Ψυχική Υγεία και Δημοκρατία: Συμπόσιο από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins και το SNF Agora Institute
Καλωσορίζοντας τους συμμετέχοντες στον χώρο της εκδήλωσης και διαδικτυακά, η Hahrie Han, Διευθύντρια του Ινστιτούτου Agora του ΙΣΝ, τόνισε πώς η ψυχική υγεία αλληλεπιδρά με την πολιτική και σημείωσε ότι «ο σημερινός κόσμος μπορεί να δίνει την αίσθηση ότι συντρίβει πολλούς ανθρώπους», προσθέτοντας ότι «πρέπει να διερευνήσουμε πώς πολλοί άνθρωποι μπορούν να συμμετέχουν στις κοινότητές μας και στις δημοκρατίες μας».
Στο ξεκίνημα της τοποθέτησής του, ο Ronald J. Daniels, Πρόεδρος του Πανεπιστημίου Johns Hopkins αναφέρθηκε στην ομιλία του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στο Κογκρέσο πριν από ένα χρόνο, όπου χαιρέτησε το «θαύμα» της δημοκρατίας που ενώνει τον ελληνικό και τον αμερικανικό λαό.
«Οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να συμμετέχουν, να αλληλεπιδρούν και να ελέγχουν την εξουσία των πολιτικών θεσμών» προσέθεσε ο Ronald J. Daniels. «Είναι απλά αλήθεια ότι οι πολίτες είναι πιο υγιείς όταν η δημοκρατία είναι υγιής. Και η δημοκρατία είναι πιο υγιής όταν οι πολίτες είναι υγιείς» είπε. «Η αποτυχία της δημοκρατίας συσχετίζεται με την επιδείνωση της ψυχικής υγείας των πολιτών. Δεν χρειάζεται να ψάξουμε μακριά για να βρούμε αποδείξεις γι' αυτό. Σήμερα η δυσαρέσκεια για τη δημοκρατία έχει φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ. Και για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια, ο αριθμός των κλειστών απολυταρχιών στον κόσμο έχει ξεπεράσει τον αριθμό των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Ταυτόχρονα γινόμαστε μάρτυρες μιας κρίσης απόγνωσης σε πολλές δημοκρατίες που οδηγεί σε υψηλά ποσοστά αυτοκτονιών, μοναξιάς και αποσύνδεσης. Και αυτό οδηγεί πολλούς ευάλωτους ανθρώπους να πιστέψουν τις αυταρχικές υποσχέσεις για γρήγορες λύσεις και κοινούς εχθρούς» σημείωσε ο Ronald J. Daniels, προσθέτοντας ότι πρέπει να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στις δημοκρατίες.
«Η ιεράρχηση του ζητήματος της ψυχικής υγείας αποτελεί ηθική επιταγή», δήλωσε ο John Sarbanes, Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. «Πρέπει να προχωρήσουμε προς τα πάνω και να οικοδομήσουμε μια στρατηγική για την ανθεκτικότητα της ψυχικής υγείας» πρόσθεσε, χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της αρχαίας Αγοράς, όπου οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν για να συζητήσουν και να αποφασίσουν για τα θέματα των κοινοτήτων τους.
Μίλησε επίσης για τη «μείωση της σημασίας του χρήματος στις δημόσιες πολιτικές», με κινητοποίηση των απλών πολιτών στις εκστρατείες συγκέντρωσης χρημάτων - και όχι μόνο στην επιδίωξη δωρεών από τις «βαθιές τσέπες». Περιέγραψε συγκεκριμένα τη δική του προσωπική εμπειρία και ένα «πείραμα» που διεξήγαγε προσπαθώντας να συγκεντρώσει μικρές δωρεές από απλούς ψηφοφόρους, το οποίο έφερε πολύ θετικά αποτελέσματα. «Όταν οι άνθρωποι αισθάνονται προσωπικά συνδεδεμένοι με τους ηγέτες τους και αισθάνονται ότι συμπεριλαμβάνονται στο έργο της πολιτικής, θα θέλουν να συνεισφέρουν τόσο σε χρόνο όσο και σε πόρους» τόνισε. «Η καλή, ισχυρή δημόσια πολιτική κάνει καλό στο μυαλό και στην ψυχή» κατέληξε.
Ψυχική υγεία και πολιτική συμμετοχή
Μελετητές και επαγγελματίες του χώρου, οι οποίοι συμμετείχαν στο συνέδριο, επικεντρώθηκαν στο πώς θα μπορούσαμε να αποκαταστήσουμε και να αναβιώσουμε τον στόχο για τη δική μας υγεία και για την υγεία της δημοκρατίας μας. Επιπλέον, ακτιβιστές από τη Χιλή και τις ΗΠΑ μοιράστηκαν μαθήματα σχετικά με τη διατήρηση της ψυχικής τους υγείας και της αίσθησης της δράσης σε καταστάσεις καταστολής και δημοκρατικής αποτυχίας.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης συζήτησης του συμποσίου, με θέμα «The Pursuit of Happiness (and Political Engagement)», την οποία συντόνισε η Lilliana Mason, ειδικός σε θέματα κομματικής ταυτότητας, κομματικής προκατάληψης, κοινωνικής διαλογής και κοινωνικής πόλωσης, η Brett Q. Ford, διευθύντρια του Εργαστηρίου Συναισθηματικής Επιστήμης και Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, τόνισε ότι τα συναισθήματα είναι νοητικές και σωματικές εκφράσεις που μας κρατούν ζωντανούς.
«Τα συναισθήματα μάς παρέχουν σημαντικά εργαλεία, αλλά δεν ξέρουμε πάντα πώς να ανταποκριθούμε σ’ αυτά. Πάντως, τα συναισθήματα μπορεί να είναι χρήσιμα. Ωθούν τους ανθρώπους να αναλάβουν δράση, να διαδηλώσουν, να κάνουν δωρεές κ.λπ. Τα συναισθήματα σε ωθούν να κάνεις την αλλαγή», εξήγησε. Υπάρχουν όμως και αρνητικά συναισθήματα. «Αυτά τα αρνητικά συναισθήματα μπορούν να προκαλέσουν την απεμπλοκή του ατόμου από τη δημοκρατία», τόνισε. Στο πλαίσιο αυτό, η Brett Q. Ford εξήγησε ότι όταν οι άνθρωποι αισθάνονται ασφαλείς ή ψυχικά υγιείς, είναι σε καλύτερη θέση να συμμετάσχουν στη δημοκρατία, καθιστώντας καλύτερη τη λειτουργία του πολιτεύματος. Επιπλέον, κάλεσε τους ανθρώπους να ακούσουν τις ιστορίες των άλλων, να συνδεθούν μαζί τους και να ελαχιστοποιήσουν την απεμπλοκή ή τα άσχημα συναισθήματα κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης συζήτησης. Αυτό μπορεί να συνδράμει στην ενίσχυση της πολιτικής συμμετοχής. «Πρέπει να βρούμε άλλους ανθρώπους για να κάνουμε κοινωνικές συνδέσεις, να νιώσουμε καλύτερα και να διαχειριστούμε τα συναισθήματά μας», πρόσθεσε. Όλα αυτά, εξήγησε, μας βοηθούν να αντιμετωπίσουμε την τάση αποξένωσης.
Ο Deb Roy, Διευθυντής του MIT Center for Constructive Communication, μοιράστηκε τις γνώσεις του σχετικά με τον ρόλο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στη δημοκρατία. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουμε σύντομους διαλόγους χρηστών και συχνά αυτοί οι διάλογοι χρησιμοποιούνται για την έκφραση συναισθημάτων και όχι απόψεων. Υποστήριξε δε, την ιδέα ότι οι άνθρωποι πρέπει να μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς στις πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες συνήθως δρουν ως σύγχρονες δημόσιες σφαίρες. Όπως εξήγησε, οι άνθρωποι συνήθως αισθάνονται ασφαλείς κατά τη διάρκεια μιας ιδιωτικής συζήτησης, όπου υπάρχει η αίσθηση της εμπιστοσύνης. Ο βασικός παράγοντας, επομένως, είναι να βρεθούν άτομα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία έχουμε έναν βαθμό εμπιστοσύνης, όπως οι influencers. «Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν ένα χώρο για συζήτηση», είπε. Επιπλέον, υποστήριξε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μάς βοηθούν να κατανοήσουμε τι αισθάνονται ή συζητούν οι άλλοι. Όπως επεσήμανε, έχουμε δύο «market places»: τη φωνή της κοινότητας και τους ηγέτες των θεσμών. Όταν αυτά ενώνονται, δημιουργούμε έναν δημοκρατικό χώρο, ο οποίος αποτελεί τη βάση της Δημοκρατίας. Και η τεχνολογία μπορεί να βοηθήσει σε αυτή τη διαδικασία. «Δείτε τις ανθρώπινες αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ρίξτε τις γέφυρες. Έχουμε ένα κέλυφος, το οποίο μας κάνει να αισθανόμαστε πιο ασφαλείς. Δείτε τους άλλους ως ένα απαραίτητο βήμα για τη δημοκρατία», κατέληξε.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης με θέμα «Intergenerational Reflections on Mental Health in Activism», την οποία συντόνισε η Consuelo Amat, Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο SNF Agora Institute, ο David Hogg, Αμερικανός Ακτιβιστής, υπέρμαχος του ελέγχου της οπλοκατοχής και επιζών από τους πυροβολισμούς στο λύκειο Marjory Stoneman Douglas, μίλησε για την ανάγκη να ασχοληθούμε με τους ανθρώπους στην πραγματική ζωή και να αντιμετωπίσουμε τις ψευδείς ειδήσεις και την παραπληροφόρηση που διαδίδονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Περιέγραψε την προσωπική του εμπειρία, μιλώντας με έναν ντόπιο στο Ντάλας του Τέξας. Έναν άνθρωπο που πίστευε, όπως και πολλοί άλλοι, ότι τα περιστατικά μαζικών πυροβολισμών επινοούνται από τις κυβερνήσεις για να αναγκάσουν τους ανθρώπους να παραδώσουν τα όπλα τους. Τελικά παραδέχτηκε ότι παραπλανήθηκε μόλις ο David Hogg εξήγησε την ιστορία του και τα επιχειρήματά του κατά της οπλοκατοχής από βίαιους ανθρώπους. «Αυτό δείχνει τη δύναμη της εκπαίδευσης και του διαλόγου», τόνισε ο David Hogg. Εξήγησε επίσης ότι τα χαμηλά επίπεδα «ψυχικής υγείας είναι το σύμπτωμα, ενώ η αιτία είναι η αποτυχία της Δημοκρατίας». «Η (αμερικανική) κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει το παραμικρό για να μας κρατήσει ασφαλείς», δήλωσε, προσθέτοντας ότι «η κυβέρνηση επιβαρύνει το 99% του πληθυσμού, ειδικά τα παιδιά. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις βαθύτερες αιτίες των ψυχικών προβλημάτων των ανθρώπων, για παράδειγμα τους περιορισμένους πόρους, τον ρατσισμό και την ανισότητα», συμπλήρωσε, σημειώνοντας ότι «τα 2/3 των θανάτων από όπλα στις ΗΠΑ είναι αυτοκτονίες». Αυτή η διαδικασία θα χρειαστεί χρόνο. «Τα κινήματα είναι υπερ-μαραθώνιοι που εμπλέκουν διαφορετικές γενιές» κατέληξε.
«Η δημοκρατία στη χώρα και η δημοκρατία στο σπίτι» πάνε χέρι-χέρι, δήλωσε η Verónica Matus, ακτιβίστρια στη Χιλή από την εποχή πριν τη δικτατορία Πινοσέτ, μιλώντας για την άνοδο του κινήματος στη Χιλή, όταν η δικτατορία ήρθε στην εξουσία. «Οι γυναίκες ήταν στους δρόμους και προσπαθούσαν να βοηθήσουν η μία την άλλη, κάθε γυναίκα κάθε ηλικίας ένιωθε μέρος αυτού του κινήματος, που ήταν νέο αλλά βγήκε δυναμικά» επεσήμανε, τονίζοντας ότι η δια-γενεακή ανάπτυξη των διαλόγων συνδέει τους ανθρώπους με τις μνήμες που υπάρχουν. Εξήγησε επίσης ότι «η διασταύρωση ανοίγει έναν νέο τρόπο να βλέπουμε τον κόσμο» και πρόσθεσε ότι είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε «το πώς μετακινούμαστε από τις ιδέες της βίας στον δημόσιο χώρο στη βία στον ιδιωτικό χώρο».