«Ανεξήγητη η εμμονή στη συνταγογράφηση με δραστική»
Κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την «εμμονή» της Πολιτείας στο μέτρο της συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία, που ήρθε ξανά στο προσκήνιο με την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, θέτουν κύκλοι της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ).
Πώς εξηγείται η εμμονή σε ένα αντιαναπτυξιακό μέτρο, που θέτει σε κίνδυνο την προστασία της δημόσιας υγείας, χωρίς κανένα όφελος για τη δημόσια ασφάλιση και τον ασθενή, ρωτούν πηγές προσκείμενες στη διοίκηση της ΠΕΦ, προσθέτοντας με νόημα ότι πρόκειται για μέτρο που αποτελεί τη μόνιμη επωδό των εκπροσώπων των ξένων δανειστών, οι οποίοι επιδιώκουν την επιβολή ενός νέου status quo στο πολύπαθο χώρο της υγείας.
Επίσης, ποιος ωφελείται από ένα καταστροφικό μέτρο για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, η οποία μάλιστα αναγνωρίζεται επισήμως ως πυλώνας ανάπτυξης και απασχόλησης, εκτός από τους μεγαλοεισαγωγείς που δεν επιστρέφουν ένα ευρώ από τα κέρδη τους στη χώρα, σημειώνουν κύκλοι της ΠΕΦ.
Υπενθυμίζεται ότι το ΣτΕ έκρινε ότι η συνταγογράφηση βάσει δραστικής ουσίας δεν προσκρούει σε συνταγματικές και νομοθετικές διατάξεις, ούτε συνιστά υποβάθμιση της υγείας των Ελλήνων πολιστών, απορρίπτοντας τις προσφυγές του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, των Ιατρικών Συλλόγων Αθήνας και Πειραιά, καθώς και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας.
Ωστόσο, από την εφαρμογή του μέτρου και μετά έχουν διαπιστωθεί σημαντικές αρνητικές παρενέργειες, τόσο στη φαρμακευτική περίθαλψη όσο και στη φαρμακευτική δαπάνη, σχολιάζουν εκπρόσωποι της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Υπενθυμίζουν, επίσης, το μέτρο της δραστικής έχει συναντήσει την καθολική αντίδραση, όχι μόνο των επαγγελματιών υγείας, αλλά και του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας. Γιατί αποδείχτηκε, σχολιάζουν, ότι παρά τα όσα προέβλεπαν οι εμπνευστές του, το μέτρο της συνταγογράφησης με δραστική ταλαιπωρεί τους ασθενείς, είτε οδηγώντας τους σε συχνές αλλαγές φαρμάκων και κίνδυνο απορρύθμισης της θεραπείας τους -κάτι ιδιαίτερα επικίνδυνο για τους χρόνιους ασθενείς-, είτε υποχρεώνοντάς τους να βάζουν βαθύτερα το χέρι στις τσέπες για να εξασφαλίζουν τη σιγουριά των «πρωτοτύπων».
Συντασσόμενη με τις ιατρικές ενώσεις, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία τονίζει ότι με το μέτρο αυτό, η θεραπεία των ασθενών αποτελεί πλέον θέμα του φθηνότερου φαρμάκου το οποίο επιλέγεται με κριτήρια έξω από το πεδίο που διαμορφώνουν αφενός η ευθύνη του γιατρού και αφετέρου η συναίνεση του ασθενή.
Έτσι, καταργείται στην πράξη η επιστημονική γραμμή ευθύνης σύμφωνα με την οποία «ο γιατρός με την εμπειρία του επιλέγει και προτείνει επώνυμα φάρμακα δοκιμασμένης θεραπείας και ο φαρμακοποιός υποστηρίζει υπεύθυνα και συμπληρωματικά αυτή την επιλογή».
Όσο για το αν η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία πέτυχε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα σε όρους εξοικονόμησης και περιορισμού της φαρμακευτικής δαπάνης, οι κύκλοι της ΠΕΦ απαντούν «όχι». Αντίθετα, επεκτάθηκε το φαινόμενο της υποκατάστασης, με τη συνταγογράφηση να μετατοπίζεται σε νέα, ακριβότερα, εισαγόμενα φάρμακα.
Προς τι, λοιπόν, η επιμονή και για το όφελος ποιου; Οι απαντήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης αναμένονται με ενδιαφέρον.