Κονσερβοποιία Βορείου Αιγαίου: Από το Κιλκίς, για όλη την Ελλάδα

Trata, Dakor. Τα πιο γνωστά ελληνικά προϊόντα κονσέρβας ανήκουν σε μια εταιρεία που συνεχίζει να αναπτύσσεται, παρά την κρίση.


Από τον Παναγιώτη Χριστόπουλο

Η ιστορία της ΚΟΝΒΑ χάνεται βαθιά πίσω στο χρόνο. Το 1870 τα αδέλφια Θρασύβουλος και Γιώργος Τζίκας άνοιξαν δύο παντοπωλεία στη Βέροια. Από αυτές τις δύο επιχειρήσεις ξεκίνησε η έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα της οικογένειάς τους στη Βόρεια Ελλάδα. 40 χρόνια αργότερα, το 1910, τα ανίψια τους Θωμάς και Μερκούριος έστησαν μια νέα οικογενειακή επιχείρηση, στη Θεσσαλονίκη αυτή τη φορά. Την ονόμασαν «Αφοί Τζίκα» και ασχολήθηκαν αρχικά με την εμπορία τροφίμων, κυρίως καπνιστής ρέγκας, παστού μπακαλιάρου, και άλλων ψαριών. Ήταν ο προπομπός της σημερινής Κονσερβοποιίας Βορείου Αιγαίου.

Για πολλά χρόνια, μέλη της οικογένειας Τζίκα ασχολήθηκαν με τις εισαγωγές κονσερβών. Όταν πια απέκτησαν απόλυτη εξειδίκευση στο αντικείμενο, ξεκίνησαν να παράγουν τις δικές τους. Το 1988 ίδρυσαν τη ΚΟΝΒΑ, η οποία ένωσε τα εμπορικά σήματα Flokos, Trata και Dakor που η οικογένεια Τζίκα κυκλοφορούσε τόσο καιρό στην αγορά. Η ίδρυση της Κονσερβοποιίας Βορείου Αιγαίου σήμανε και την κατασκευή μιας μεγάλης βιομηχανικής μονάδας στο Κιλκίς, την ίδια χρονιά. Σύντομα, η ΚΟΝΒΑ έγινε η μεγαλύτερη κονσερβοποιία σε ολόκληρη την βαλκανική χερσόνησο.

Επιβιώνει στην κρίση

Η σημασία της ΚΟΝΒΑ για την ελληνική οικονομία είναι τεράστια. Δεν έχει να κάνει μόνο με το προσωπικό που απασχολεί η εταιρεία και φτάνει σήμερα τα 300 άτομα. Έχει να κάνει ακόμη περισσότερο με τους αλιείς που συνεργάζονται μαζί της, αφού η εταιρεία απορροφά ένα ποσοστό της τάξεως του 35 με 40% κάθε χρόνο από το σύνολο της ελληνικής παραγωγής γαύρου και σαρδέλας.

Όταν, βέβαια, η κρίση χτύπησε την Ελλάδα, δεν άφησε αλώβητη την ΚΟΝΒΑ. Αρχικά, το πρόβλημα ήταν αρκετά περιορισμένο. Φάνηκε, μάλιστα ότι η εταιρεία θα έβγαινε κερδισμένη, αφού το καταναλωτικό κοινό εγκατέλειψε το ακριβό φρέσκο ψάρι και άρχισε να αγοράζει κατεψυγμένο ή κονσερβοποιημένο. Από πέρσι, πάντως, και τα ποσοστά στις πωλήσεις κονσέρβας άρχισαν να πέφτουν. Σύμφωνα με τον κ. Θωμά Τζίκα, τον Πρόεδρο της ΚΟΝΒΑ, αυτό δεν είναι παράλογο, γιατί η κονσέρβα δεν είναι ένα είδος πρώτης ανάγκης. «Σήμερα όπου όλοι μετρούν τα πάντα στις αγορές τους, όταν πάνε στα σούπερ μάρκετ για προμήθειες περικόπτουν ό,τι θεωρούν περιττό. Και η κονσέρβα ως μεζές θεωρείται πολυτέλεια παρά τη φθηνή τιμή της. Έτσι και εμπίπτει στα περικοπτόμενα εξαιτίας της κρίσεως είδη», λέει.

Το πρόβλημα για εταιρείες όπως η ΚΟΝΒΑ εντείνεται από δύο ακόμη παράγοντες. Από το γεγονός ότι αυξάνεται συνεχώς η τιμή της πρώτης ύλης, του ψαριού, αλλά και από το ότι μειώνονται διαρκώς τα αλιεύματα, ειδικά η σαρδέλα που τείνει πια να εξαφανιστεί από τις ελληνικές θάλασσες. Για να αντιμετωπίσει αυτό το συνδυασμό προβλημάτων ο κ. Τζίκας επέλεξε να μην προχωρήσει στην «εύκολη» λύση των περικοπών και των απολύσεων, αφού θεωρεί ότι κάτι τέτοιο θα έβλαπτε την παραγωγικότητα. Προτίμησε να ανεβάσει τις τιμές των αρκετά φθηνών, έτσι κι αλλιώς, προϊόντων του, ώστε να κινηθούν ανάλογα με την αύξηση της τιμής του ψαριού. Το αποτέλεσμα ήταν μια σχετική πτώση στον τζίρο, αφού μειώθηκαν οι πωλήσεις. Σύμφωνα, πάντως με τον ίδιο, οι πωλήσεις θα μειώνονταν ούτως ή άλλως, ανεξαρτήτως της προσαρμογής της τιμής.

Μια υπερσύγχρονη μονάδα

Η εταιρεία σήμερα κάνει τζίρο περί τα 30 εκατομμύρια ευρώ και ολοκληρώνει τη χρήση της με οριακές ζημιές. Ωστόσο δεν σταματά να αναπτύσσεται, τιμώντας τα κέρδη που έβγαζε τόσο καιρό από την ελληνική αγορά. Την περασμένη χρονιά έκανε επένδυση της τάξεως των 600.000 ευρώ σε νέο εξοπλισμό για το εργοστάσιο του Κιλκίς, ενώ πριν τρία χρόνια έκανε επέκταση της μονάδας της κατά 1.500 τ.μ.. Πλέον το εργοστάσιο έχει έκταση 9.170 τ.μ. και έχει τη δυνατότητα παραγωγής 220.000 κονσερβών την ημέρα. Ταυτόχρονα, η ΚΟΝΒΑ επεκτείνει όλο και περισσότερο τις εξαγωγές της.

Σήμερα, η ΚΟΝΒΑ αποτελεί μια από τις πιο μοντέρνες και προηγμένες βιομηχανίες επεξεργασίας ψαρικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Προσφέρει μια μεγάλη ποικιλία κονσερβοποιημένων ψαρικών και κρεατικών, τα οποία διαθέτει μέσω ενός ισχυρού δικτύου πωλήσεων σε όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επίσης, παράγει και πολλά προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Το εργοστάσιο της στο Κιλκίς είναι πηγή ζωής για την τοπική κοινωνίας. Βρίσκεται σε μια έκταση 31.773 τ.μ. και στεγάζει τους θαλάμους κατάψυξης των πρώτων υλών (με χωρητικότητα 600 τόνους), την παραγωγή (με ημερησία δυναμικότητα 40 τόνους ιχθυρών) και τους αποθηκευτικούς χώρους ετοίμων προϊόντων. Εκτός από τη μονάδα στο Κιλκίς, η ΚΟΝΒΑ διαθέτει και υποκατάστημα στην Αθήνα που περιλαμβάνει αποθηκευτικούς χώρους.

Η καθιέρωσή της και η επιτυχία των σημάτων Dakor, Trata, Flokos και Baron (καλαμπόκι και μανιτάρια) στην ελληνική αγορά οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην διασφαλισμένη ποιότητα των προϊόντων της. Στο εργοστάσιο του Κιλκίς όλες οι εργασίες γίνονται σε μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας και υπό αυστηρό ποιοτικό έλεγχο. Σύμφωνα με τον κ. Τζίκα, «η κονσέρβα είναι ένα προϊόν υγιεινό. Δεν υπάρχουν συντηρητικά στις συσκευασίες της ΚΟΝΒΑ, ενώ διατηρούνται τουλάχιστον 5 χρόνια». Το επόμενο βήμα για την εταιρεία δεν είναι μακριά. Έχοντας πια εξαντλήσει κάθε περιθώριο ανάπτυξης στην αγορά της κονσέρβας, ετοιμάζεται για εκείνη των κατεψυγμένων. Περισσότερα από 140 χρόνια από τότε που η οικογένεια Τζίκα ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στην αγορά φαγητού, οι απόγονοί της βρίσκουν νέους δρόμους για να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους, πάντα στην ίδια αγορά. Αν μη τι άλλο, είναι εντυπωσιακό