Έτσι «στραγγαλίζει» η κυβέρνηση το ελληνικό φάρμακο

Άρθρο του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, αντιπροέδρου Δ.Σ και αν. διευθύνοντος συμβούλου της ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε, στο ένθετο «Health» του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής (7/12/2014).
5'

Το ελληνικό φάρμακο υπονομεύεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, με σειρά νομοσχεδίων και υπουργικών αποφάσεων, κοινός παρονομαστής των οποίων είναι ο οικονομικός στραγγαλισμός της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.

Στο όνομα της τρόικας και της δημοσιονομικής προσαρμογής, η ελληνική παραγωγή φαρμάκου πλήττεται από τα δυσβάσταχτα χαράτσια του rebate και του clawback, από τις αλλεπάλληλες οριζόντιες μειώσεις τιμών, από τη συνταγογράφηση βάσει δραστικής ουσίας. Η τελευταία, μάλιστα, οδηγεί στην υποκατάσταση, δηλαδή στο φαινόμενο ο ασφαλισμένος να λαμβάνει στο φαρμακείο διαφορετικό κάθε φορά σκεύασμα μίας κατηγορίας, περιορίζει την εποπτεία του ιατρού στη θεραπεία του ασθενούς και αποξενώνει τελικά τον ίδιο τον ασθενή από το θεραπευτικό του μέσο, δημιουργώντας σύγχυση και ανασφάλεια, αφού πλέον δεν το αναγνωρίζει με το όνομά του. Στο μέτρο της συνταγογράφησης με δραστική ουσία, χωρίς τη δυνατότητα υπόδειξης εμπορικής ονομασίας από το θεράποντα ιατρό, έχει εναντιωθεί, επίσης, σύσσωμη η ιατρική κοινότητα.

Πρόκειται για μέτρα άδικα, όπως άλλωστε έχει παραδεχτεί για την περίπτωση του clawback ο υπουργός Υγείας κ. Μ. Βορίδης, χωρίς αναπτυξιακή προοπτική, τα οποία εξυπηρετούν βραχυπρόθεσμους λογιστικούς στόχους. Επιπλέον, η πολιτική τιμολόγησης που εφαρμόζεται υποχρεώνει το ελληνικό φάρμακο –το οποίο ήδη προσφέρεται με χαμηλό για τον ασθενή κόστος- σε εξοντωτικές για τις εταιρείες τιμές, οδηγώντας πολλές από αυτές σε αδιέξοδο.

Στο πλαίσιο αυτό, πολύς λόγος γίνεται για τα γενόσημα, σε στρεβλή πολλές φορές βάση και σίγουρα όχι προς όφελος του ελληνικού φαρμάκου. Η κυβέρνηση Σαμαρά τεχνηέντως έχει στρέψει τη συζήτηση στην ανάγκη αύξησης της διείσδυσης των γενοσήμων στην ελληνική αγορά, εδώ και τώρα, μέσω των μειώσεων των τιμών, αποσιωπώντας το κρίσιμο ερώτημα: με ποια γενόσημα, ελληνικά ή εισαγόμενα, θα επιτευχθεί ο στόχος του 60% που έχουν θέσει οι δανειστές. Γιατί αν συνεχίσουν να βρίσκονται σε ισχύ τα παραπάνω μέτρα, είναι ξεκάθαρο ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα, δεν θα υπάρχει ελληνικό φάρμακο και ξένες πολυεθνικές γενοσήμων θα έχουν πάρει τη θέση του στην αγορά.

Η ποιότητα, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του ελληνικού φαρμάκου είναι πιστοποιημένη από τον ΕΟΦ, τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς ελεγκτικούς μηχανισμούς, και δίνει καθημερινά εξετάσεις με επιτυχία στις αγορές περισσοτέρων από 80 χωρών, όπου εξάγεται.

Δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο, όμως, για φθηνά γενόσημα ξένων εταιρειών, τα οποία παρασκευάζονται σε τρίτες χώρες, όπως στο Ισραήλ, το Πακιστάν ή την Ινδία, υπό αμφίβολες πολλές φορές συνθήκες. Πλημμελής τήρηση των κανόνων ασφαλείας και των διεθνών ορθών κανόνων βιομηχανικής παραγωγής, αμφίβολης ποιότητας πρώτες ύλες, χαμηλής ειδίκευσης προσωπικό -αν όχι τελείως ανειδίκευτο, είναι κάποια από τα παραπτώματα για τα οποία έχουν κατηγορηθεί ξένες φαρμακοβιομηχανίες γενοσήμων και τους έχουν επιβληθεί μεγάλα πρόστιμα. Η μη συμμόρφωση όμως με τους κανόνες, προς επίτευξη ελάχιστου κόστους παραγωγής, άρα και πολύ χαμηλής τιμής, εγκυμονεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Είναι πολλά τα παραδείγματα διεθνώς, απόσυρσης παρτίδων, ακόμα και ολοκληρωτικής απαγόρευσης τέτοιων φθηνών γενοσήμων, παραδείγματα στα οποία κλείνει τα μάτια η κυβέρνηση.

Αν κάποιος έχει αμφιβολία ότι θα οδηγηθούμε εκεί, εφόσον συνεχιστεί η ίδια πολιτική φαρμάκου, αρκεί να δει τους διαγωνισμούς προμηθειών στα νοσοκομεία. Το μοντέλο που εφαρμόζεται δημιουργεί μονοπώλια ενός και μοναδικού προμηθευτή -ξένου στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων- ανά δραστική ουσία. Παρά το γεγονός ότι το μοντέλο αυτό έχει αποδειχτεί αναξιόπιστο, καθώς δημιουργεί ελλείψεις φαρμάκων σε νοσοκομεία και χωρίς μάλιστα κυρώσεις για τις εταιρείες που δεν παραδίδουν τις απαιτούμενες ποσότητες, η κυβέρνηση Σαμαρά επιμένει, πετώντας στην ουσία την ελληνική φαρμακοβιομηχανία εκτός διαγωνισμών. Γιατί άραγε;

Ποιος επωφελείται από την επιμονή της κυβέρνησης να μη στηρίζει το ελληνικό φάρμακο, το οποίο αυτή τη στιγμή καταλαμβάνει την 3η θέση στις εξαγωγές της χώρας, αλλά παραγκωνίζεται εντός των συνόρων;

Πώς θα επιτευχθεί η πολυπόθητη ανάπτυξη, στους πυλώνες της οποίας περιλαμβάνεται και η φαρμακοβιομηχανία, με τις ελληνικές εταιρείες του κλάδου «γονατισμένες»;

Πώς θα συνεχίσει η ελληνική φαρμακοβιομηχανία να κάνει νέες επενδύσεις, να στηρίζει και να ενισχύει την απασχόληση, να συμβάλλει καθοριστικά στο ΑΕΠ της χώρας;

Πειστικές απαντήσεις δεν έχουμε πάρει από τους κυβερνώντες. Αντίθετα, τα πεπραγμένα τους συνηγορούν στο ότι η υγεία στη χώρα δέχεται συνολική επίθεση: η φαρμακευτική δαπάνη παραμένει στα 2 δισ. ευρώ, ποσό που δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες των ασφαλισμένων, οι οποίοι επιβαρύνονται με υψηλές συμμετοχές. Μάλιστα, η απόφαση της κυβέρνησης να εντάξει στη δαπάνη των 2 δισ. τα εμβόλια και τη φαρμακευτική περίθαλψη των ανασφάλιστων, επιδεινώνει περαιτέρω την κατάσταση. Τα φαρμακεία έχουν άδεια ράφια, ενώ ταυτόχρονα απειλείται η επιβίωσή τους, με τροϊκανής εμπνεύσεως μέτρα, τα οποία υποτίθεται θα τονώσουν τον ανταγωνισμό. Τα νοσοκομεία παραπαίουν, με τον κρατικό προϋπολογισμό του 2015 να προβλέπει νέες περικοπές στη χρηματοδότησή τους. Οι μονάδες του ΠΕΔΥ υπολειτουργούν με σημαντικές ελλείψεις σε ιατρικές ειδικότητες.

Είναι ολοφάνερο, ότι οι αξίες και οι στόχοι μας δεν συμβαδίζουν με εκείνους της κυβέρνησης, η οποία οδηγεί με σχέδιο τους Έλληνες στην εξαθλίωση.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες «πολέμου», η ΒΙΑΝΕΞ παραμένει πιστή στα ιδανικά που πρεσβεύει κατά την 90χρονη πορεία της. Λέμε «όχι» στις απολύσεις και τις μειώσεις μισθών και δημιουργούμε νέες θέσεις εργασίας. Συνεχίζουμε να προσφέρουμε υψηλών προδιαγραφών ελληνικό φάρμακο, με νέες επενδύσεις, σχεδιασμό νέων προϊόντων και αύξηση της εξωστρέφειας. Όλα αυτά τα χρόνια λειτουργούμε με γνώμονα το σεβασμό στην υγεία των Ελλήνων πολιτών, δίχως να ακούσουμε ούτε ένα «μπράβο».

Είναι ελπιδοφόρο, όμως, ότι η ώρα για αλλαγή είναι κοντά, ώστε να ανακοπεί η πολιτική των μνημονίων, που έχει φέρει την Ελλάδα σε σημείο υγειονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης.

Η αλλαγή πολιτικής είναι μονόδρομος, για να έχει ο ελληνικός λαός ποιοτικές υπηρεσίες υγείας και να επιτραπεί στην ελληνική φαρμακοβιομηχανία να επιβεβαιώσει το ρόλο της ως μοχλού υγιούς ανάπτυξης.

Σχετικές ειδήσεις