παρίσι, ο οποίος υπογράφει τη σκηνοθεσία, τα σκηνικά και τα κοστούμια, σημειώνει: "Σε όλα τα έργα του παρελθόντος τίθεται η προβληματική των τριών χρόνων: της εποχής στην οποία ο συνθέτης/λιμπρετίστας τοποθετεί τη δράση, της εποχής στην οποία γράφηκε ή συντέθηκε το έργο μαζί με το ιστορικό της υπόβαθρο και, τέλος, της δικής μας εποχής, στην οποία υποδεχόμαστε το έργο. Πάνω στη σκηνή οι τρεις εποχές πρέπει να μπορούν να συνυπάρχουν μέσα από μία μορφή που θα εφευρεθεί. Εάν ευνοήσει κανείς μία όψη σε σχέση με τις άλλες δύο, περιορίζει την πρόσληψη του έργου.
Επιχειρώ να ενώσω τα στοιχεία αυτά, προκειμένου να δημιουργηθεί μία αισθητική αποτελούμενη από τα τρία στοιχεία χρόνου στο πλαίσιο μιας μορφής, η οποία εκπλήσσει και ταυτόχρονα είναι προφανής. Για τον Τριστάνο οι τρεις εποχές συνυπάρχουν ταυτόχρονα σε όλα τα στοιχεία της παράστασης, στο σκηνικό χώρο, στα κοστούμια και στην κίνηση των ερμηνευτών. Ξαναβρίσκει κανείς τον απόηχο περασμένων χρόνων, ίχνη της φύσης, λάμψη από πανοπλίες, αντανακλάσεις νερού και έναν αριθμό από αναφορές που ανήκουν στο σημερινό κόσμο. (...) O Βάγκνερ δεν συνέθεσε συνειδητά ένα ψυχόδραμα, αλλά εργάστηκε βασισμένος σε βαθιά γνώση των συμβόλων και ως προς αυτό ο Τριστάνος πλησιάζει περισσότερο τη μυθολογική ανάλυση του Γιουνγκ [Jung] παρά του Φρόυντ [Freud]. Ο Βάγκνερ δημιουργεί μία καθαρή, λιτή μορφή του μύθου του Τριστάνου, αφαιρώντας όλα τα περιττά στοιχεία της ιστορίας, αφήνοντας μόνο την ουσία του θρύλου.
Συνέγραψε το ποίημά του με τον ίδιο τρόπο: Δεν υπάρχει λέξη παραπάνω απ' όσες απαιτούνται, ούτε καν στον υπέροχο μακρύ μονόλογο του βασιλιά Μάρκου! Επιθυμώ να κρατήσω αυτή την πυκνότητα των εικόνων, διατηρώντας μία ισορροπία ανάμεσα σε αφαίρεση και ρεαλισμό. Ο Βάγκνερ είναι επίσης οραματιστής και θα επιχειρήσω να δώσω τόσο μία μινιμαλιστική όσο και μία μεγάλων διαστάσεων έκφραση σε αυτή την όψη. Η παράσταση δεν θα είναι μινιμαλιστική, εκτός από το γεγονός ότι θα εργαστώ μονάχα με εκείνα τα στοιχεία τα οποία θεωρώ απαραίτητα προκειμένου να αφηγηθώ την ιστορία, αφήνοντας χώρο στη φαντασία. Ο κόσμος του Τριστάνου είναι εσωτερικός, ένας κόσμος που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι, ένας κόσμος σκοτεινών διαισθήσεων. Ο Βάγκνερ αγαπούσε τον αρχαιοελληνικό κόσμο κι εγώ θα προσπαθήσω να ανακαλύψω το σκοτάδι και τη βία πίσω από τη σαφήνεια, το παράλογο πίσω από το λογικό. Πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα πράγματα στην ελληνική φιλοσοφία και το πνεύμα – σύγχρονο, ταυτόχρονα και αρχαίο.
Ο Βάγκνερ διέθετε βαθιά κατανόηση της ελληνικής τραγωδίας, ωστόσο με εντυπωσίασε εξίσου ο τρόπος με τον οποίο η ποίησή του έχει επίσης τη δομή έργων του Ρακίνα [Racine]: ορισμένα τμήματα μοιάζουν με τη Φαίδρα [Phèdre]! Παραδόξως, η δομή της υπόθεσης είναι πλησιέστερη στον Ρακίνα παρά στους Έλληνες. Διαβάζω το συγκεκριμένο έργο ως τραγωδία του φωτός και του σκότους, το αντίστροφο από το μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Παρουσιάζοντας το έργο στη σκηνή είναι σημαντικό να έχει κανείς την αντίθεση ανάμεσα στο φως της ημέρας στην Α' Πράξη και στη νύχτα της ψευδαίσθησης στη Β' Πράξη. Το φως της Γ' Πράξης σηματοδοτεί τη διάλυση της ψευδαίσθησης. Όταν επιστρέφει η Ιζόλδη, αρχικά φέρνει τη σκοτάδι αλλά στη συνέχεια φέρνει το φως, και φέρνοντας το φως προδίδει τον Τριστάνο. Τη δεύτερη φορά έρχεται για να τον θεραπεύσει, όμως μπορεί να τον θεραπεύσει μονάχα στο σκοτάδι και αντ' αυτού η Ιζόλδη εισέρχεται στο φως της δικής της εξαΰλωσης. Το φως είναι η αλήθεια και στο τέλος εκείνη γίνεται το φως. Το τέλος της όπερας είναι το τέλος των ψευδαισθήσεων. Η εξαΰλωση είναι ο έρωτας, η ένωση στο θάνατο, που αφήνει πίσω εκείνους τους θνητούς που δεν έχουν αγαπηθεί. Κάπου, πεθαίνοντας, ο Κούρβεναλ έχει μια ελπίδα. Ο Μάρκος μένει σε απόλυτη απόγνωση".
Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, οι οποίοι θεωρούνται από τους πιο απαιτητικούς και δύσκολους του ρεπερτορίου, ερμηνεύουν διεθνώς αναγνωρισμένοι Μονωδοί.
Ο Γερμανός τενόρος Τόρστεν Κερλ, ο οποίος θα ερμηνεύσει τον ρόλο του Τριστάνου, έχει σημειώσει μια λαμπρή πορεία στα σημαντικότερα λυρικά θέατρα του κόσμου σε Βιέννη, Νέα Υόρκη, Τόκιο, Μιλάνο, Βερολίνο, Λονδίνο, Δρέσδη, Αμβούργο, Γένοβα, Φλωρεντία, Όσλο, Ζυρίχη, Κολωνία, Αμβέρσα κ.ά. και θεωρείται ως ο πιο περιζήτητος «ηρωικός τενόρος» διεθνώς. Το ρεπερτόριό του επικεντρώνεται κυρίως στους πρωταγωνιστικούς ήρωες των βαγκνερικών αριστουργημάτων (Έρικ, Λόενγκριν, Πάρσιφαλ, Τάνχωυζερ, Τριστάνος, Ζήγκφρηντ κ.ά.). Έχοντας συνεργαστεί με κορυφαίους μαέστρους και με πλούσια δισκογραφία στο ενεργητικό του, το 2000 κέρδισε βραβείο Grammy.
Στον ρόλο της Ιζόλδης η κορυφαία Δανέζα σοπράνο Αν Πέτερσεν, η οποία έχει εισπράξει τις αποθεωτικές κριτικές του διεθνή τύπου ως «ιδανική Ιζόλδη». Η θεαματική της πορεία περιλαμβάνει επιτυχημένες εμφανίσεις σε σπουδαία λυρικά θέατρα όπως η Σκάλα του Μιλάνου, η Βασιλική Όπερα του Λονδίνου, η Όπερα του Παρισιού κ.ά. Στον συγκεκριμένο ρόλο πραγματοποίησε το θεαματικό ντεμπούτο της τον Απρίλιο του 2011 στην Όπερα της Λυών σε μια «θρυλική» παραγωγή όπου τη σκηνοθεσία κρατούσε η ανατρεπτική ομάδα των -γνώριμων στο ελληνικό κοινό- καταλανών Λα Φούρα ντελ Μπάους. Τον Απρίλιο του 2015 θα ερμηνεύσει την Ελίζαμπεθ στον Τάνχωυζερ στην Κρατική Όπερα του Βερολίνου, μια παραγωγή ήδη sold out, σε σκηνοθεσία της ιέρειας του μοντέρνου χορού Σάσα Βαλτς και σε μουσική διεύθυνση του διάσημου αρχιμουσικού Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, με τον οποίο έχει μακροχρόνια συνεργασία.
H Σουηδέζα Καταρίνα Νταλάυμαν, η οποία θα ερμηνεύσει τον ρόλο της Μπρανγκαίνε, θεωρείται αυτή τη στιγμή ως μία από τις πιο απαιτητικές δραματικές σοπράνο στο παγκόσμιο οπερατικό στερέωμα, με ειδίκευση στον Βάγκνερ και στον Στράους. Έχει ερμηνεύσει επανειλημμένως και με αξιοσημείωτη επιτυχία την Κούντρι στον Πάρσιφαλ, την Ελίζαμπεθ στον Τάνχωυζερ, την Εύα στους Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης, την Αριάδνη στην Αριάδνη στη Νάξο, την Ιζόλδη όπως και τους ομώνυμους ρόλους στην Ηλέκτρα και τη Σαλώμη, στα σημαντικότερα λυρικά θέατρα του κόσμου.
Η πλούσια καριέρα του Γερμανού βαρύτονου Ράινχαρτ Χάγκεν, ο οποίος θα ερμηνεύσει τον Βασιλιά Μάρκο, περιλαμβάνει πολυάριθμες βραβεύσεις και εμφανίσεις σε σημαντικά διεθνή μουσικά φεστιβάλ και κορυφαίες όπερες από το Κόβεντ Γκάρντεν, το Βερολίνο, το Λισέου της Βαρκελώνης, την Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης κ.ά. Μερικοί από τους διακεκριμένους μαέστρους με τους οποίους έχει συνεργαστεί είναι οι Λόριν Μααζέλ, Κλάουντιο Αμπάντο, σερ Σάιμον Ρατλ, σερ Νέβιλ Μάρινερ, Κουρτ Μαζούρ, Σέιζι Οζάουα κ.ά.
Τριστάνος και Ιζόλδη σε μια ματιά
O συνθέτης
Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ γεννήθηκε στη Λειψία το 1813 την ίδια χρονιά με τον Τζουζέππε Βέρντι. Αποτελεί μοναδική περίπτωση ανάμεσα στους συνθέτες του 19ου αιώνα και εμβληματική μορφή του γερμανικού ρομαντισμού, καθώς η δράση και το δημιουργικό του έργο επηρέασαν βαθύτατα τη σκέψη, τα γράμματα και την τέχνη όχι μόνο της δικής του εποχής, αλλά και των μεταγενέστερων. Συνέγραψε θεωρητικά δοκίμια όπως επίσης τα ποιητικά κείμενα για όλα του τα σκηνικά έργα, οραματίστηκε μία τέχνη πέρα από την ψυχαγωγία, με διδακτικό περιεχόμενο, στα πρότυπα του αρχαίου ελληνικού δράματος. Εμπνεύστηκε και υλοποίησε το ιδανικό κτίριο θεάτρου για την παρουσίαση των μουσικών του δραμάτων κοντά στη φύση, μακριά από την πολυτέλεια των κοσμικών μεγαλουπόλεων. Η πρωτοποριακή δομή των κειμένων του, κυρίως όμως οι μουσικές του καινοτομίες (αρμονία, προσωδία, χρήση εξαγγελτικών θεμάτων κ.λπ.) υποχρέωσαν τους συναδέλφους του να ξαναδούν το σύνολο της μουσικής τέχνης με διαφορετική οπτική.
Πέθανε στη Βενετία το 1883. Σημαντικότερα έργα του είναι Ο ιπτάμενος Ολλανδός (1843), Τάνχωυζερ (1845/61), Λόενγκριν (1850), Τριστάνος και Ιζόλδη (1864), Οι αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης (1867), Το δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ (1876), Πάρσιφαλ (1882).
Το έργο / Θέλοντας να αποφύγει τον ιταλικό χαρακτηρισμό «όπερα», ο συνθέτης ονομάζει το έργο του «Handlung», δηλαδή «δράση» σε τρεις Πράξεις. Όπως σε όλα τα έργα του, το κείμενο είναι του ίδιου και βασίζεται χαλαρά σε μύθο πιθανώς κελτικής προέλευσης, οποίος έγινε δημοφιλής το 12ο αιώνα μέσα από τη γαλλική ποίηση του Μεσαίωνα.
Το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε στο Βασιλικό Αυλικό και Εθνικό Θέατρο του Μονάχου στις 10 Ιουνίου 1865.
Στην Ελλάδα παραστάθηκε για πρώτη φορά πλήρες στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών τον Σεπτέμβριο του 1983 από την Γερμανική Κρατική Όπερα του (Ανατολικού τότε) Βερολίνου υπό την διεύθυνση του Ότμαρ Σουίτνερ σε σκηνοθεσία του Έρχαρντ Φίσερ. Τον Οκτώβριο του 1995 το έργο παρουσιάστηκε σε συναυλιακή μορφή στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από τη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας υπό τον Μάρεκ Γιανόφσκι.
Η νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής αποτελεί σημαντικό σταθμό: πρόκειται για την πανελλήνια πρώτη παρουσίαση του Τριστάνου σε πλήρως σκηνοθετημένη μορφή από Έλληνα σκηνοθέτη για πρώτη φορά σε κλειστή αίθουσα και από ελληνικά μουσικά σύνολα υπό τη διεύθυνση Έλληνα αρχιμουσικού.
Σύνοψη
Α' Πράξη / Στο πλοίο που ταξιδεύει από την Ιρλανδία στην Κορνουάλη το τραγούδι ενός ναύτη για μία νεαρή Ιρλανδή ενοχλεί την περήφανη Ιρλανδή πριγκίπισσα Ιζόλδη, την οποία ο ιππότης Τριστάνος οδηγεί ως νύφη στο θείο του, βασιλιά Μάρκο της Κορνουάλης. Η Ιζόλδη εύχεται να βυθιστεί το πλοίο, παρά να φτάσει στο μισητό προορισμό της. Η ακόλουθός της, Μπρανγκαίνε, μάταια επιχειρεί να την καθησυχάσει. Η Ιζόλδη είναι εξαγριωμένη με τον Τριστάνο, τον οποίο βλέπει να στέκεται στη γέφυρα του καραβιού, αποφεύγοντάς την. Στέλνει την Μπρανγκαίνε να τον φωνάξει, αλλά εκείνος δεν ανταποκρίνεται. Ο ακόλουθός του, Κούρβεναλ, δηλώνει απερίφραστα ότι ο Τριστάνος δεν είναι υποτακτικός της Ιζόλδης, ώστε να υπακούει πρόθυμα σε κάθε της απαίτηση. Η Μπρανγκαίνε επιστρέφει στην έξαλλη Ιζόλδη, η οποία θυμάται πως ο Τριστάνος έφτασε στην Ιρλανδία προκειμένου να συλλέξει φόρους για τον βασιλιά Μάρκο και πως αφού σκότωσε τον μνηστήρα της Μόρολντ τραυματίστηκε και ό ίδιος σοβαρά. Γνωρίζοντας πως χάρη σε μαγικά φίλτρα που γνώριζε η Ιζόλδη από τη μάνα της, μονάχα εκείνη μπορούσε να τον σώσει, ο Τριστάνος εμφανίστηκε μπροστά της ως Τάντρις. Η Ιζόλδη, που δεν γνώριζε την αληθινή ταυτότητά του, τον περιέθαλψε ώσπου να αναρρώσει. Όταν ανακάλυψε ποιος ήταν προσπάθησε να τον σκοτώσει με το σπαθί του. Όμως, όταν το ύψωσε, εκείνος την κοίταξε βαθιά μέσα στα μάτια κι εκείνη δεν μπόρεσε να τον χτυπήσει. Τον άφησαν να φύγει από τη χώρα, αρκεί να μην επέστρεφε ποτέ. Ωστόσο εκείνος επέστρεψε για λογαριασμό του άκληρου Μάρκου και τώρα σύρει την Ιζόλδη ως λάφυρο στο θείο του. Η Ιζόλδη καταριέται τον Τριστάνο κι εύχεται το θάνατο τόσο για εκείνον όσο και για την ίδια. Η Μπρανγκαίνε προσπαθεί να της εξηγήσει ότι δεν αποτελεί ατίμωση να παντρευτεί έναν βασιλιά και ότι ο Τριστάνος απλά εκτελεί την αποστολή του. Η Ιζόλδη απαντά πως αυτό φανερώνει την εκ μέρους του απουσία συναισθημάτων γι' αυτήν και ζητά από την Μπρανγκαίνε να ετοιμάσει ένα από τα μαγικά φίλτρα της μητέρας της: εκείνο του θανάτου. Ακούγονται φωνές που αναγγέλλουν ότι φάνηκε η ξηρά και ο Κούρβεναλ ζητά από τις δύο γυναίκες να ετοιμαστούν. Η Ιζόλδη ξεκαθαρίζει ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσει τον Τριστάνο εάν αυτός δεν της ζητήσει συγγνώμη για όλες τις προσβολές. Όταν τελικά εμφανίζεται μπροστά της ο Τριστάνος, εκείνη ζητά ικανοποίηση για το θάνατο του Μόρολντ. Ο Τριστάνος της προσφέρει το σπαθί του, όμως εκείνη δεν επιθυμεί να τον σκοτώσει. Του προτείνει να συμφιλιωθούν και να πιούν από το ίδια ποτό. Αντιλαμβανόμενος ότι του προσφέρει φαρμάκι εκείνος πίνει και εκείνη ακολουθεί. Αναμένοντας το θάνατο κοιτιούνται έντονα στα μάτια και ερωτευμένοι πέφτουν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Η Μπρανγκαίνε παραδέχεται ότι αντί για θανατηφόρο ποτό ετοίμασε ένα ερωτικό ελιξίριο.
Β' Πράξη / Ο βασιλιάς Μάρκος φεύγει για κυνήγι μέσ' στη νύχτα. Στον πύργο μένουν μόνες η Ιζόλδη με την Μπρανγκαίνε. Ανυπομονώντας να συναντήσει τον Τριστάνο η Ιζόλδη θεωρεί ότι ο Μάρκος και η ακολουθία του έχουν απομακρυνθεί αρκετά. Όμως η Μπρανγκαίνε προειδοποιεί ότι το κυνήγι αποτελεί πρόσχημα και ότι πρέπει να φυλάγεται ιδιαίτερα από τον ιππότη Μέλοτ, τον οποίο έχει δει να παρακολουθεί τον Τριστάνο. Η Ιζόλδη αποκρίνεται ότι ο Μέλοτ είναι φίλος του Τριστάνου και ζητά από την Μπρανγκαίνε να σβήσει τον πυρσό, σημάδι για τον Τριστάνο να πλησιάσει. Η Μπρανγκαίνε γνωρίζει πως η απόφαση αυτή δεν είναι σοφή, αλλά η Ιζόλδη της λέει ότι η δύναμη του έρωτα εξουσιάζει το πεπρωμένο. Στέλνει την Μπρανγκαίνε να παραφυλά και σβήνει η ίδια τον πυρσό. Υποδέχεται τον Τριστάνο σε έκσταση. Οι δυό τους υμνούν τη νύχτα που διώχνει το φως της καθημερινής πραγματικότητας και των εσφαλμένων εντυπώσεων. Ήταν οι δυνάμεις της ημέρας εκείνες που έκαναν τον Τριστάνο να συμπεριφέρεται συμβατικά και να τη φέρει από την Ιρλανδία. Το φίλτρο, η δύναμη του έρωτα, τους ελευθέρωσε από τις ψευδαισθήσεις τους. Τώρα αισθάνονται ασφαλείς στην αλήθεια της νύχτας και αφήνονται στην αγκαλιά της. Ακούγεται από μακριά η φωνή της Μπρανγκαίνε, που προειδοποιεί ότι η νύχτα σύντομα τελειώνει και ο κίνδυνος θα αποκαλυφθεί, αλλά οι ερωτευμένοι εξισώνουν τη λήθη τους με το θάνατο, ο οποίος θα τους προσφέρει την απόλυτη ένωση που επιθυμούν. Η ευδαιμονία τους διαλύεται καθώς φτάνει ο Κούρβεναλ, ανακοινώνοντας ότι επέστρεψαν ο βασιλιάς με την ακολουθία του, οδηγούμενοι από τον Μέλοτ. Ταραγμένος, ο Μάρκος εξηγεί πως ήταν ο ίδιος ο Τριστάνος εκείνος, ο οποίος επέμενε να νυμφευτεί και μάλιστα ήταν εκείνος, ο οποίος επέλεξε τη συγκεκριμένη νύφη. Διερωτάται, πως ένας ιππότης τον οποίο αγαπά και εμπιστεύεται τόσο πολύ, είναι δυνατόν να του προκαλέσει τέτοια ατίμωση. Ο Τριστάνος δεν μπορεί να αποκριθεί. Στρέφεται στην Ιζόλδη και τη ρωτά εάν προτίθεται να τον ακολουθήσει στη χώρα που ο ήλιος δεν λάμπει ποτέ. Εκείνη δέχεται. Ο Μέλοτ, που πρόδωσε τους ερωτευμένους επειδή και ο ίδιος έχει ερωτευτεί την Ιζόλδη, λέει στο βασιλιά να μην ανεχτεί την προσβολή. Τριστάνος και Μέλοτ μονομαχούν και την κρίσιμη στιγμή ο Τριστάνος αφήνει τον Μέλοτ να τον πληγώσει.
Γ' Πράξη / Έξω από το κάστρο του Τριστάνου στο Καρεόλ της Βρετάνης, ο ιππότης κείται βαριά τραυματισμένος. Τον φροντίζει ο Κούρβεναλ. Στο βοσκό που ρωτά για την υγεία του Τριστάνου, ο Κούρβεναλ αποκρίνεται πως μονάχα τα βότανα και τα μαγικά της Ιζόλδης μπορούν να τον γιατρέψουν. Ο βοσκός συμφωνεί να αφήσει το θλιμμένο τραγούδι του μόλις δει στον ορίζοντα πλοίο να φτάνει. Σε παραλήρημα, ο Τριστάνος αναρωτιέται που βρίσκεται. Λέει ότι επισκέφτηκε το βασίλειο της νύχτας και ότι θα επιστρέψει σε αυτό. Βαστιέται στη ζωή μονάχα ώσπου να βρει την Ιζόλδη, ώστε να την πάρει μαζί του. Ευχαριστεί τον Κούρβεναλ για την αφοσίωσή του και νομίζει ότι βλέπει στον ορίζοντα το πλοίο της Ιζόλδης. Ωστόσο, το τραγούδι του βοσκού παραμένει θλιμμένο: στη θάλασσα δεν φαίνεται κάτι. Ο Τριστάνος θυμάται πως άκουγε την ίδια μελωδία ως παιδί, τη συνδέει με το θάνατο των γονιών του αλλά και με το δικό του σοβαρό τραυματισμό μετά την πάλη με τον Μόρολντ. Εύχεται το φάρμακο της Ιζόλδης να του είχε χαρίσει γαλήνη τότε, αντί να τον αναστήσει και τώρα να υποφέρει. Βλέπει με τη φαντασία του το χαμόγελο της Ιζόλδης καθώς αυτή πλησιάζει. Τότε η μελωδία του βοσκού αλλάζει και από θλιμμένη γίνεται χαρούμενη. Ο Κούρβεναλ βλέπει ένα πλοίο στον ορίζοντα. Ο Τριστάνος ταράζεται. Για πρώτη φορά ευλογεί την ημέρα καθώς το φως της οδηγεί την Ιζόλδη κοντά του. Απερίσκεπτα λύνει τους επιδέσμους ώστε οι πληγές του να ματώσουν και να μπορέσει να τις περιποιηθεί η Ιζόλδη. Όμως, μόλις εκείνη φτάνει, ο Τριστάνος πέφτει νεκρός στην αγκαλιά της. Εκείνη τον παρακαλεί να μείνει ζωντανός, ώστε να μπορέσουν να μοιραστούν μία τελευταία στιγμή επανένωσης, αλλά ο Τριστάνος είναι πια νεκρός. Ο βοσκός βλέπει και δεύτερο καράβι. Ο Κούρβεναλ υποθέτει ότι πρόκειται για τον βασιλιά Μάρκο με την ακολουθία του, ο οποίος έρχεται να εκδικηθεί. Παρότι μαζί με τον Μάρκο είναι η Μπρανγκαίνε, όταν φτάνουν, ο Κούρβεναλ επιτίθεται στον Μέλοτ και τον σκοτώνει. Λίγο αργότερα πέφτει και ο ίδιος νεκρός, θανάσιμα τραυματισμένος από τους άνδρες του Μάρκου. Βαθύτατα θλιμμένος ο Μάρκος αντικρίζει τον νεκρό Τριστάνο, ενώ η Μπραγκαίνε προσπαθεί να συνεφέρει την Ιζόλδη, λέγοντας πως ο βασιλιάς έχει έρθει να συγχωρήσει και να ενώσει το ζευγάρι. Ωστόσο, η Ιζόλδη δεν δείχνει να την αντιλαμβάνεται. Βλέπει τον Τριστάνο να τις γνέφει από τον άλλο κόσμο, όπου πρέπει να τον ακολουθήσει. Ενώ η Μπρανγκαίνε την κρατά, εκείνη, εξαϋλωμένη, βυθίζεται στο θάνατο πάνω από το νεκρό σώμα του Τριστάνου.
Ρίχαρντ Βάγκνερ
Τριστάνος και Ιζόλδη
21, 28, 31 Ιανουαρίου & 4 Φεβρουαρίου 2015
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη
Νέα παραγωγή - Πρώτη παρουσίαση από την ΕΛΣ
Ώρα έναρξης: 18.30
Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης
Σκηνοθεσία - σκηνικά - κοστούμια: Γιάννης Κόκκος
Καλλιτεχνική συνεργάτιδα, δραματουργία: Αν Μπλανκάρ
Σχεδιασμός βιντεοπροβολών: Eρίκ Ντυραντώ
Φωτισμοί: Τζουζέππε Ντι Ιόριο
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Τριστάνος: Τόρστεν Κερλ
Βασιλιάς Μάρκος: Ράινχαρτ Χάγκεν
Ιζόλδη: Αν Πέτερσεν
Κούρβεναλ: Μίχαελ Φηρ
Μέλοτ: Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος
Μπρανγκαίνε: Καταρίνα Νταλάυμαν
Βοσκός: Νίκος Στεφάνου
Τιμονιέρης: Κωστής Ρασιδάκης
Ναύτης: Αντώνης Κορωναίος
Συμμετέχουν η Ορχήστρα και η Χορωδία της ΕΛΣ