Καρλ Λαντστάινερ: Η ζωή του νομπελίστα γιατρού που τιμά σήμερα η Google
Ο Καρλ Λαντστάινερ (Karl Landsteiner, 14 Ιουνίου 1868 – 26 Ιουνίου 1943) ήταν Αυστριακός γιατρός.
Τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1930 για τη συστηματοποίηση των ομάδων αίματος κατά ΑΒΟ. Η Παγκόσμια Ημέρα Εθελοντή Αιμοδότη γιορτάζεται προς τιμή του την ημέρα των γενεθλίων του.
Ο Λαντστάινερ γεννήθηκε στη Βιέννη στις 14 Ιουνίου 1868. Ο πατέρας του, Λέοπολντ, ήταν νομικός και πολύ γνωστός δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδων, ο οποίος όμως απεβίωσε όταν ο Καρλ ήταν μόνον έξι ετών. Έτσι, ο μικρός Καρλ ανατράφηκε από τη μητέρα του, Φάννυ Ες (Fanny Hess), στην οποία ο Καρλ ήταν ιδιαίτερα αφοσιωμένος. Ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στο δημοτικό και στο γυμνάσιο και, τελειώνοντας, εγγράφηκε στο Staatsgymnasium του Λιντς το 1880, όπου και καλλιέργησε την αγάπη του για τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Τελειώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του, εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης, από όπου απεφοίτησε το 1891. Ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια είχε αρχίσει να κάνει βιοχημικές έρευνες και το έτος της αποφοίτησής του δημοσίευσε μια εργασία σχετικά με την επίδραση των διαιτών στη σύσταση του αίματος. Θέλοντας να αποκτήσει επιπλέον γνώσεις στη χημεία, πέρασε την επόμενη πενταετία στα εργαστήρια Hantzsch στη Ζυρίχη, του καθηγητή Εμίλ Φίσερ στο Βίρτσμπουργκ και του καθηγητή Μπαμπέργκερ στο Μόναχο.
Το 1896 ο Λαντστάινερ επέστρεψε στη Βιέννη και ξανάρχισε τις μελέτες του στο Γενικό Νοσοκομείο της πόλης, ως βοηθός του δρα. Μαξ φον Γκρούμπερ (Max von Gruber) στο Ίδρυμα Υγιεινής της Βιέννης. Ο Γκρούμπερ ήταν ευρέως γνωστός για τη δημιουργία της ορολογικής δοκιμασίας (τεστ) για τη διάγνωση του τυφοειδούς πυρετού. Ο Λαντστάινερ γοητεύτηκε από την αντίδραση Gruber-Widal, χάρη στην οποία διαπιστώνονται οι ορολογικές διαφορές που προκαλούν οι βάκιλοι του τυφοειδούς και οι μη-τυφοειδείς βάκιλοι. Πίστευε ότι οι διαφοροποιήσεις αυτές προκαλούνταν από ειδικότερες χημικές διαφορές μεταξύ των βακίλων που αναγνώριζαν τα αντισώματα. Υπό την καθοδήγηση του Γκρούμπερ, το ενδιαφέρον του Λαντστάινερ για τους ανοσοποιητικούς μηχανισμούς και τη φύση των αντισωμάτων έγινε ακόμα περισσότερο έντονο και σύντομα δημοσίευσε τα πρώτα του άρθρα σχετικά με την ανοσία και την οροσυγκόλληση.
Περί τα τέλη του 1897 ο Λαντστάινερ έγινε βοηθός του Πανεπιστημιακού τμήματος Παθολογοανατομίας της Βιέννης, υπό τον καθηγητή Άντον Βάιχσελμπαουμ (Anton Weichselbaum).
Στο τμήμα αυτό παρέμεινε ως το 1908 και διενήργησε περισσότερες από 3.600 νεκροψίες, δημοσιεύοντας 75 εργασίες. Οι περισσότερες από αυτές (52) αφορούσαν θέματα σχετικά με τον ορό του αίματος, 23 ήταν σχετικές με τη μικροβιολογία και 11 ήταν σχετικές με την ανατομία. Το 1908 έλαβε τη θέση του Παθολογοανατόμου στο Wilhelminaspital της Βιέννης και το 1911 έγινε καθηγητής Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης χωρίς, εντούτοις, να λαμβάνει τον ανάλογο μισθό.
Το 1916 νυμφεύτηκε την Έλεν Βλάστο (Helen Wlasto) και το ζευγάρι απέκτησε ένα γιο, τον Έρνεστ Καρλ Λαντστάινερ (Ernest Karl Landsteiner, 8 Απριλίου 1917), ο οποίος αργότερα έγινε διακεκριμένος χειρουργός στο Πρόβιντενς του Ροντ Άιλαντ.
Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και καθώς οι συνθήκες στην Αυστρία είχαν γίνει ιδιαίτερα δύσκολες για την ιατρική έρευνα, ο Λαντστάινερ, το 1919, αποδέχθηκε τη θέση του Παθολογοανατόμου στο Ρωμαιοκαθολικό Νοσοκομείο (Roman Catholic Hospital) της Χάγης στην Ολλανδία.
Στις 10 Δεκεμβρίου 1930 ο Λαντστάινερ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής για την προσφορά του στην αναγνώριση των ομάδων αίματος, εργασία την οποία είχε δημοσιεύσει το 1901.
Το 1939 του δόθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Καθηγητή στο Ίδρυμα Ροκφέλλερ και, την ίδια περίοδο, έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα.
Το doodle της Google για τον Καρλ Λαντστάινερ