ΠΕΦ: Να διατηρηθεί και η εμπορική ονομασία για γενόσημα και χρόνιες παθήσεις
Σε δηλώσεις τους, πηγές προσκείμενες στη διοίκηση της ΠΕΦ αναφέρουν: «Ορισμένα δημοσιεύματα επαναφέρουν, τις ημέρες αυτές, το θέμα της παράλληλης χρήσης της εμπορικής ονομασίας στη συνταγογράφηση. Προβάλλουν τη θέση πως πρέπει να καταργηθεί η σχετική υπουργική απόφαση και να σταματήσουν οι γιατροί να προτείνουν, παράλληλα με τη δραστική, τα φάρμακα που εμπιστεύονται, γιατί έτσι απαιτούν οι πρόσφατες μνημονιακές δεσμεύσεις της χώρας».
Οι ίδιοι κύκλοι παρατηρούν ότι «ορισμένα Μέσα εμφανίζονται παραδόξως "βασιλικότερα του βασιλέως" στην εφαρμογή του μνημονίου, χωρίς να διερευνούν, ως οφείλουν, την "αθωότητα" και τις σκοπιμότητες πολλών επιβαλλόμενων μνημονιακών ρυθμίσεων».
Όπως σημειώνουν, η δυνατότητα χρήσης και της εμπορικής ονομασίας για τις χρόνιες παθήσεις και τα γενόσημα «σε καμία περίπτωση δεν κατήργησε την υποχρέωση συνταγογράφησης με τη δραστική. Άλλωστε η παράλληλη χρήση εμπορικής και δραστικής απαντάται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες». Επίσης, η δυνατότητα χρήσης και της εμπορικής ονομασίας σε καμία περίπτωση δεν κατήργησε την υποχρέωση χορήγησης του φθηνότερου φαρμάκου της ίδιας δραστικής από τον φαρμακοποιό. «Υπό αυτή την έννοια η δυνατότητα παράλληλης χρήσης και της εμπορικής ονομασίας ΔΕΝ συνεπάγεται επιπλέον κόστος για το σύστημα» τονίζουν.
Όπως προκύπτει δε, από την εμπειρία των δύο χρόνων εφαρμογής της υποχρεωτικής συνταγογράφησης με δραστική ουσία, το μέτρο απέτυχε παταγωδώς, καθώς παρέμεινε σε υψηλό ποσοστό το μερίδιο των ακριβών, εντός καθεστώτος προστασίας φαρμάκων. Από την άλλη, η διείσδυση των φθηνότερων γενοσήμων και off-patent φαρμάκων παρέμεινε στα ίδια χαμηλά επίπεδα.
Όπως προσθέτουν, το γεγονός ότι ιατροί και ασθενείς αντιδρούν στην προοπτική να εμπιστευθούν τη θεραπεία τους σε ένα φάρμακο χωρίς ταυτότητα που δεν γνωρίζουν (στην περίπτωση χορήγησης του πιο φθηνού γενόσημου για παράδειγμα) οδηγεί στο να επιλέγουν ακριβότερα φάρμακα εντός πατέντου (χωρίς γενόσημα), «αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό τον σκόπελο της δραστικής. Αυτό βέβαια με τη σειρά του συνεπάγεται την αύξηση της δαπάνης προς όφελος των εισαγωγικών φαρμακευτικών εταιρειών οι οποίες διαθέτουν τα φάρμακα αυτά» τονίζουν μεταξύ άλλων οι κύκλοι της ΠΕΦ.
Παράλληλα, εκτιμούν ότι η εμμονή των δανειστών στην επιβολή του μέτρου της υποχρεωτικής συνταγογράφησης με τη δραστική υποκρύπτει ένα γενικότερο σχέδιο διάλυσης του εγχώριου ανταγωνισμού. «Είναι γνωστές οι δυνατότητες και προοπτικές της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, όμως φαίνεται ότι κάποιοι κύκλοι θεωρούν συμφέρον να εισάγουμε ως χώρα φάρμακα τα οποία ήδη παράγονται στην Ελλάδα από ελληνικά χέρια».
Αναφερόμενες οι ίδιες πηγές στα εισαγόμενα Φάρμακα Υψηλού Κόστους, παρατηρούν ότι αυτά «εισέρχονται χωρίς φραγμούς και σαρώνουν τους σχετικούς δημόσιους προϋπολογισμούς (2014: €600 εκατ. 2015: 750 εκατ.) απειλώντας σοβαρά τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος» την ώρα που η συζήτηση αναλώνεται στον τρόπο συνταγογράφησης και τη δυνατότητα εμπορικής ονομασίας.
Η δυνατότητα, ακριβώς, χρήσης εμπορικής ονομασίας, στα γενόσημα και στα φάρμακα των χρόνιων παθήσεων, αποτελεί ένα από τα πολλά εργαλεία ελέγχου της αναίτιας υποκατάστασης με ακριβότερες θεραπείες, καταλήγουν.