Τι είναι το μεσοκυττάριο διάστημα;

Σε ποια όργανα εντοπίζεται το μεσοκυττάριο διάστημα;
Photo by Damir Spanic on Unsplash
4'

Ο Δρ ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΩΝ. ΛΥΓΝΟΣ, MSc, PhD, Μαιευτήρας Γυναικολόγος, συμβουλεύει.

Όλοι έχουμε ακούσει, πως το σώμα μας αποτελείται κατά 70% από νερό…

Το νερό εντοπίζεται τόσο μέσα στο κύτταρο, όσο και στο μεσοκυττάριο διάστημα. Μέσα στο νερό εντοπίζονται διαλυμένες διάφορες ουσίες, χάρη στις οποίες εκπληρώνονται βασικές λειτουργίες τόσο του κυττάρου, όσο και ολόκληρου του οργανισμού.

Τι είναι το μεσοκυττάριο διάστημα;

Τα κύτταρα του σώματος δεν είναι «κολλημένα» μεταξύ τους (δηλαδή δεν εφάπτονται – τουλάχιστον όχι πάντα) και o όρος «μεσοκυττάριο διάστημα» είναι τρόπον τινά αυτονόητος, καθότι περιγράφει αυτό ακριβώς το διάστημα μεταξύ των διαφόρων κυττάρων.
Το μεσοκυττάριο διάστημα καταλαμβάνεται κατά κύριο λόγο από νερό, εντός του οποίου βρίσκονται διαλυμένες διάφορες ουσίες.

Σε ποια όργανα εντοπίζεται το μεσοκυττάριο διάστημα;

Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε, πως το μεσοκυττάριο διάστημα εντοπίζεται μεταξύ των κυττάρων πρακτικά όλων των οργάνων.

Πώς παράγεται το μεσοκυττάριο υγρό;

Στην παρακάτω εικόνα μπορούμε να δούμε μία αδρή σχηματική απόδοση του μηχανισμού παραγωγής του μεσοκυτταρίου υγρού.

Διακρίνουμε ένα αιμοφόρο αγγείο, το οποίο διατρέχει το μεσοκυττάριο χώρο.

Το τοίχωμα του αγγείου συμπεριφέρεται (μοιάζει στη λειτουργία του) ως μία ημιδιαπερατή μεμβράνη. Οι ημιδιαπερατές μεμβράνες έχουν μικρούς πόρους («τρύπες»), το μέγεθος των οποίων επιτρέπει τη διέλευση μόνον υγρών και μικρών μορίων, που είναι διαλυμένα μέσα σε αυτά, αλλά παρεμποδίζει τη διέλευση μεγαλυτέρων μορίων ή κυττάρων. Κατά κάποιον τρόπο λειτουργεί ως φίλτρο ή «κόσκινο».

Δύο είναι οι δυνάμεις, που καθορίζουν τη ροή του υγρού διαμέσου του τοιχώματος του αγγείου:

  • Η υδροστατική πίεση, δηλαδή η πίεση, που το αίμα ασκεί στα τοιχώματα του αγγείου από μέσα και τείνει να προκαλέσει την έξοδο του υγρού από το αγγείο. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να γίνει μία διευκρίνιση. Το υγρό, που εξέρχεται του αιμοφόρου αγγείου δεν είναι αίμα. Το αίμα αποτελείται από ένα υγρό στοιχείο, που ονομάζεται πλάσμα, μέσα στο οποίο είναι διαλυμένες διάφορες ουσίες, αλλά και κύτταρα με διαφορετικές λειτουργίες (ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια και αιμοπετάλια). Από τα αγγεία βγαίνει μόνον τμήμα του υγρού, δηλαδή του πλάσματος, το οποίο ανάλογα με τη σύστασή του ονομάζεται εξίδρωμα ή διίδρωμα.
  • Η ωσμωτική πίεση, δηλαδή η τάση του υγρού να κινείται διαμέσου ημιδιαπερατής μεμβράνης από το υγρό με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση σε ουσίες, προς το υγρό με μικρότερη συγκέντρωση σε ουσίες. Το τοίχωμα των αγγείων στη λειτουργία του μοιάζει (αλλά δεν είναι απολύτως όμοιο) με μία ημιδιαπερατή μεμβράνη).

Το αίμα είναι «πιο συγκεντρωμένο» (πιο «πυκνό» – έχει μεγαλύτερη ποσότητα ουσιών διαλυμένες εντός του) από το μεσοκυττάριο υγρό. Έτσι εξαιτίας της ωσμωτικής πίεσης, το υγρό τείνει να κινηθεί από το μεσοκυττάριο διάστημα προς το αγγείο.

Οι δύο αυτές δυνάμεις βρίσκονται σε μία σχετική ισορροπία μεταξύ τους, αλλά με την τάση του υγρού να εξέλθει του αγγείου και να εισέλθει στο μεσοκυττάριο χώρο να είναι ελαφρώς ισχυρότερη.

Τοιουτοτρόπως, η ποσότητα του μεσοκυτταρίου υγρού «τείνει» να αυξηθεί, και του υγρού του αίματος να μειωθεί. Αυτό θα συνέβαινε, αν δεν υπήρχαν τα λεγόμενα λεμφικά αγγεία.

Τι είναι τα λεμφικά αγγεία;

Τα λεμφικά αγγεία «συλλέγουν» την υπερβάλλουσα ποσότητα μεσοκυτταρίου υγρού (το υγρό, που ρέει μέσα στα λεμφικά αγγεία, ονομάζεται λέμφος και η ποσότητά του κυμαίνεται μεταξύ των 2 και 4 λίτρα ημερησίως) και την «οδηγούν» πίσω στην κυκλοφορία του αίματος, αφού σε κάποιο σημείο η λεμφική κυκλοφορία «συναντά» τη φλεβική κυκλοφορία και η λέμφος «αδειάζει» και «ανακατεύεται» με το φλεβικό αίμα.

Κατά μήκος των λεμφικών αγγείων εντοπίζονται μικροί σφαιρικοί σχηματισμοί, που ονομάζονται λεμφαδένες. Οι λεμφαδένες είναι πλήρεις ενός είδους κυττάρου, που ονομάζονται λεμφοκύτταρα. Τα κύτταρα αυτά και κατ’ επέκτασιν και οι λεμφαδένες αποτελούν μέρος του ανοσοποιητικού συστήματος, δηλαδή του συστήματος άμυνας του οργανισμού έναντι παθογόνων μικροβίων, ιών και καρκινικών κυττάρων.

Θα μπορούσε να παρομοιάσει κάποιος τους λεμφαδένες με μικρά τοπικά «φρούρια» του ανοσοποιητικού συστήματος, εντός των οποίων διαβιούν οι «στρατιώτες», δηλαδή τα λεμφοκύτταρα. Η λειτουργία των μικρών αυτών «φρουρίων» είναι ο κατά το δυνατόν περιορισμός της εξάπλωσης μίας φλεγμονής ή μίας νεοπλασίας (καρκίνου δηλαδή).

Σε ό,τι αφορά την πρόγνωση ενός καρκίνου μάλιστα, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε αν οι λεμφαδένες έχουν διηθηθεί, δηλαδή αν έχουν υποστεί «εισβολή» από καρκινικά κύτταρα.