Έλενα Κορνάρο Πισκόπια: Η πρώτη γυναίκα που απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα
Τα 373 χρόνια από τη γέννηση της Έλενα Κορνάρο Πισκόπια γιορτάζει με το σημερινό της doodle η Google.
Ποια ήταν η Έλενα Κορνάρο Πισκόπια και γιατί την τιμά η Google;
Η Ελένα Λουκρέτσια Κορνάρο Πισκόπια (Elena Lucrezia Cornaro Piscopia) ήταν γόνος μεγάλης Βενετικής οικογένειας με οικόσημο, με ιστορία, με φέουδα και κύρος. Πατέρας της ήταν ο Τζιοβάνι Μπατίστα Κορνάρο Πισκόπια, (Giovanni Battista Cornaro Piscopia), Πληρεξούσιος του Σαν Μάρκο κι αξιότιμος Βενετός, μητέρα της ήταν η Ζανέττα Τζιοβάνα Μπόνι (Zanetta Giovanna Boni), που πριν το γάμο της, δεν ανήκε στα υψηλά στρώματα της κοινωνικής τάξης. Η μικρή είχε ακόμα τέσσερα αδέλφια: δύο μεγαλύτερα αγόρια, μιαν αδελφή επίσης μεγαλύτερη κι έναν αδερφό μικρότερο.
Γεννήθηκε στη Βενετία στις 5 Ιουνίου 1646 κι έμελλε να μείνει στην ιστορία ως το επτάγλωσσο θαύμα (κατείχε άνετα επτά γλώσσες) και ως η πρώτη γυναίκα που απέκτησε διδακτορικό -κανονικά δύο έπρεπε, αλλά της αρνήθηκαν το δεύτερο. Έχοντας μουσικό ταλέντο ήδη στα 17 της, μπορούσε να τραγουδήσει, να συνθέσει και να παίξει όργανα όπως βιολί, άρπα και πιάνο της εποχής, το αρπίχορδο. Η Ελένα Λουκρέτσια, μαζί με τη βασίλισσα της Κύπρου, Αικατερίνη υπήρξαν οι δύο πιο λαμπρές γυναικείες φυσιογνωμίες των δύο κλάδων αντίστοιχα της οικογένειας Κορνάρο.
Τα πρώτα χρόνια
Μεγάλωσε σε μια μάλλον μοναχική ατμόσφαιρα, γεμάτη σπουδές. Η νεαρή Ελένα, αρκετά νωρίς, στα 7 της κιόλας, ξεκίνησε να διδάσκεται ξένες γλώσσες, κλασικές και μη: Λατινικά, Αρχαία Ελληνικά, και παράλληλα γραμματική και μουσική, από τον πάστορα της οικογένειας, Πανιερώτατο Τζιαμπατίστα Φαμπρίς. Επιπροσθέτως κι όταν μιλούσε επαρκώς τις δύο αυτές γλώσσες ξεκινά Εβραϊκά, Ισπανικά, Γαλλικά, Αραβικά και Χαλδαίικα κι όταν κι αυτές γίνανε πλέον κτήμα της, της δώσανε παρατσούκλι το: Επτάγλωσση Μαέστρος (Oraculum Septilingue). Έδειξε τρομερή ικανότητα λογικής και συλλογιστικής κι ήτανε σπουδάστρια των επιστημών με ίδιες υψηλές επιδόσεις, όπως και στην εκμάθηση γλωσσών. Σπούδασε μαθηματικά κι αστρονομία, καθώς και φιλοσοφία και θεολογία. Τα δυο τελευταία ήτανε κι οι μεγάλες της αγάπες κι είχε κι άλλους διδασκάλους: Τζον Βάλιερ Δρ Μπαρτολόττι, Αλεξάντερ Άντερσον και Λουίτζι Αμπρόζιο Γραντενίγκο, που αλληλοκάλυπταν τα κενά και στα λοιπά μαθήματα.
Σπουδές
Στα 19 της ήδη, ήταν η πιο γραμματιζούμενη και καλλιεργημένη γυναίκα στη Βενετία. Ο πατέρας της, βλέποντας πως της αρέσουν τα γράμματα, την ενθάρρυνε ζωηρά κι όταν έγινε 25 ετών (1672) την έστειλε στο διακεκριμένο πανεπιστήμιο της εποχής, στην Πάντοβα, για να συνεχίσει τις σπουδές της. Της αγόρασε κι ένα σπίτι κοντά στο Πανεπιστήμιο. Είχε αρχίσει να νοσεί, ξαφνικά όμως η αρρώστια μπήκε σε ύφεση με το ξεκίνημα των σπουδών της. Λίγο μετά την είσοδο στο Πανεπιστήμιο, έγραψε στον πατέρα της:
«Με τη χαρά των σπουδών, τον υγιεινό καθαρόν αέρα και την επιμελή φροντίδα των γιατρών, νιώθω δυνατότερη κι έτσι ελπίζω πως στο μέλλον θα καταφέρω να επιστρέψω στις σπουδές μου κι άρα να σώσω το όνομα του Οίκου μας από την αφάνεια και τη λήθη».
Η νεαρή Ελένα ήταν και βαθιά θρησκευόμενη, δεν της άρεσε να μαζεύει πτυχία, λάτρευε να μαθαίνει, είχε μια τεράστια πείνα για τις γνώσεις που προτιμούσε, αλλά ο πατέρας επέμεινε γιατί όπως τις εξήγησε, έπρεπε ο κόσμος να αναγνωρίσει τις απίστευτες γνώσεις της, να τις πιστοποιήσει δηλαδή. Έτσι, έπεσε με ζήλο, και τέλος έδωσε εργασία για να πάρει το διδακτορικό της. Αυτό συνάντησε δυσκολίες κι ισχυρή αντίσταση, όταν υπέβαλλε την εργασία, καθώς οι αξιωματούχοι της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αρνήθηκαν να δώσουν διδακτορικό σε μια γυναίκα. Η Ελένα την κατέθεσε ξανά με την επιμονή του πατέρα της, την υποστήριξε με ολόκληρες παραγράφους από τα κείμενα του Αριστοτέλη κι αυτή τη φορά, η Εκκλησία υποχωρεί και της έδωσε το διδακτορικό για τη φιλοσοφία. Ήταν η πρώτη παγκόσμια που απέκτησε διδακτορικό.
Ένα χρόνο πριν το διδακτορικό της (1677), έχει καταφθάσει εκλεκτός κόσμος για τις διάσημες συναντήσεις και συζητήσεις της. Έχει μαζευτεί ολόκληρο το Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, μεγάλο μέρος της Γερουσίας αλλά και πολίτες της Βενετίας, το θέμα είναι φιλοσοφικού περιεχομένου και γίνεται στα αρχαία ελληνικά και λατινικά. Απέναντί της βρίσκονται οι: Τζιοβάνι Γκραντενίγκο, Φάδερς Φ. Κάρο, Γ. Φιορέλο. Κι οι τρεις τους τη γνωρίζουν καλά και τη σέβονται. Αυτή η δημόσια συζήτηση έπαιξε τον ρόλο της στη μετέπειτα απόκτηση του διδακτορικού της.
Η ιστορική αυτή διδακτορική εργασία για τη φιλοσοφία ήταν να γίνει στο Σαλόνι του Πανεπιστημίου της Πάντοβα, αλλά, λόγω έλλειψης χώρου, μεταφέρθηκε στον Καθεδρικό της Αγίας Παρθένου στην Πάντοβα. Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του διδακτορικού της, η Κορνάρο Πισκόπια εντυπωσίασε τους εξεταστές της με τις λαμπρές απαντήσεις της τόσο που έκριναν πως η τεράστια γνώση της είχε υπερκαλύψει το μάθημα της Φιλοσοφίας.
Στις 25 Ιουνίου 1678, η Κορνάρο Πισκόπια έλαβε το πτυχίο της στη Φιλοσοφία, σε ηλικία 32 ετών. Επίσης έλαβε το δαχτυλίδι του Δόκτορος, την κάπα από ερμίνα του διδάκτορος της Φιλοσοφίας και το δάφνινο στέμμα των Ποιητών.
Το doodle της Google για την Έλενα Κορνάρο Πισκόπια
Μουσική, φιλοσοφία και φιλανθρωπία
Κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής της, πέρα από το ότι ξεπέρασε κατά πολύ τα όρια γνώσης της Φιλοσοφίας, έκανε κτήμα της το αρπίχορδο, το κλαβίχορδο, την άρπα και το βιολί. Επίσης είχε ωραία, καλλιεργημένη φωνή. Πριν απ’ αυτό όμως, όντας θρησκευόμενη, στα 11 της είχε δώσει κρυφά όρκον αγνότητας, που σεβάστηκε καθ’ όλη τη ζωή της και δεν τον πάτησε ποτέ.
Η δρ Κορνάρο έγινε εξέχον μέλος στις πιο γνωστές Ακαδημίες της εποχής, δεχόταν επισκέψεις από διάφορους επιφανείς φιλοσόφους από όλο τον κόσμο, κληρικούς, επιστήμονες και ευγενείς. Η Δρ Ελένα απολάμβανε τις συζητήσεις αυτές, έδινε διαλέξεις στη Θεολογία και παράλληλα συνέθετε μουσική. Κάποιοι ερευνητές λένε πως έγινε και λέκτωρ των Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, το 1678. Μέχρι σήμερα η Δρ Κορνάρο είναι ευρέως αναγνωρισμένη από όλους τους λέκτορες και συγγραφείς.
Όταν τέλειωσε με τα πτυχία, αφιέρωσε τη ζωή της στη φιλανθρωπία. Απέκτησε υψηλή θέση στην κοινωνία της Βενετίας, αρνήθηκε προτάσεις γάμου από σημαντικότατους ανθρώπους κι αντίθετα ντύθηκε το ράσο του Τάγματος των Βενεδικτίνων μοναχών. Στα υπόλοιπα 7 χρόνια που της έμελλε να ζήσει, επικεντρώθηκε στο να διδάσκει και να υπηρετεί τους φτωχούς.
Το τέλος και η κληρονομιά της
Η Ελενα πέθανε σε ηλικία 38 ετών, στις 26 Ιουλίου 1684. Ο θάνατός της πιστεύεται πως προήλθε από φυματίωση κι έφερε στην Πάντοβα μεγάλο πένθος. Πέραν της Πάντοβα, τελετές κηδείας και σε τρεις ακόμα πόλεις της Ιταλίας, τη Ρώμη, τη Σιέννα και τη Βενετία. Η τελευταία της επιθυμία ήτανε να ταφεί στο κοιμητήρι της Βασιλικής της Αγίας Τζιουστίνα, στην Πάντοβα και όχι στο εξαίρετο μαυσωλείο που ανήκε στην οικογένειά της και μάλιστα να ταφεί σαν απλή μοναχή με το ράσο των Βενεδικτίνων. Την επόμενη χρονιά, το 1685, στο ετήσιο μνημόσυνό της, το Πανεπιστήμιο της Πάντοβα δημιούργησε ένα μετάλλιο προς τιμή της εξέχουσας σπουδάστριάς του.
Το 1895, η ηγουμένη Ματίλντα Πάινσεντ (Mathilda Pynsent) του Αγγλικού τμήματος των Βενεδικτίνων Αδελφών, άνοιξε τον τάφο της και μετέφερε για επαναταφή σε νέο φέρετρο και με νέα πλάκα που εξήρε τις αρετές της κι ιστορούσε τη σύντομη ζωή της. Σήμερα, στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα υπάρχει το άγαλμά της, όπως επίσης σε γυάλινη απεικόνιση στο Πανεπιστήμιο Βάσαρ, στη Βιβλιοθήκη Τόμας, στις ΗΠΑ, που τη δείχνει κατά την παρουσίαση της εργασίας της στο αντίστοιχο της Πάντοβα και φτιάχτηκε το 1906. Στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, υπάρχει πορτραίτο της, στον τοίχο της τάξης των Ιταλικών.
Στη διάρκεια της ζωής της, έγραψε πολλά δοκίμια, διατριβές και λατρευτικές πραγματείες, με φιλοσοφικά και θρησκευτικά θέματα. Επίσης ακαδημαϊκές μελέτες, μεταφράσεις και διάφορα άλλα άρθρα. Δημοσιεύτηκαν στην Πάρμα, μετά το θάνατό της, στα 1688, αλλά ελάχιστα έχουνε διασωθεί κι αυτά είναι κυρίως επιστολές και κάποια ποιήματα. Το 1669 μετέφρασε από τα Ισπανικά το «Colloquio di Cristo nostro Redentore all’anima devota» (Dialogue between Christ Our Redeemer and a Devoted Soul - Διάλογος Μεταξύ Του Λυτρωτή Χριστού & Μιας Αφοσιωμένης Ψυχής) ένα βιβλίο από τον μοναχό Τζιοβάνι Λασπέρτζιο (Giovanni Laspergio). Το 1670 έγινε πρόεδρος της Ακαδημίας της Ειρήνης στη Βενετία.
Σχεδόν όλη η ακαδημαϊκή της συγγραφή έχει χαθεί.