Γλαύκωμα: Αιτία τύφλωσης, αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως
Υπολογίζεται ότι 76 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από γλαύκωμα, αλλά ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι θα αυξηθεί στα 111 εκατομμύρια έως το 2040. «Μολονότι όμως είναι τόσο συχνό, πολλοί δεν αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητά του, ούτε γνωρίζουν εάν κινδυνεύουν. Επιπλέον, μελέτες έχουν δείξει ότι ένας στους δύο ασθενείς δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από αυτό», επισημαίνει ο Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, Χειρουργός - Οφθαλμίατρος, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. Σύμφωνα με τον καθηγητή, εννέα είναι τα βασικά δεδομένα για το γλαύκωμα, που πρέπει όλοι να γνωρίζουμε:
Το γλαύκωμα είναι μία από τις κύριες αιτίες τύφλωσης. Εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και σωστά, το γλαύκωμα μπορεί να προκαλέσει μη αναστρέψιμες βλάβες στην όραση. Ακόμα και με την κατάλληλη θεραπεία, ποσοστό 10-15% των ασθενών βιώνουν κάποια απώλεια όρασης. Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως σχεδόν οι μισοί πάσχοντες έχουν χάσει την όρασή τους εξαιτίας του.
Προκαλεί βλάβες στο οπτικό νεύρο. Το οπτικό νεύρο είναι ένα «καλώδιο» που αποτελείται από σχεδόν ένα εκατομμύριο νευρικές ίνες. Αρχίζει από το οπίσθιο τμήμα του οφθαλμού και μεταδίδει τα οπτικά ερεθίσματα από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα στον εγκέφαλο, για να μετατραπούν σε εικόνες. Το γλαύκωμα καταστρέφει προοδευτικά τις ίνες του οπτικού νεύρου. Οι βλάβες που προκαλεί, για λόγους οι οποίοι ακόμα δεν έχουν ακόμα αποσαφηνιστεί πλήρως, συνήθως σχετίζονται με αυξημένη πίεση στο εσωτερικό του ματιού (ενδοφθάλμια πίεση). Ωστόσο υπάρχουν και ασθενείς με γλαύκωμα οι οποίοι έχουν ενδοφθάλμια πίεση εντός των φυσιολογικών ορίων.
Δεν μπορεί να ιαθεί. Αν και υπάρχουν μέθοδοι (φάρμακα, χειρουργικές επεμβάσεις) που επιβραδύνουν την εξέλιξή του, το γλαύκωμα δεν μπορεί να ιαθεί. Μπορεί όμως να εμποδιστεί η περαιτέρω βλάβη της όρασης. Η πιο συχνή μορφή του, το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, είναι χρόνια νόσος, επομένως χρειάζεται δια βίου παρακολούθηση. Το πρώτο βήμα για να προφυλαχθεί η όραση είναι η έγκαιρη διάγνωση.
Το γλαύκωμα συχνά είναι κληρονομικό. Τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος διατρέχουν τέσσερις έως εννέα φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να το αναπτύξουν και οι ίδιοι, σε σύγκριση με τους συνομηλίκους τους χωρίς συγγενείς με τη νόσο.
Ορισμένοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο αναπτύξεώς του. Ο κίνδυνος για γλαύκωμα αυξάνεται μετά την ηλικία των 45 ετών, αλλά σε σπάνιες περιπτώσεις παρατηρείται και σε βρέφη (περίπου 1 στα 10.000 γεννιέται με γλαύκωμα) ή μικρά παιδιά. Αυξημένο κίνδυνο να το εκδηλώσουν διατρέχουν επίσης όσοι έχουν υψηλή ενδοφθάλμια πίεση, όσοι κάνουν μακροχρόνια χρήση στεροειδών (κορτιζόνης) ακόμα κι αν είναι εισπνεόμενη (π.χ. για το άσθμα), τα άτομα με ιστορικό τραυματισμού ή εγχείρησης στο μάτι (μπορεί να παρουσιάσουν δευτεροπαθές γλαύκωμα), όσοι έχουν υψηλή μυωπία (αυξάνει κατά 60% τον κίνδυνο, σε σύγκριση με τα άτομα με φυσιολογική όραση) και οι πάσχοντες από ορισμένα νοσήματα (σακχαρώδη διαβήτη, αρτηριακή υπέρταση, ημικρανίες, δρεπανοκυτταρική νόσο).
Δεν προκαλεί προειδοποιητικά συμπτώματα. Το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, από το οποίο πάσχει το 95% των ασθενών, στα αρχικά στάδια του δεν προκαλεί συμπτώματα. Γι' αυτό τον λόγο συχνά αποκαλείται «σιωπηλός κλέφτης» της όρασης. Τα συμπτώματα αρχίζουν να γίνονται αντιληπτά όταν υποστεί σημαντικές αλλά ανήκεστες βλάβες το οπτικό νεύρο. Ουσιαστικά πρόκειται για μείωση/απώλεια της περιφερειακής όρασης, που αναγκάζει τον πάσχοντα να στρέφει ακούσια το κεφάλι του στο πλάι όταν θέλει να δει κάτι που δεν βρίσκεται ευθεία μπροστά του. Ο ασθενής μπορεί επίσης να αποκτήσει «τυφλά» σημεία στο οπτικό πεδίο του. Στα πιο προχωρημένα στάδιά του επηρεάζεται και η κεντρική όραση.
Μερικές φορές είναι επείγον περιστατικό. Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας, που είναι η δεύτερη συχνότερη μορφή της νόσου, μερικές φορές προκαλεί οξέα συμπτώματα, όπως έντονο πόνο στο μάτι ή στο μέτωπο, θολωμένη ή μειωμένη όραση, ναυτία και έμετο ή/και άλως («φωτοστέφανα») γύρω από τα φώτα. Αυτού του είδους τα συμπτώματα είναι επείγον περιστατικό και πρέπει να αξιολογούνται αμέσως από τον οφθαλμίατρο. Το γλαύκωμα κλειστής γωνίας παρατηρείται συνήθως σε ασθενείς με υπερμετρωπία.
Ο τακτικός έλεγχος είναι απαραίτητος για έγκαιρη διάγνωση. Στο πλαίσιο του ελέγχου ο οφθαλμίατρος θα μετρήσει, μεταξύ άλλων, την ενδοφθάλμια πίεση (τονομέτρηση). Η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας (AAO) συνιστά προληπτικό έλεγχο των ματιών κάθε 1-2 χρόνια σε όλα τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών. Στα άτομα υψηλού κινδύνου για γλαύκωμα (π.χ. με οικογενειακό ιστορικό, μακροχρόνια χρήση κορτιζόνης, υψηλή μυωπία, διαβήτη κ.λπ.) συνιστάται έλεγχος κάθε 2-4 χρόνια στις ηλικίες κάτω των 40 ετών, κάθε 1-3 χρόνια μεταξύ 40 και 54 ετών και κάθε 1-2 χρόνια μετά τα 55 έτη.
Οι πάσχοντες αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο ατυχημάτων. Μελέτες έχουν δείξει ότι διατρέχουν έως και τετραπλάσιο κίνδυνο πτώσεως, καθώς και ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο τροχαίου ατυχήματος, επειδή μειώνει δραστικά στα αρχικά στάδια την περιφερική όραση.
Διαβάστε επίσης:
Σχολεία: «Δεν υπάρχει λόγος για πρόσθετα μέτρα» λέει η υφυπουργός Παιδείας
Τζανάκης: Θα ζήσουμε σοβαρές καταστάσεις με μεγάλες ουρές στα Επείγοντα
CDC: Πιθανό «ζήτημα ασφαλείας» με το δισθενές εμβόλιο της Pfizer - Πώς συνδέεται με εγκεφαλικό