ΙΟΒΕ: Τα οικονομικά των νοσοκομείων του ΕΣΥ - Ανισοκατανομή σε κλίνες και προσωπικό

Η μελέτη του ΙΟΒΕ χρησιμοποιεί και αναλύει για πρώτη φορά τα οικονομικά στοιχεία που υπάρχουν διαθέσιμα στις λογιστικές καταστάσεις των δημόσιων νοσοκομείων.
Η ανάλυση βασίζεται σε στοιχεία από 90 νοσοκομεία
INTIME NEWS
6'

Τη μελέτη «Ανάλυση των οικονομικών μεγεθών των δημόσιων νοσοκομείων της Ελλάδας» παρουσίασε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών – ΙΟΒΕ, τη Δευτέρα (18/12/2023), με την οποία επιχειρεί να συνεισφέρει στον εξορθολογισμό του συστήματος υγείας, στη διάγνωση των δυνατοτήτων για περαιτέρω περιθώρια μείωσης κόστους, στην επίτευξη οικονομιών κλίμακας και στην αύξηση της παραγωγικότητας στο ΕΣΥ.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανάλυση των οικονομικών καταστάσεων των δημόσιων νοσοκομείων δίνει τη δυνατότητα, σε πρώτο βαθμό στη διοίκηση τους, σε δεύτερο στις διοικήσεις των υγειονομικών περιφερειών (Υ.ΠΕ) και σε τελικό στάδιο στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, να λαμβάνουν αποφάσεις για την εύρυθμη και οικονομικά αποδοτικότερη λειτουργία των νοσοκομείων, με τελικό σκοπό την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ασθενείς.

Η ανάλυση του ΙΟΒΕ στηρίζεται σε ένα δείγμα 828 συνολικά οικονομικών καταστάσεων για την περίοδο 2012-2020 που καταρτίζονται βάσει του ΠΔ 146/2003 από περίπου 90 νοσοκομεία. Σημειώνεται ότι μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες της χώρας, όπως Γ.Ν.Α «Ο Ευαγγελισμός, Γ.Ν.Α Αλεξάνδρα, Γ.Ν. Μαιευτήριο Αθηνών «Έλενας Βενιζέλου», Γ.Ν.Α «Γ. Γεννηματάς», Γ.Ν. Αττικής «Σισμανόγλειο», Γ.Ν. Δυτ. Αττικής, Γ.Ν. Θες/νίκης «Γ. Γεννηματάς», δεν διαθέτουν λογιστικές καταστάσεις για το εν λόγω διάστημα, γεγονός που καταδεικνύει την έλλειψη διαφάνειας σε έναν κρίσιμο τομέα, σημειώνει το ΙΟΒΕ.

Βασικά ευρήματα για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα

Τα δημόσια νοσοκομεία παρουσιάζουν σημαντικά δομικά προβλήματα, όπως είναι η ανισοκατανομή κλινών, κλινικών, εργαστηρίων και οι σημαντικές ελλείψεις προσωπικού.

· Ο αριθμός των νοσηλευτικών μονάδων και κλινικών δευτεροβάθμιας φροντίδας υποχώρησε σε 267 το 2021, από 302 το 2012. Η μείωση οφείλεται κυρίως στην πτώση του αριθμού ιδιωτικών κλινικών, από 164 το 2012 σε 139 το 2021. Μείωση του αριθμού νοσοκομείων καταγράφεται στις περισσότερες χώρες της ΕΕ την περίοδο 2016-2021.

· 1η (Αττικής), 2η (Πειραιώς και Αιγαίου) και 6η (Πελοποννήσου, Ιονίων Νήσων, Ηπείρου και Δυτικής Ελλάδας) ΥΠΕ διαθέτουν τα περισσότερα νοσοκομεία, μαζί αντιστοιχούν στο 60% του συνολικού αριθμού δημόσιων νοσοκομείων.

· Σε όρους αριθμού νοσοκομείων ανά 1 εκατ. κάτοικους, η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τη μέση της κατάταξης των χωρών της ΟΟΣΑ-ΕΕ (10η θέση σε 22 χώρες).

· Χαμηλότερα από τον μ.ο. της ΕΕ27 (525 κλίνες ανά 100.000 κατοίκους) βρίσκεται η Ελλάδα με 427 διαθέσιμες κλίνες ανά 100.000 κατοίκους (2021). Οι συνολικές διαθέσιμες κλίνες στην Ελλάδα στο τέλος του 2021 διαμορφώθηκαν σε 48,9 χιλ. έναντι 52,4 χιλ. το 2010.

· Στα €16,7 δισεκ. ευρώ διαμορφώνεται η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας μειωμένη κατά 25% σε σύγκριση με το 2009. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αντιστροφή της πτωτικής τάσης κυρίως λόγω της αύξησης της δημόσιας χρηματοδότησης κατά €1,9 δισεκ. (€10,4 δισεκ. το 2021 έναντι €8,5 δισεκ. το 2015).

· Σημαντική υποχώρηση στη χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας (%) στην Ελλάδα έναντι αύξησης στην ΕΕ. Η ετήσια δημόσια μεταβολή δαπανών σε σταθερές τιμές, σωρευτικά για την περίοδο 2009 – 2021 διαμορφώνεται στο -29,2% στην Ελλάδα έναντι +32,7% στην ΕΕ. Οι δαπάνες υγείας των εγχώριων νοικοκυριών ανέρχονται στο 8,1% των συνολικών δαπανών τους το 2021, από 6,5% το 2009. Αύξηση του ποσοστού της φαρμακευτικής περίθαλψης στις δαπάνες υγείας των νοικοκυριών σε 31,3% το 2021, από 19,2% το 2009.

· Το 2021 η συνολική δαπάνη υγείας στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, διαμορφώθηκε στο 9,2% (εκ των οποίων 5,7% δημόσια δαπάνη) έναντι 10,9% στην ΕΕ (εκ των οποίων 8,9% δημόσια δαπάνη). Στην Ελλάδα η δημόσια χρηματοδότηση διαμορφώνεται στο 62,1% της συνολικής χρηματοδότησης για δαπάνες υγείας το 2020, αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ (81,1%).

· Η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη μείωση (-7,3%) στην ΕΕ σε κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας την περίοδο 2008-2013 και τη μικρότερη αύξηση +0,4% την περίοδο 2013-2019. Υποχώρηση της κατά κεφαλήν δαπάνης υγείας στην Ελλάδα (1.561 ευρώ το 2021 έναντι 2.014 ευρώ το 2009), έναντι αύξησης σε ΕΕ (3.563 ευρώ το 2021 και 2.396 ευρώ το 2009).

Τα οικονομικά των νοσοκομείων

Από την ανάλυση του ΙΟΒΕ καταγράφονται σημαντικές μεταβολές που οφείλονται στις εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν με τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής. Σκοπός των μέτρων ήταν η μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στον δημόσιο τομέα.

· Το ενεργητικό των νοσοκομείων αυξήθηκε σημαντικά (+24,4% την περίοδο 2012 – 2020), λόγω αύξησης των διαθεσίμων και των απαιτήσεων. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια σχετική σταθεροποίηση.

· Οι υποχρεώσεις (πρακτικά όλες βραχυπρόθεσμες) κατέγραψαν έντονες διακυμάνσεις με τη χαμηλότερη τιμή να σημειώνεται το 2018 στο σταθερό δείγμα 60 δημόσιων νοσοκομείων και το 2017 στο συνολικό δείγμα. Την περίοδο 2012 – 2020 καταγράφεται πτώση -56,3% στις συνολικές υποχρεώσεις.

· Βάσει του δείκτη ταμειακής ρευστότητας, τα έτη 2016-2018 τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούσαν να καλύψουν πλήρως τις υποχρεώσεις.

· Τα λειτουργικά έξοδα κατέγραψαν έντονη μείωση έως το 2016-2017, με σταδιακή ανάκαμψη στη συνέχεια. Την περίοδο 2012 – 2020 καταγράφεται πτώση -16,7% στα λειτουργικά έξοδα.

· Έντονη μεταβλητότητα στα καθαρά αποτελέσματα με υψηλότερες θετικές τιμές προς το τέλος της περιόδου σε σύγκριση με τη διετία 2012-2013. Την περίοδο 2012 – 2020 καταγράφεται αύξηση 104,8% στα αποτελέσματα χρήσης.

Τέλος, το ΙΟΒΕ σημειώνει ότι στην Ελλάδα καταγράφεται ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά ικανοποίησης από τις παρεχόμενες υπηρεσίες φροντίδας, με 38% για το 2020, από 36% το 2010. Το ελληνικό σύστημα υγείας κατατάσσεται στην 29η θέση ανάμεσα σε 35 χώρες της Ευρώπης με 615 βαθμούς στον δείκτη αξιολόγησης των συστημάτων υγείας Euro Health Consumer Index (ECHI), υψηλότερα από Αλβανία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Βουλγαρία και Λετονία. Στη χώρα μας επιτυγχάνεται σχετικά υψηλή βαθμολογία σε πεδία όπως η άμεση πρόσβαση σε γιατρούς, η μείωση της θνησιμότητας από εγκεφαλικά, ο παιδικός εμβολιασμός, η μειωμένη συχνότητα υπερτασικών και η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ. Αντίθετα, χαμηλή επίδοση επιτυγχάνεται σε πεδία όπως η πληροφόρηση και τα δικαιώματα των ασθενών, οι οικογενειακοί γιατροί, οι λίστες αναμονής στους καρκινοπαθείς, οι μεταμοσχεύσεις, οι άτυπες πληρωμές, το κάπνισμα, η έλλειψη φυσικής άσκησης, οι θάνατοι από τροχαία, η καθυστερημένη εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων και η υψηλή κατανάλωση αντιβιοτικών.

Σχετικές ειδήσεις