Καρκίνος του πνεύμονα: Η πρώιμη διάγνωση μειώνει κατά 20% τη θνητότητα
Του Νικόλαου Φ. Πισταμαλτζιάν*
Για να το μεταφέρουμε αυτό σε αριθμούς, ενώ αφορά το 12% των συνολικών διαγνώσεων καρκίνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκαλεί το 20,5% των θανάτων από καρκίνο. Για την Ευρώπη των 27 εκτιμάται ότι υπήρξαν 121.000 θάνατοι για το έτος 2018. Είναι μια νόσος που η επίπτωσή της εξακολουθεί δυστυχώς να αυξάνει – αν και με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι στο παρελθόν- ακολουθώντας χρονικά την τάση του καπνίσματος. Η χώρα μας υπολογίζεται ότι βρίσκεται στην τρίτη θέση από θανάτους στην Ευρώπη. Συνεπώς πρόκειται για ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας, το οποίο βρίσκεται σε επιδημιολογική έξαρση.
Αναφορικά με την αιτιολογία της νόσου, το κάπνισμα ήταν και παραμένει η βασική αιτία εμφάνισής της. Περίπου το 80-90% των περιπτώσεων καρκίνου πνεύμονα, σχετίζονται με αυτό. Το παθητικό κάπνισμα, η επαγγελματική έκθεση σε καρκινογόνα, η έκθεση στο ραδόνιο, καθώς και η γενετική προδιάθεση ευθύνονται για το υπόλοιπο ποσοστό των περιπτώσεων. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί τον βασικό παράγοντα καρκινογένεσης στους μη-καπνιστές.
Η πρόληψη καθώς και η έγκαιρη διάγνωση είναι εξαιρετικά σημαντική. Ένας ασθενής με διάγνωση σε πρώιμο στάδιο της νόσου έχει άνω του 50% ποσοστό πενταετούς επιβίωσης, στην περίπτωση όμως που η νόσος είναι ήδη μεταστατική, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 5%. Δυστυχώς μόνο το 15% των περιπτώσεων καρκίνου πνεύμονα διαγιγνώσκονται σε πρώιμο στάδιο.
Η βασικότερη πρόληψη που μπορεί να έχουμε για τον καρκίνο του πνεύμονα, είναι μια πολιτική ενθάρρυνσης και διευκόλυνσης με στόχο τη διακοπή του καπνίσματος. Ιδανικά αυτή θα πρέπει να συνδυάζει μια ευρεία πολιτική ενημέρωσης, ψυχολογική υποστήριξη και φαρμακευτική αγωγή για την καταπολέμηση της ισχυρής εξάρτησης που προκαλεί η νικοτίνη – βασικό συστατικό των καπνών. Υπολογίζεται ότι στα 10 έτη από την διακοπή του καπνίσματος ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου μειώνεται στο μισό.
Οι προληπτικές εξετάσεις που είναι διαθέσιμες έχουν σαν σκοπό να αυξήσουν τις πιθανότητες πρώιμης διάγνωσης της νόσου, και μέσω της θεραπείας να οδηγήσουν σε αυξημένη επιβίωση των ασθενών. Γνωρίζαμε ήδη από την δεκαετία του ’70 ότι ακόμα και ο προληπτικός έλεγχος με μια απλή ακτινογραφία μπορούσε να έχει θετικό αντίκτυπο. Σήμερα έχουμε πλέον δεδομένα από μεγάλες κλινικές μελέτες που έχουν ολοκληρωθεί, ότι το πιο αξιόπιστο εργαλείο πρώιμης διάγνωσης είναι η αξονική τομογραφία θώρακα χαμηλής δόσης (LDCT). Τα δεδομένα αυτών των μελετών δείχνουν ότι με την πρώιμη διάγνωση μπορούμε να πετύχουμε 20% μείωση της θνητότητας του καρκίνου πνεύμονα σε βάθος μιας πενταετίας. Ο πληθυσμός στον οποίον απευθύνεται αυτή η προληπτική ενέργεια είναι άτομα ηλικίας μεταξύ 55 και 74 ετών με ιστορικό καπνίσματος άνω των 30 πακέτων-ετών (ο αριθμός πακέτων-ετών προκύπτει από το γινόμενο των πακέτων τσιγάρων ανά ημέρα επί τα έτη συνολικού καπνίσματος), και οι οποίοι είτε είναι ενεργοί καπνιστές είτε είναι πρώην καπνιστές με λιγότερα από 15 έτη από την διακοπή του καπνίσματος. Ο έλεγχος θα πρέπει να είναι ετήσιος και ιδανικά συνδυάζεται με την προτροπή για συμμετοχή των ατόμων σε προγράμματα διακοπής καπνίσματος.
Συνεπώς μια ενεργή δραστηριοποίηση όλων με στόχο τη μείωση του καπνίσματος, αλλά και τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη πρόληψη του καρκίνου του πνεύμονα.
*Νικόλαος Φ. Πισταμαλτζιάν MD, PhD, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Αθηνών, Παθολόγος Ογκολόγος, Ογκολογική Κλινική ΜΗΤΕΡΑ