Ιωάννινα: Οδοιπορικό στα «Κονίσματα» της Ηπείρου

Ηπείρος: Κάθε «Κόνισμα», κρύβει και μια ιστορία. Εκφράζει συναισθήματα. Θύμηση, πόνο, χαρά, ευχαριστία στον Θεό, τάμα για τους ξενιτεμένους. Είναι ένα αποτύπωμα του λαϊκού μας πολιτισμού, που «δείχνει» την πίστη και το βαθύ θρησκευτικό συναίσθημα εκείνων που έζησαν σε καιρούς αλλοτινούς.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
5'

Στην Ήπειρο τα Εικονίσματα είναι αμέτρητα, διάσπαρτα παντού, στα βουνά, σε πλαγιές, σε δρόμους, σε χωριά και «διηγούνται» ιστορίες, ως μάρτυρες μικρών η μεγάλων γεγονότων που συγκλόνισαν την κοινωνία της.

Οι Πέντε Εκκλησιές είναι ένα μικρό χωριό της Θεσπρωτίας με ιστορικές εκκλησίες, αλλά και 17 Εικονίσματα. Το χωριό, βρίσκεται στην παλιά εθνική οδό Ηγουμενίτσας Ιωαννίνων. Μαζί με τον εκπαιδευτικό Παναγιώτη Γεωργίου από τις Πέντε Εκκλησιές και τον ιερέα Ηλία Μάκο από το γειτονικό χωριό το Πολύδροσο, κάναμε ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο και μάθαμε την ιστορία, που περιβάλει το κάθε προσκυνητάρι.

Μικρές ιστορίες, μεγάλης πίστης

Οι αναφορές του παπα-Ηλία και του κ. Γεωργίου για τα Κονίσματα, έγιναν με πολύ σεβασμό στους συγχωριανούς τους και είναι αποκαλυπτικές της πίστης των κατοίκων της περιοχής.

«Αφιερωμένο στην Αγία Κυριακή, στη θέση Μαλουκά, το Κόνισμα, είναι μια εκ βαθέων ευχαριστία στο Θεό» αναφέρει ο κ. Γεωργίου και συνεχίζει: «Το έκανε η Ευανθία, η αδερφή του Θωμά Λάμπρου. Την ώρα που έβγαζε νερό απ' το πηγάδι της, έπεσε μέσα το μικρό παιδί της. Εκείνη, αφού φώναξε για να την ακούσουν οι χωριανοί, πήδηξε μέσα, για να σώσει το παιδί της, για να μην πνιγεί. Τελικά, οι χωριανοί την έβγαλαν ζωντανή μαζί με το παιδί της. Επειδή ήταν Κυριακή, η οικογένεια της με τη δική της προτροπή έκανε το εικόνισμα της Αγίας Κυριακής.

Το προσκυνητάρι, του Αγίου Ελευθερίου, στη θέση Αχούρια, το έχτισε στο χωράφι του ο Λευτέρης Κεφαλάς, εκεί όπου στις 23 Αυγούστου 1944, οι Γερμανοί έκαψαν ζωντανούς 8 χωριανούς.

Στη θέση παλιάς εκκλησίας αφιερωμένης στην Αγία Άννα, στέκεται πλέον το ομώνυμο εικόνισμα. Το σημείο βρίσκεται 200 μέτρα κάτω από το χωριό, σε χωράφι με ελιές, προς τον Καλαμά, χτίστηκε από τον Χρήστο Ζωή. Εκεί στο προαύλιο της εκκλησίας πριν αυτή καταρρεύσει, ήταν θαμμένα μικρά παιδιά που πέθαιναν από αρρώστιες, αλλά και μία γυναίκα από την περιοχή που την έλεγαν Άννα. Το προσκυνητάρι χτίστηκε στη μνήμη τους.

Στο δρόμο για την Πλακωτή, 50 μέτρα από το Ροϊδολάκκο, το προσκυνητάρι της Αγίας Παρασκευής το έχτισαν οι χωριανοί το 1960. Τότε εκεί γινόταν διάνοιξη του δρόμου. Ένας θεόρατος βράχος έπεσε στο σημείο όπου βρίσκονταν 5 εργάτες. Ευτυχώς μόλις είχαν φύγει. Ήταν ημέρα Παρασκευή.

Του Αγίου Βασιλείου λίγο πιο πέρα, το έχτισε ο Βασίλης Μητσέλος, πριν από πολλά χρόνια, πήγαινε στο χωριό, όταν έπεσε ένας βράχος σε απόσταση λίγων μέτρων από το αυτοκίνητό του. Γλίτωσε από θαύμα και εξέφρασε έτσι, την ευχαριστία του στον Θεό.

Το Κόνισμα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, βρίσκεται στη ράχη του Μήτρο-Μπάτση, που τότε την έλεγαν, ράχη του Κονόμου, στην έξοδο του χωριού. Εκεί καθόταν το βράδυ οι χωριανοί. Ήταν σημείο συνάντησης μετά τα χωράφια. Ένα υπαίθριο καφενείο. Το έχτισε ο Βορειοηπειρώτης δάσκαλος Γεώργιος Έξαρχος, που υπηρέτησε στο χωριό από το 1948 μέχρι το 1950. Ήταν ένα τάμα, μία προσευχή για να έχουν όλοι καλούς δρόμους.

Πάντα αναμμένο είναι το καντήλι στο Κόνισμα του Αγίου Νικολάου πάνω από το νεκροταφείο του χωριού. Το έχτισε ο Ευάγγελος Νικολάου, εργάτης στην Γερμανία, και το αφιέρωσε στο άγιο που θεώρησε προστάτη της οικογένειας του. Βρίσκεται πάνω σε ένα σταυροδρόμι στην έξοδο του χωριού, για να έχουν καλό δρόμο οι ξενιτεμένοι.

Στη ράχη στον Κούτουλο, ενώνεται η γη με τον ουρανό. Εκεί κατεβαίνει το μονοπάτι από το βουνό Μίχλα, που οδηγεί στον κεντρικό δρόμο. Εκεί το Εικόνισμα της Αγίας Τριάδας, το έχτισε ο θείος μου Περικλής Γ. Γεωργίου, για να προστατεύει τους χωριανούς. Το έκανε το 1955, σε ηλικία 20 ετών. Μετά έφυγε μετανάστης στη Γερμανία. Το 1960 έστειλε χρήματα στη μητέρα του, για να το επενδύσει με πέτρα.

Στο εικόνισμα αυτό, το 1952 η πρεσβυτέρα Ευανθία Δούγια, του παπα-Γιάννη, γυρίζοντας από τη Μίχλα που θέριζαν το σιτάρι, γέννησε το δεύτερο παιδί της, τον Χρήστο, που τώρα είναι στην Αμερική. Η θεία μου, που τότε ήταν 14 ετών, της έδωσε το μαντήλι της, για να βάλει το παιδί, και έτρεξε στο χωριό, για να πει στη βάβω-Θοδώρω, την πεθερά της, να πάρει μια κουβέρτα και να βγει στη στο εικόνισμα για να πάρει το παιδί».

Με συγκίνηση ο κ. Παναγιώτης Γεωργίου, κάνει μια αναδρομή στα παιδικά του χρόνια.

«Θυμάμαι τη γιαγιά μου κι όλους τους χωριανούς μας, ζαλωμένοι να κατηφορίζουν στις κογκέλες, στις στροφές, κατάκοποι απ' τη δουλειά όλη την ημέρα, και το φως απ' το καντήλι της Αγίας Τριάδας, να φαίνεται σαν άστρο φωτεινό στον ουρανό. Όμορφη, αλλά δύσκολη ζωή και γι' αυτό σκορπιστήκαμε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Έτσι, για να θυμούνται οι παλιοί κι οι νέοι να μαθαίνουν, και όσοι έφυγαν στη μνήμη μας να μένουν».